Πέντε κίνδυνοι για νέα παγκόσμια οικονομική κρίση


Μια δεκαετία έχει περάσει από την αρχή της μεγάλης ύφεσης, που συγκλόνισε την παγκόσμια οικονομία, σπρώχνοντας ακόμη και την Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού της χρεοκοπίας. Αργά και σταθερά η οικονομία δείχνει να ανακάμπτει. Το ερώτημα είναι για πόσο, καθώς οι επόμενοι μεγάλοι οικονομικοί κίνδυνοι μας περιμένουν στην αμέσως επόμενη στροφή.

Τα δύσκολα πέρασαν, αλλά μπορεί να έρθουν ξανά

Μια νέα παγκόσμια κρίση του χρέους, οι εμπορικοί πόλεμοι ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και μια επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας απειλούν να μην αφήσουν αυτή την ανάκαμψη να διαρκέσει για πολύ.

Το ΔΝΤ έχει μειώσει τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη για το 2019 στο 3,5% (σε σύγκριση με 3,9% τον Ιούλιο του 2018), βλέποντας χαμηλότερη ανάπτυξη τόσο στις προηγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες. Δεν απέκλεισε επίσης το ενδεχόμενο ενός νέου οικονομικού σοκ. Ορισμένοι αναλυτές της αγοράς προειδοποιούν για μια νέα πιθανή παγκόσμια ύφεση φέτος – πολύ νωρίτερα από ό, τι οι περισσότεροι έχουν προβλέψει.

Αλλά πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος; Και ποιες θα είναι οι οικονομικές και πολιτικές συνέπειες μιας νέας κρίσης;

Τα φαινόμενα που απατούν

Τα πραγματικά στοιχεία δεν εξηγούν αυτή την απαισιοδοξία παρατηρεί το NewsStatesman, καθώς οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη παρουσιάζουν διαρκή ανάκαμψη από την κρίση του 2008. Από το 2012, το ΑΕΠ της Κίνας αυξήθηκε με ρυθμό 6-8% , κι αν και παραμένει ασθενέστερο από ό,τι στην περίοδο πριν από την κρίση, βρίσκεται σε ένα καλό επίπεδο για να στηρίξει την ανάπτυξη της κινεζικής μεσαίας τάξης και να τονώσει τα οικονομικά των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων της χώρας. Η ανάκαμψη των ΗΠΑ επιβραδύνθηκε σε σχέση με τα ιστορικά της οικονομικά πρότυπα, αλλά η ανάπτυξη το 2018 ενισχύθηκε από τις φορολογικές περικοπές του Τραμπ, οι οποίες αύξησαν δραματικά τα κέρδη των αμερικανικών εταιρειών. Η ανάπτυξη της Ιαπωνίας ήταν χαμηλή αλλά σταθερή – γεγονός που δεν αποτελεί έκπληξη αν σκεφτεί κανείς τη ραγδαία μείωση του πληθυσμού της. Όσον αφορά την Ευρωζώνη συνέχισε να αγωνίζεται να βγει από την κρίση χρέους που την κλόνισε, αυξάνοντας την ανάπτυξή της κατά 1,8% το 2018.

Όμως τίποτα από όλα αυτά δεν είναι όπως φαίνεται. Η ανάκαμψη των ΗΠΑ ήταν εξαιρετικά ασταθής και άνισα κατανεμημένη, ενώ υιοθετήθηκε μια χαλαρή νομισματική πολιτική για να διατηρηθούν αξιοσημείωτοι ρυθμοί ανάπτυξης, οι οποίοι είχαν διακυμάνσεις σχεδόν 5 μονάδων μεταξύ των κρατών με τις καλύτερες και τις χειρότερες επιδόσεις. Όπως σημειώνει το NewsStatesman, οι πραγματικοί μέσοι αμερικανικοί μισθοί το 2018 είχαν την ίδια αγοραστική δύναμη, με αυτούς 40 χρόνια πριν. Εν τω μεταξύ, το εταιρικό χρέος έχει φθάσει σε επίπεδο ρεκόρ, αγγίζοντας το 45% του ΑΕΠ και οι χρηματιστηριακές αγορές εξακολουθούν να εμφανίζονται υπερτιμημένες.

Η ανάπτυξη της Κίνας προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από το κυβερνητικό πρόγραμμα στήριξης ύψους 586 δισ. δολαρίων, ένα από τα μεγαλύτερα στην οικονομική ιστορία της χώρας, που περιελάμβανε δημόσιες επενδύσεις σε σιδηροδρόμους υψηλής ταχύτητας, αεροδρόμια και αναβάθμιση δρόμων – γεγονός π ου συμπαρέσυρε την ανάπτυξη οικονομιών από τις οποίες η Κίνα εισάγει προϊόντα.

Την ίδια στιγμή η Γερμανία απέφυγε την ύφεση με μηδενική ανάπτυξη το τελευταίο τρίμηνο του 2018, ενώ η Ιταλία επέστρεψε σε αρνητική ανάπτυξη. Το δε Ηνωμένο Βασίλειο εν αναμονή του Brexit το περασμένο έτος ήταν το οικονομικά χειρότερό του από το 2012.

Την ίδια στιγμή το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους έχει έρθει ξανά στο προσκήνιο σε πολλές χώρες – κυρίως στην Κίνα, την Αυστραλία, τον Καναδά και ορισμένα από τα σκανδιναβικά κράτη – και πολλές αναδυόμενες αγορές βρίσκονται πλέον σε κατάσταση δυσπραγίας, δηλαδή έχουν αθετήσει τις υποχρεώσεις τους ή δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.

Οι πέντε παράγοντες κινδύνου

Χωρίς ευρεία και βιώσιμη ανάπτυξη, οι κίνδυνοι συσσωρεύονται και η αβεβαιότητα για το μέλλον της οικονομίας αυξάνεται. Όπως λέει στο NewsStatesman, ο Alfie Stirling, επικεφαλής οικονομολόγος στο Ίδρυμα New Economics: «Στην οικονομία, σχεδόν εξ ορισμού, οι κρίσεις προκαλούνται από την αβεβαιότητα σχετικά με τα γεγονότα και όχι από τα ίδια τα γεγονότα».

Όπως σημειώνει μια σειρά παραγόντων που ενδεχομένως θα ανατρέψουν μια λεπτή ισορροπία μπορούν να αποτελέσουν πρόβλημα για την παγκόσμια ισορροπία της οικονομίας.

Αυτοί οι παράγοντες είναι 5 και είναι οι εξής: Η οικονομική αστάθεια της Κίνας, η αύξηση των επιτοκίων και η λήξη της ποσοτικής χαλάρωσης, μια νέα κρίση της ευρωζώνης, ένα ξαφνικό σοκ για το παγκόσμιο εμπόριο και η αύξηση του ιδιωτικού χρέους στον ανεπτυγμένο κόσμο.

Ειδικότερα, μπορεί οι ΗΠΑ να στηρίζουν τον εμπορικό πόλεμο στην Κίνα, στο αφήγημα ότι οι εξαγωγές της που βασίζονται σε φθηνή εργασία και ένα υποτιμημένο νόμισμα, που απειλούν την ανάπτυξη των άλλων χωρών, η αλήθεια όμως είναι ότι μετά την κρίση του 2008 δεν ήταν οι εξαγωγές που έσωσαν την ανάπτυξη στη χώρα. Πέραν του κρατικού πακέτου επενδύσεων στις υποδομές, η πτώση των τιμών των ακινήτων αλλά και του κόστους δανεισμού, συνέβαλαν επίσης σε μία επίπλαστη ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο δείκτης του εταιρικού χρέους ως προς το ΑΕΠ ανέρχεται σήμερα στο 160%, ενώ τα κινέζικα νοικοκυριά έχουν επίσης αυξήσει σημαντικά το δανεισμό τους φτάνοντας το χρέος τους στο 50% του ΑΕΠ το 2017. Κάθε προσπάθεια αντιμετώπισης της οικονομικής φούσκας της χώρας σημαίνει μείωση του δανεισμού, γεγονός που περιορίζει την ανάπτυξη. Στην Κίνα όμως υπάρχει μία σιωπηρή συμφωνία που λέει ότι η παντοδυναμία του Κομουνιστικού Κόμματος θα πρέπει να ξεπληρώνεται με ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 7% ετησίως. Κι επειδή η θεωρία λέει ότι οι επαναστάσεις ξεκινούν πολλές φορές όταν η ανάπτυξη πέφτει κάτω από τις προσδοκίες, στο δίλημμα μεταξύ χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και ανάπτυξης η Κίνα είναι πολύ πιθανό να επιλέξει τον δεύτερο δρόμο.

Αν η φούσκα της κινεζικής οικονομίας τεντωθεί σε τέτοιο σημείο που τελικά όμως σπάσει, δεν θα είναι μόνο η Κίνα που θα κατρακυλήσει, αλλά θα ξεκινήσει μια αλυσιδωτή παγκόσμια αντίδραση, καθώς η ανάπτυξη μιας σειράς εθνικών οικονομιών βασίζεται στον γίγαντα με τα πήλινα πόδια.

Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική είναι ένας ακόμη παράγοντας που ανησυχεί τους οικονομολόγους. Μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2008, οι κεντρικές τράπεζες προσπάθησαν να κρατήσουν ζωντανή την οικονομία μέσω του QE. Αγόρασαν δηλαδή κρατικά χρεόγραφα ή περιουσιακά στοιχεία από τη δευτερογενή αγορά και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, προκαλώντας άνοδο των τιμών τους και μείωση των επιτοκίων τους. Έτσι εισήγαγαν 10 εκατομμύρια δολάρια φρέσκου χρήματος στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αλλά φέτος μπορεί να τελειώσει η δεκαετία των εύκολων χρημάτων καθώς τα επιτόκια αυξάνονται σε όλο τον κόσμο και το QE παροπλίστηκε.

Ο τρίτος λόγος ανησυχία των οικονομολόγων δεν είναι άλλος από τον χρόνιο ασθενή: την Ευρωζώνη. Η αναιμική ανάπτυξη σε συνδυασμό με την ηγεμονική στάση της Γερμανίας θέτουν εν αμφιβόλω την σταθερότητα της ζώνης του ευρώ, καθώς διευρύνουν το οικονομικό χάσμα ανάμεσα σε Βορρά και Νότο. Χωρίς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούν την ισομερή ανάπτυξη σε όλες τις οικονομίες, οι διαφορές αυτές θα διευρυνθούν περαιτέρω. Μακροπρόθεσμα, αυτό μπορεί να έχει ένα καταστροφικό αποτέλεσμα: τη διάλυση της ίδιας της νομισματικής ένωσης.

Το τέταρτο επικίνδυνο σύννεφο πάνω από την παγκόσμια οικονομία είναι η πιθανότητα κατάρρευσης του παγκόσμιου εμπορίου εξαιτίας του αυξανόμενου προστατευτισμού – κυρίως στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Πρόκειται για μια πραγματικότητα που ακολουθεί μια δεκαετία επιβράδυνσης των παγκόσμιων εμπορικών συναλλαγών και επενδυτικών ροών. Η χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση έχει αποδειχθεί ότι έχει αυτο-αναιρεθεί. Η αυξανόμενη οικονομική αστάθεια, η οποία κορυφώθηκε με την κρίση του 2008 και η αυξανόμενη ανισότητα δεν οδήγησαν στην επιθυμητή παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση.

Τέλος, το ιδιωτικό χρέος στον παγκόσμιο Βορρά εξακολουθεί να αποτελεί απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ο Steve Keen, ένας Αυστραλός οικονομολόγος, περιγράφει το ιδιωτικό χρέος ως τον «ελέφαντα στο σαλόνι» της παγκόσμιας οικονομίας. Στις ΗΠΑ, το εταιρικό χρέος είναι στο πιο υψηλό επίπεδο όλων των εποχών φτάνοντας το 45% του ΑΕΠ – υψηλότερο από ό, τι και κατά τη διάρκεια της φούσκας των ακινήτων του 2007. Σημαντική συμβολή στη χρηματοπιστωτική κρίση ήταν η τιτλοποίηση του ενυπόθηκου χρέους των ΗΠΑ, με τα συνηθισμένα ενυπόθηκα δάνεια να μετατρέπονται σε πολύπλοκες χρηματοοικονομικές κινητές αξίες που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια για περαιτέρω δανεισμό. Μετά την κρίση, η αξία αυτής της αγοράς κατέρρευσε, αλλά ο κίνδυνος εξαπλώθηκε σύντομα σε νέους τομείς, δικαιώνοντας την πρόβλεψη του αμερικανικού οικονομολόγου Hyman Minsky που έχει πει πως «ότι μπορεί να τιτλοποιηθεί θα τιτλοποιηθεί». Εν τω μεταξύ, στην Αυστραλία και τον Καναδά οι αυξανόμενες τιμές των ακινήτων θα μπορούσαν να καταρρεύσουν ανά πάσα στιγμή. Όταν οι συνθήκες δανεισμού σφίγγουν, οι τιμές των κατοικιών ενδέχεται να μειωθούν, δημιουργώντας δυνητικά κρίσεις σε αυτές τις οικονομίες.

Ενώ οι περισσότεροι από αυτούς τους κινδύνους είναι απίθανο να προκαλέσουν μια παγκόσμια κρίση το 2019, οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για τον κόσμο είναι δυσοίωνες. Ίσως η μεγαλύτερη αιτία ανησυχίας είναι ότι, όταν φθάσει η επόμενη κρίση, θα είμαστε ακόμη λιγότερο προετοιμασμένοι από ό,τι ήμασταν το 2008.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ