Η συμμετοχή του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γνωστό ως «Συμβούλιο Gymnich», έχει ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις προσπάθειες για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό. Η σύμπραξη της Ελλάδας και της Κύπρου με την ΕΕ στοχεύει στην επανεκκίνηση των συνομιλιών, ενώ η στάση της Τουρκίας παραμένει σκληρή, με στόχο την αποσύνδεση του Κυπριακού από τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Οι πολιτικές ζυμώσεις και οι διαπραγματεύσεις που λαμβάνουν χώρα αναμένεται να επηρεάσουν καθοριστικά τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, καθώς και τις συνομιλίες για το Κυπριακό.
Η συμμετοχή του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έρχεται σε μια κρίσιμη περίοδο για τις ευρωτουρκικές σχέσεις, καθώς και για την προσπάθεια επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Το Συμβούλιο Gymnich, που πραγματοποιείται δύο φορές τον χρόνο στη χώρα που προεδρεύει της ΕΕ, αποτελεί ένα σημαντικό φόρουμ για την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, χωρίς ωστόσο την υιοθέτηση επίσημων αποφάσεων.
Η αρχική πρόσκληση προς τον Χακάν Φιντάν έγινε πριν από έξι μήνες, αλλά τότε ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Κόμπος, έθεσε βέτο λόγω της άρνησης της Τουρκίας να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία και της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής στο νησί. Η αναβίωση αυτής της πρόσκλησης, παρά τις συνεχιζόμενες διαφορές, δείχνει μια μετατόπιση στη στάση της Κύπρου, πιθανώς λόγω των διεθνών πιέσεων και της επιθυμίας για επανέναρξη των συνομιλιών.
Η Λευκωσία φαίνεται να έλαβε υπόψη της τις ευρωπαϊκές πιέσεις και τις συνομιλίες με την ελληνική κυβέρνηση, καθώς και τις προετοιμασίες για την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Η συνάντηση αυτή αναμένεται να γίνει στις 23 Σεπτεμβρίου, και η Αθήνα προσβλέπει στη δημιουργία ενός κλίματος που θα ευνοήσει την επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι υπήρξαν τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ του Προέδρου της Κύπρου, Νίκου Χριστοδουλίδη, και της ηγεσίας της ΕΕ, ενώ η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε επίσης στη συμμετοχή του Φιντάν στο Συμβούλιο Gymnich. Οι προσπάθειες αυτές αποσκοπούν στο να παραμείνουν συνδεδεμένες οι ευρωτουρκικές σχέσεις με το Κυπριακό, ενώ η Άγκυρα επιχειρεί να τις αποσυνδέσει, υποστηρίζοντας ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την ΕΕ δεν πρέπει να επηρεάζονται από το Κυπριακό.
Η αποσύνδεση αυτή θεωρείται δύσκολη έως και αδύνατη, καθώς η Κύπρος και η Ελλάδα υπογραμμίζουν ότι η λύση του Κυπριακού αποτελεί κεντρικό στοιχείο για την πρόοδο των ευρωτουρκικών σχέσεων. Τα πρόσφατα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπενθυμίζουν τη δέσμευση της ΕΕ για την προώθηση των συνομιλιών για το Κυπριακό, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, και τη συμμόρφωση με τις αρχές και το κεκτημένο της ΕΕ.
Η Αθήνα και η Λευκωσία ελπίζουν επίσης σε μια πολυσυζητημένη τριμερή συνάντηση μεταξύ του Προέδρου της Κύπρου, Νίκου Χριστοδουλίδη, του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, Ερσίν Τατάρ, και της ειδικής απεσταλμένης του ΓΓ του ΟΗΕ, Μαρίας-Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ. Ωστόσο, η συμμετοχή του Τατάρ παραμένει αβέβαιη, καθώς οι προτάσεις για δύο κράτη ή για ισότιμη κυριαρχία παραμένουν ακατάπαυστες από την τουρκική πλευρά.
Η διεξαγωγή του Συμβουλίου στις Βρυξέλλες, αντί της Ουγγαρίας, όπως αρχικά είχε προγραμματιστεί, αποτελεί επίσης σημείο ενδιαφέροντος. Η μετακίνηση αυτή συνδέεται με την έντονη δυσαρέσκεια της ΕΕ προς τον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν, λόγω των πρόσφατων φιλορωσικών και φιλοκινεζικών του θέσεων.
Η ατζέντα του Συμβουλίου περιλαμβάνει θέματα που δεν θα συμμετάσχει ο Φιντάν, όπως η κατάσταση στη Ρωσία και την Ουκρανία, το ζήτημα της Βενεζουέλας, καθώς και οι ανθρωπιστικές κρίσεις στη Γάζα και τη Μέση Ανατολή. Το άτυπο Συμβούλιο προσφέρει μια πλατφόρμα για τη συζήτηση των πιο κρίσιμων διεθνών ζητημάτων, και η συμμετοχή του Φιντάν θα προσδώσει μια ιδιαίτερη δυναμική στις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Με τις συνομιλίες για το Κυπριακό να βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σημείο, οι επερχόμενες συναντήσεις και διαπραγματεύσεις αναμένεται να καθορίσουν το μέλλον της διαπραγματευτικής διαδικασίας, καθώς και τη δυναμική των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας.