Γιατί η απόρριψη μας πονά τόσο πολύ και πώς μπορούμε να τη διαχειριστούμε


Γιατί η απόρριψη μας πονά τόσο πολύ; Αυτή την ερώτηση δεν την κάνουμε μόνο εμείς στον εαυτό μας, αλλά και οι ίδιοι οι επιστήμονες. Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους μπορούμε να νιώσουμε απόρριψη: οι γονείς μας δεν εγκρίνουν τις επιλογές μας, μας στήνουν σε ένα ραντεβού ή τα παιδιά στο σχολείο δεν θέλουν να κάνουν παρέα μαζί μας.

Αλλά μόνο ένα πράγμα μένει κοινό ανεξαρτήτως του είδους της απόρριψης: ο πόνος. Το πρόβλημα για τους επιστήμονες είναι πως η απόρριψη πρέπει να μελετηθεί εν δράσει ώστε να έχουμε μια ακριβή εικόνα του τι πραγματικά συμβαίνει στο σώμα και στο νου μας, όταν βιώνουμε την απόρριψη. Εδώ είναι που έρχεται η περίπτωση της αίθουσας αναμονής ενός πειράματος απόρριψης.

Το πείραμα της απόρριψης
Για να μελετήσουν τις επιδράσεις της απόρριψης, οι ερευνητές αποφάσισαν να τοποθετήσουν μια μπάλα σε ένα τραπέζι μιας αίθουσας αναμονής όπου υπήρχαν τρεις συμμετέχοντες.

Αρχικά, ένας από αυτούς θα σήκωνε τη μπάλα και θα την έδινε στον άλλο που βρισκόταν απέναντί του στην αίθουσα. Στη συνέχεια, εκείνο το άτομο θα προσφερόταν να πετάξει τη μπάλα στο τρίτο άτομο και το τελευταίο θα την έδινε στο πρώτο άτομο ξανά.

Ύστερα, ο κύκλος θα συνεχιζόταν, σωστά; Λάθος, και εδώ είναι που ξεκινά το πείραμα. Το πρώτο άτομο θα την έδινε στο δεύτερο όπως στην προηγούμενη ακολουθία. Όμως, το δεύτερο άτομο θα την ξαναέδινε στο πρώτο αγνοώντας το τρίτο.

Όπως θα αποδειχθεί μετά, το πρώτο και το δεύτερο άτομα ήταν κρυφοί ερευνητικοί βοηθοί και μόνο ο τρίτος ήταν πραγματικά συμμετέχοντας. Οι ερευνητές φυσικά μετά θα εξέταζαν τις απαντήσεις των συμμετεχόντων που είχαν βιώσει απόρριψη.

Οι περισσότεροι θα σκεφτούν «Δύο ξένοι σε μια αίθουσα αναμονής δεν μου έδωσαν την μπάλα». Όμως, αν και μας φαίνεται μικρό, ασήμαντο περιστατικό, δεν είναι. Οι περισσότεροι αναφέρουν σημαντικό συναισθηματικό πόνο.

Τα αποτελέσματα του πειράματος
Μετά το πέρας της αρχικής άσκησης, οι ερευνητές ενημέρωσαν τους συμμετέχοντες. Όμως, η απάντησή τους έμεινε απαράλλαχτη. Ανέφεραν και πάλι πως ένιωθαν πληγωμένοι ακόμα κι όταν κατάλαβαν ότι ήταν σκηνοθετημένο. Τι συμβαίνει ακριβώς στο νου μας όταν λοιπόν βιώνουμε απόρριψη; Και γιατί είναι τόσο ισχυρός ο πόνος ακόμα κι όταν μας λένε ότι είναι σκηνοθετημένη;

Οι ερευνητές αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν την μαγνητική τομογραφία για να βρουν τι συνέβαινε στον εγκέφαλο των συμμετεχόντων που ένιωθαν απόρριψη. Παρατήρησαν ότι τα νευρωνικά μονοπάτια που ενεργοποιούνται στον συναισθηματικό πόνο, ενεργοποιούνται και στον σωματικό.

Οι ερευνητές στη συνέχεια έτρεξαν και πάλι το πείραμα, αλλά έδωσαν παρακεταμόλη στους συμμετέχοντες. Το αξιοσημείωτο είναι πως όσοι έλαβαν παρακεταμόλη ένιωθαν λιγότερο συναισθηματικό πόνο από το πείραμα.

Το ερώτημα παραμένει όμως: γιατί ακριβώς είμαστε προγραμματισμένοι να βιώνουμε τόσο βαριά την απόρριψη; Λόγω του εξελικτικού παρελθόντος, απαντούν ορισμένοι επιστήμονες.

Μεγαλώσουμε σε φυλές και δεν μπορούσαμε να επιβιώσουμε μακριά από αυτές. Αν εξοστρακιζόμασταν από τη φυλή, αυτό θα σήμαινε βέβαιο θάνατο. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε προγραμματισμένοι να ανταποκρινόμαστε στην απόρριψη σαν να ήταν απειλή κατά της ζωής μας.

Σήμερα, δεν ζούμε σε μικρές φυλές, αλλά σε τεράστιους πληθυσμούς όπου η πιθανότητα απόρριψης είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με το παρελθόν. Αυτό κάνει τη ζωή μας ιδιαίτερα δύσκολη.

Πώς να ανταποκριθούμε στην απόρριψη
Τι κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι όταν έρχονται αντιμέτωποι με την απόρριψη; Το μέσο άτομο τυπικά βυθίζεται σε κάποια μορφή τοξικού περισπασμού, είτε μέσω του αλκοόλ, είτε μέσω της υπερκατανάλωσης φαγητού.

Όμως, αυτές οι απαντήσεις δεν κάνουν τίποτα παρά να προσφέρουν μια προσωρινή λύση. Τι θα μπορούσαμε λοιπόν να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την απόρριψη;

Οι ειδικοί αναφέρουν ότι υπάρχουν πολλαπλές «πληγές» που χρειάζεται να αντιμετωπιστούν και συνδέονται άμεσα με το πώς ανταποκρινόμαστε στην απόρριψη. Η πιο σημαντική είναι η έλλειψη αυταξίας.

Γι’ αυτό, χρειάζεται να δοκιμάσουμε τις θετικές επιβεβαιώσεις. Όμως, σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να μην λειτουργήσουν, αν έχουμε ήδη πολύ διαστρεβλωμένη άποψη για τον εαυτό μας. Για παράδειγμα, αν επαναλαμβάνετε ότι είστε «τέλειοι μαθητές», αλλά νιώθετε ότι όλοι γύρω σας στην αίθουσα σας θεωρούν ανεπαρκείς, τότε ουσιαστικά δεν θα υπάρχει αποτέλεσμα.

Γι’ αυτό, εξασκηθείτε καλύτερα σε μια απλή άσκηση αυτο–επιβεβαίωσης. Οι αυτο-επιβεβαιώσεις σχετίζονται με τις ποιότητες και ιδιότητες που ήδη γνωρίζουμε ότι έχουμε. Η ιδέα είναι ότι παραμένοντας στο ήδη δοσμένο σύστημα πεποιθήσεων, ενδυναμώνουμε τον εαυτό μας με τα εργαλεία που ήδη διαθέτουμε, αντί να πιεζόμαστε να αποκτήσουμε σε εκείνη τη δύσκολη περίοδο κι άλλα.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ