Ο Μισέλ Μπαρνιέ, ο πιο βραχύβιος πρωθυπουργός της πέμπτης γαλλικής δημοκρατίας, θα υποβάλλει σήμερα την παραίτησή του, μετά την πτώση της κυβέρνησής του. Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης μπαίνει σε μία παρατεταμένη περίοδο πολιτικοοικονομικής αστάθειας
Λίγο πριν την εκπνοή του 2024, η Γαλλία η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, βιώνει μία πρωτοφανή πολιτικοοικονομική κρίση που απειλεί να συμπαρασύρει την ευρωζώνη. Ο Γάλλος πρωθυπουργός, Μισέλ Μπαρνιέ, αναμένεται να παραιτηθεί σήμερα (5/12), μια ημέρα αφότου η κυβέρνησή του έγινε η πρώτη που ανατράπηκε με ψήφο δυσπιστίας εδώ και περισσότερα από 60 χρόνια και μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, αποχώρηση ρεκόρ.
Ο Μπαρνιέ πρόκειται να παρουσιάσει στον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν την παραίτηση της κυβέρνησής του το πρωί της Πέμπτης. Ο πρόεδρος θα απευθυνθεί στο έθνος το απόγευμα της Πέμπτης, ανέφερε το μέγαρο των Ηλυσίων. «Μπορώ να σας πω ότι θα παραμείνει τιμή για μένα που υπηρέτησα τη Γαλλία και τους Γάλλους με αξιοπρέπεια», είπε ο Μπαρνιέ στην τελευταία του ομιλία πριν από την ψηφοφορία. «Αυτή η πρόταση μομφής… θα κάνει τα πάντα πιο σοβαρά και πιο δύσκολα. Για αυτό είμαι σίγουρος».
Η έξωση του Μπαρνιέ έρχεται μετά τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές αυτό το καλοκαίρι, οι οποίες κατέληξαν σε ένα μετέωρο κοινοβούλιο χωρίς κόμμα να έχει την πλειοψηφία. Ο Μακρόν έχει τώρα το δύσκολο καθήκον να επιλέξει έναν βιώσιμο διάδοχο, δύο και πλέον χρόνια από τη λήξη της προεδρικής του θητείας, με ορισμένους –αν και όχι όλους– αντιπάλους να τον καλούν να παραιτηθεί.
Το κατακερματισμένο κοινοβούλιο θα παραμείνει αμετάβλητο καθώς δεν μπορούν να διεξαχθούν νέες βουλευτικές εκλογές τουλάχιστον μέχρι τον Ιούλιο. Η πρόταση μομφής, που εισήγαγε η ριζοσπαστική αριστερά στην Εθνοσυνέλευση, ήρθε εν μέσω αντιπαράθεσης σχετικά με τον προϋπολογισμό λιτότητας του επόμενου έτους, αφού ο πρωθυπουργός προώθησε τη Δευτέρα ένα νομοσχέδιο για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης χωρίς ψηφοφορία.
Με την κρίσιμη υποστήριξη του υπερσυντηρητικού «Εθνικού Συναγερμού» της Μαρίν Λεπέν, η πλειοψηφία των 331 βουλευτών στο κοινοβούλιο των 577 μελών ψήφισε την ανατροπή της κυβέρνησης. Μιλώντας στο δίκτυο TF1 μετά την ψηφοφορία, η αρχηγός του κόμματος, Μαρίν Λεπέν, είπε ότι «είχαμε να κάνουμε μια επιλογή και η επιλογή μας είναι να προστατεύσουμε τους Γάλλους» από έναν «τοξικό» προϋπολογισμό. Η Λεπέν κατηγόρησε επίσης τον Μακρόν ότι είναι «σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για την τρέχουσα κατάσταση», προσθέτοντας ότι «η πίεση στον πρόεδρο της Δημοκρατίας θα γίνεται όλο και πιο δυνατή».
Ήταν η πρώτη επιτυχημένη ψηφοφορία δυσπιστίας μετά την ήττα της κυβέρνησης του Ζωρζ Πομπιντού το 1962, όταν ο Σαρλ ντε Γκωλ ήταν πρόεδρος.
Ο Μακρόν επέστρεψε στο Παρίσι λίγο πριν από την ψηφοφορία μετά την ολοκλήρωση μιας τριήμερης κρατικής επίσκεψης στη Σαουδική Αραβία, έναν κόσμο μακριά από την εσωτερική κρίση. Έκανε μια βόλτα νωρίτερα την Τετάρτη στην όαση της ερήμου Al-Ula, θαυμάζοντας αρχαία ορόσημα. Αφού προσγειώθηκε στο Παρίσι, κατευθύνθηκε απευθείας στο παλάτι των Ηλυσίων.
«Τώρα καλούμε τον Μακρόν να φύγει», είπε στους δημοσιογράφους η Ματίλντ Πανό, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής παράταξης του ακροαριστερού κόμματος Ανυπότακτη Γαλλία (LFI), προτρέποντας σε «πρόωρες προεδρικές εκλογές» να λυθεί η ολοένα και βαθύτερη πολιτική κρίση.
Φροντίζοντας να μην πανηγυρίσει για την πτώση της κυβέρνησης, η Λεπέν είπε σε τηλεοπτική συνέντευξη ότι το κόμμα της –μετά τον διορισμό νέου πρωθυπουργού– «θα τους άφηνε να δουλέψουν» και θα βοηθούσε στη δημιουργία ενός «προϋπολογισμού που είναι αποδεκτός για όλους». Στο κύριο άρθρο της η εφημερίδα Monde είπε ότι η Λεπέν είχε διακινδυνεύσει να αναστατώσει τους δικούς της υποστηρικτές, όπως συνταξιούχους και ηγέτες επιχειρήσεων, ανατρέποντας την κυβέρνηση.
«Σε διάστημα λίγων λεπτών, διέλυσε τη στρατηγική ομαλοποίησης που ακολουθούσε με συνέπεια», ανέφερε η εφημερίδα. Ο Λοράν Βοκιέζ, επικεφαλής των δεξιών βουλευτών στο κοινοβούλιο, είπε ότι η ακροδεξιά και η σκληρή αριστερά φέρουν την ευθύνη για μια πρόταση μομφής που θα «βυθίσει τη χώρα σε αστάθεια».
Οι υποψήφιοι για τη θέση του πρωθυπουργού είναι λίγοι, αλλά ο πιστός υπουργός Άμυνας Σεμπαστιέν Λεκόρνου και ο κεντρώος σύμμαχος του Μακρόν Φρανσουά Μπαϊρού είναι πιθανοί υποψήφιοι. Στα αριστερά, ο Μακρόν θα μπορούσε να στραφεί στον πρώην σοσιαλιστή πρωθυπουργό και υπουργό Εσωτερικών Μπερνάρ Καζνέβ, που ήταν συνυποψήφιος με τον Μπαρνιε τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Ο Μπαρνιέ ήταν ο πέμπτος πρωθυπουργός από τότε που ο Μακρόν ανέλαβε την εξουσία το 2017, με τον καθένα να υπηρετεί μια διαδοχικά μικρότερη περίοδο. Δεδομένης της αναταραχής, ο νέος υποψήφιος κινδυνεύει με ακόμη μικρότερη θητεία από τον Μπαρνιέ του οποίου η θητεία ήταν η συντομότερη από οποιαδήποτε άλλη διοίκηση από την έναρξη της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958.
Ο Μακρόν μπορεί να διορίσει γρήγορα τον νέο πρωθυπουργό, ανέφεραν στο Γαλλικό Πρακτορείο αρκετές πηγές. Πηγή κοντά στον Μακρόν είπε ότι ο πρόεδρος, ο οποίος έχει πάρει χρόνο με τους διορισμούς στο παρελθόν, δεν είχε «άλλη επιλογή» από το να το κάνει εντός 24 ωρών. Ο Μακρόν απέρριψε τις εκκλήσεις για παραίτηση.
Με τις αγορές να είναι νευρικές και τη Γαλλία να προετοιμάζεται για απεργίες του δημόσιου τομέα ενάντια στην απειλή περικοπών, ενέργειες που θα κλείσουν τα σχολεία και θα πλήξουν την αεροπορική και σιδηροδρομική κυκλοφορία, υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση κρίσης.
Τα συνδικάτα κάλεσαν τους δημόσιους υπαλλήλους, συμπεριλαμβανομένων των δασκάλων και των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, να απεργήσουν την Πέμπτη για ξεχωριστά μέτρα μείωσης του κόστους. «Η αποτυχία του» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της αριστερής καθημερινής Liberation, με μια φωτογραφία του Μακρόν, του οποίου η θητεία διαρκεί μέχρι το 2027.
Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος πρόκειται να φιλοξενήσει μια μεγάλη διεθνή εκδήλωση το Σάββατο με την επαναλειτουργία του καθεδρικού ναού της Παναγίας των Παρισίων μετά την πυρκαγιά του 2019, με καλεσμένους όπως ο Ντόναλντ Τραμπ που θα κάνει το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό μετά την επανεκλογή του.
Γαλλία, ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης
Μετά τις καταιγιστικές εξελίξεις στη Γαλλία, ποιο είναι το χειρότερο σενάριο για την ευρωζώνη; Μία χρηματοοικονομική καταιγίδα, με τους επενδυτές να πουλούν γαλλικά κρατικά ομόλογα και μία δραματική αύξηση του κόστους δανεισμού. Αυτό θα συνέβαινε πρώτη φορά στη Γαλλία, η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό απρόσβλητη από την κρίση της περασμένης δεκαετίας. Σε αντίθεση με τότε όμως η ΕΚΤ δεν αγοράζει πλέον ομόλογα των προβληματικών χωρών για να μειώσει το κόστος δανεισμού τους.
Μέχρι τα μέσα της χρονιάς, τα γαλλικά ομόλογα θεωρούνταν γενικά ως υποκατάστατο των γερμανικών ομολόγων, το ασφαλέστερο περιουσιακό στοιχείο της ευρωζώνης. Σε μία αιφνιδιαστική απόφαση όμως τον Ιούνιο, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές, οδηγώντας τη χώρα σε πολιτική κρίση, καθώς κανένα κόμμα δεν κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία.Καθώς η πολιτική κρίση στο Παρίσι παρατείνεται, το ερώτημα στο μυαλό όλων -αδιανόητο πριν από ένα χρόνο- είναι αν η Γαλλία θα έχει σύντομα υψηλότερο κόστος δανεισμού από την Ιταλία, τη χώρα πρότυπο δημοσιονομικής σπατάλης της περιοχής.
Η πολιτική αναταραχή εμπόδισε τις προσπάθειες μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος που έχει διογκωθεί στο αναμενόμενο 6,1% του ΑΕΠ φέτος. Η απόδοση του γαλλικού ομολόγου αυξήθηκε την περασμένη εβδομάδα στο 3%, υψηλότερα από τις αποδόσεις της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας. Αν και αυτό είναι μία ιστορία της παρακμής της Γαλλίας, αντικατοπτρίζει επίσης την ώθηση των παραπάνω χωρών να μειώσουν τους τεράστιους σωρούς χρέους που κάποτε έθεταν σε κίνδυνο την ακεραιότητα της ευρωζώνης.
Αλλά η σύγκριση με την Ιταλία, την μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία, θα ήταν το πιο συμβολικό ορόσημο μέχρι σήμερα. Για χρόνια, τα ιταλικά κρατικά ομόλογα, ήταν τα πιο ευμετάβλητα ομόλογα της περιοχής καθώς η Ρώμη περνούσε από τη μια πολιτική κρίση στην άλλη, εξοργίζοντας τους επενδυτές και καθιστώντας δυσκολότερο να χαλιναγωγήσουν ένα χρέος που ισοδυναμούσε με περίπου 140% του ΑΕΠ.
«Θα ήταν μια πολύ σημαντική αλλαγή», δήλωσε η Εβελίν Γκόμεζ-Λιέστι αναλύτρια της Mizuho International Plc. «Η Ιταλία έχει μεγαλύτερη αγορά χρέους έναντι της Ισπανίας και άλλων περιφερειακών, επομένως από αυτή την άποψη είναι πιο συγκρίσιμη». Οι επενδυτές αναζητούν άλλες χώρες για να αγοράσουν – και η Ιταλία είναι «πολύ ρευστή και οι αποδόσεις all-in είναι ελκυστικές», πρόσθεσε. Ήδη τα έντοκα γραμμάτια του γαλλικού δημοσίου διάρκειας τριών μηνών είναι πάνω από αυτά της Ιταλίας.
Ενώ η Ιταλία αντιμετωπίζει μεγάλες οικονομικές προκλήσεις, η σταθερότητα του συνασπισμού της πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι έχει φέρει μια περίοδο σχετικής ηρεμίας στην αγορά χρέους της χώρας. Το premium απόδοσης έναντι της Γερμανίας είναι περίπου 120 μονάδες βάσης, κοντά στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριών ετών.
Η πορεία της πιστοληπτικής ικανότητας των δύο χωρών επιβεβαιώνει τις αντικρουόμενες προοπτικές. Ενώ η Γαλλία διατηρεί τη διπλή αξιολόγηση Α και από τους τρεις μεγάλους οίκους, έχει υποβαθμιστεί δύο φορές από τις αρχές του 2023. Η Ιταλία, με τριπλή βαθμολογία Β, βρίσκεται σε θετική τροχιά αξιολόγησης από τον Fitch. Προς το παρόν, οι επενδυτές ετοιμάζονται για πολλά περισσότερα πολιτικά πυροτεχνήματα, πιθανώς μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, όταν θα μπορούν να προκηρυχθούν για πρώτη φορά νέες βουλευτικές εκλογές.
«Πιστεύω ότι αναπόφευκτα θα κινηθεί κανείς προς τα ιταλικά επιτόκια μέχρι να βρεθεί μια πολιτική λύση, αλλά δεν υπάρχουν ορατές λύσεις τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο», δήλωσε ο Πιέρ Ιβ Γκοτιέ, πρόεδρος της AlphaValue SAS.

