Ανιχνεύοντας την ιστορία και την ταυτότητα του χριστουγεννιάτικου δένδρου…


Πολλά έθιμα συνυφασμένα με τη δεσποτική εορτή των Χριστουγέννων έχουν ριζώσει με διάφορες τοπικές παραλλαγές στον πυρήνα του εθνικού πολιτισμικού μας κεφαλαίου και αναβιώνουν στο πλαίσιο του αγίου Δωδεκαήμερου.

Ειδικότερα, το στολισμένο και φωταγωγημένο χριστουγεννιάτικο δένδρο, συνήθως ένα φυσικό ή τεχνητό έλατο, έχει μετουσιωθεί σε αναπόσπαστο οπτικό εφέ στο εσωτερικό των σπιτιών, στις αυλές τους ή στις πλατείες πόλεων και χωριών όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ενός μεγάλου μέρους του χριστιανικού κόσμου.

Η συνήθεια να στολίζονται δέντρα ή τμήματά τους εντοπίζεται σε όλες τις θρησκείες της αρχαιότητας, αφού η ανθρώπινη ανάγκη του συμβολισμού των αξιών είναι διαχρονική. Την εποχή εκείνη δέντρα τοποθετούνταν μέσα στα σπίτια και οι άνθρωποι τα διακοσμούσαν, για να εξασφαλίσουν καλή σοδειά τον επόμενο χρόνο.

Στα Σατουρνάλια, για παράδειγμα, που ήταν μία γιορτή προς τιμή του Κρόνου (Saturnus), θεού της γονιμότητας, οι Ρωμαίοι στόλιζαν δέντρα με κεριά και άλλα ποικίλματα, όπως βρώσιμα (καρύδια κλπ). Η Ειρεσιώνη (είρος= έριον, μαλλί), επίσης, στην αρχαία Ελλάδα ήταν κλάδος αγριελιάς στολισμένος με γιρλάντες από μαλλί λευκό και κόκκινο και με τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, κ.λπ.,).

Οι ιδεολογικές και οι ψυχολογικές ρίζες, συνεπώς, της χρήσης του δένδρου ως συμβόλου θρησκευτικού ανάγονται στα παγανιστικά έθιμα του προχριστιανικού κόσμου. Στη χριστιανική θρησκεία σύμφωνα με μία αγγλική παράδοση εισηγητής του δέντρου (έλατου) ως συμβόλου ήταν ο άγιος Βονιφάτιος, Αγγλοσάξονας ιερομόναχος και πρώτος αρχιεπίσκοπος των Γερμανών(8oς αι.).

Την περίοδο εκείνη κήρυττε τον χριστιανισμό στη Φραγκική Αυτοκρατορία. Σύμφωνα με τον μύθο στάλθηκε σε αποστολή στη βορειοδυτική Γερμανία, προκειμένου να εκχριστιανίσει τους κατοίκους. Εκείνοι λάτρευαν την αιωνόβια βελανιδιά, πάνω στην οποία πραγματοποιούσαν θυσίες.

Θέλοντας ο άγιος να σηματοδοτήσει την εκπνοή μιας εποχής, άρχισε να την πριονίζει. Τότε ένας δυνατός άνεμος την ξερίζωσε. Το γεγονός αυτό οι Γερμανοί το θεώρησαν ως θαύμα και ασπάστηκαν ομαδικά τον χριστιανισμό. Στη θέση της βελανιδιάς αργότερα φύτρωσε ένα έλατο, το οποίο οι χριστιανοί θεώρησαν σαν το “δέντρο της ζωής”.

Η επιλογή του έλατου ως συμβόλου υποστηρίζεται ότι έγινε από τον άγιο Βονιφάτιο, για να εξαλείψει την ιερότητα που απέδιδε ο λαός στη δρυ (στην προχριστιανική Αγγλία, όπως και στην υπόλοιπη φραγκική Ευρώπη, οι Δρυίδες στόλιζαν με φρούτα και κεριά βελανιδιές προς τιμή των θεών τους).

Στους Γερμανούς αποδίδεται και η έναρξη της παράδοσης του χριστουγεννιάτικου δέντρου στη σημερινή της μορφή. Στις αρχές του 16ου αιώνα συγκέρασαν δύο έθιμα. Το πρώτο ήταν το “δέντρο του Παραδείσου”, ένα έλατο διακοσμημένο με μήλα, που συμβόλιζε το “Δέντρο της Γνώσης” στον Κήπο της Εδέμ.

Το δεύτερο έθιμο ήταν το “Φως των Χριστουγέννων”, ένα μικρό πλαίσιο πυραμιδοειδούς σχήματος πεποικιλμένο με γυάλινες σφαίρες, χρυσόχαρτο και ένα κερί στην κορυφή, που παρέπεμπε στη γέννηση του Χριστού.

O αείμνηστος καθηγητής της Βυζαντινής Αρχαιολογίας Κώστας Καλοκύρης, όμως, έχει υποστηρίξει ότι το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου έχει ανατολίτικη, βυζαντινή προέλευση, επικαλούμενος στοιχεία από τον εσωτερικό διάκοσμο ορθόδοξων Ναών.

Την άποψή του, πιο συγκεκριμένα, τη θεμελιώνει σε ένα συριακό χειρόγραφο του Βρετανικού Μουσείου. Το κείμενο αναφέρεται σε Ναό πού οικοδόμησε το 512 ο Αναστάσιος ο Α΄ στο Tur Abdyn της βόρειας Συρίας.

Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας πρόσφερε ως αναθήματα και δύο μεγάλα ορειχάλκινα δέντρα διακοσμημένα με διάφορα μεταλλικά αντικείμενα και τοποθετημένα εκατέρωθεν της Ωραίας Πύλης.

Επίσης, ο ερευνητής αναφέρεται και σε δύο έμμετρα κείμενα(πανηγυρικές ωδές) του Παύλου Σιλεντιάριου, ποιητή και αυλικού του Ιουστινιανού (6ος αι.) «Έκφρασις της Αγίας Σοφίας Κων/πόλεως» και Έκφρασις του άμβωνος της Αγίας Σοφίας Κων/πόλεως» όπου περιγράφονται πυρσόμορφα φωταγωγημένα μεταλλικά δένδρα εγκατεστημένα στο επιστύλιο του τέμπλου του περικαλλούς Ναού όμοια με κυπαρίσσια.

Επιπλέον, ο ακαδημαϊκός Φαίδων Κουκουλές σημειώνει ότι τα Χριστούγεννα «κατά διαταγήν του επάρχου της (κάθε) πόλεως, ου μόνον καθαρισμός των οδών εγένετο, αλλά και στολισμός διαφόρων κατά διαστήματα στηνομένων στύλων με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και άνθη εποχής».

Η ανάμνηση αυτού του βυζαντινού χριστουγεννιάτικου στολισμού παρατηρείται στα Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα: «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψηλή μου Δενδρολιβανιά». Το έθιμο αυτό πιθανόν να διαδόθηκε στις δυτικοευρωπαϊκές χριστιανικές χώρες, όπου τα κλαδιά του έλατου, τα οποία μοιάζουν με εκείνα του δενδρολίβανου, ενδεχομένως ν’ αποτέλεσαν το πιο πρόσφορο υποκατάστατό του.

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς οι Έλληνες το λησμόνησαν. Οι Δυτικοί, αντίθετα, εξακολούθησαν να διατηρούν το διακοσμημένο έλατο. Τον 19ο αιώνα το έθιμο μεταφυτεύτηκε από μετανάστες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Για πρώτη φορά στον ελλαδικό χώρο διακοσμήθηκε χριστουγεννιάτικο δέντρο με κεριά, με παιχνίδια και με επιχρυσωμένα κουκουνάρια στα ανάκτορα του Βαυαρού μονάρχη Όθωνα στο Ναύπλιο το 1833 και έπειτα στην Αθήνα, την καινούρια πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους.

Σταδιακά και κυρίως ύστερα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το έθιμο του έλατου με τις πολύχρωμες μπάλες εδραιώνεται στα περισσότερα ελληνικά σπίτια, εκτοπίζοντας πολλές φορές την προϋπάρχουσα ελληνική παράδοση του χριστόξυλου ή δωδεκαμερίτη ή σκαρκάνζαλου.

Πρόκειται για ένα μεγάλο, γερό κούτσουρο από πεύκο, αχλαδιά, αγριοκερασιά ή ελιά κυρίως που οι νοικοκυραίοι τοποθετούν στο τζάκι και καίει ολόκληρο το δωδεκαήμερο, από τα Χριστούγεννα ως τα Φώτα. Κατά τη λαϊκή αντίληψη έτσι ζεσταίνεται ο Χριστός στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ και η στάχτη των ξύλων προφυλάσσει το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.

Στις μέρες μας, πλέον, το χριστουγεννιάτικο έλατο αποτελεί, μαζί με τη διεθνή λαογραφική μορφή του άη-Βασίλη (santa claus), απαραίτητο αξεσουάρ των εορτών. Έχει παγιωθεί ως παγκόσμιο σύμβολο της εορτής της Γεννήσεως του Θεανθρώπου.

Παράλληλα, έχει μετατοπιστεί η προσοχή μας από τον ενσαρκωθέντα Κύριο της Βηθλεέμ στην επιβλητική διακόσμηση του δένδρου και τη φωταγώγησή του, επενδυμένη πολλές φορές και με ειδική, ”ψυχαγωγική” τελετή η οποία ουδεμία σχέση έχει με την ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση.

Έχουμε, με άλλα λόγια, λησμονήσει ότι, αν δεν έχουμε τα Χριστούγεννα μέσα στην ψυχή μας δεν πρόκειται να τα ανακαλύψουμε κάτω από το χριστουγεννιάτικο δένδρο. Το διαδίκτυο κατακλύζεται από ηλεκτρονικές διευθύνσεις με πληροφορίες για αγορά χριστουγεννιάτικου δένδρου, φυσικού ή τεχνητού.

Στις ΗΠΑ, τη μητρόπολη της εμπορευματοποίησης των αξιών, υπάρχουν και αγροκτήματα που καλλιεργούν έλατα προς πώληση κατά την εορταστική περίοδο. Έχει ιδρυθεί ακόμη και ο Εθνικός Οργανισμός Χριστουγεννιάτικου Δέντρου (National Christmas Tree Association) ο οποίος παρέχει πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή και τη διάθεση των δέντρων, τους τύπους έλατου που υπάρχουν στις ΗΠΑ, τον τρόπο με τον οποίο μπορούν τα έλατα να αποβούν ωφέλιμα στο περιβάλλον μετά την εορτή κ.λπ.

Εν κατακλείδι, σύμφωνα με τη διδασκαλία της ορθόδοξης Εκκλησίας το χριστουγεννιάτικο δένδρο, ανεξάρτητα από την ”εθνική του προέλευση”, δεν μπορεί να υποκαταστήσει το ξύλο του Σταυρού, που παραλληλίζεται με το ξύλο του Παραδείσου.

Ο Σταυρός μάς υπενθυμίζει την αδιάπτωτη αγάπη του Θεού. Υπογραμμίζει την αλήθεια ότι ο ενσαρκωθείς Χριστός είναι το ξύλο της ζωής και ότι δε ζούμε, ούτε εκπληρώνουμε τον υπαρξιακό μας σκοπό, αν δε γευθούμε αυτό το ξύλο, “το παρεκτικόν ζωής”, αναβαίνοντας στον ακανθώδη δρόμο της πνευματικής τελειώσεως.

Του Βασιλείου Κουδούνη, Ιστορικός- Φιλόλογος, MEd.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ