Δίκη δολοφονίας Ζαφειρόπουλου: Καρέ καρέ η ανατριχιαστική περιγραφή για το αποτρόπαιο έγκλημα


Λεπτό προς λεπτό περιέγραψε ο συνεργάτης του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου τη μοιραία συνάντηση με τους δυο δράστες της δολοφονίας του άτυχου ποινικολόγου

Ο δικηγόρος, ο οποίος είναι και ο βασικός μάρτυρας της δίκης, καθώς ήταν παρών στη συνάντηση κατά την οποία οι δυο Αλβανοί σκότωσαν τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο, σκιαγράφησε όλα όσα έγιναν το απόγευμα της 12ης Οκτωβρίου 2017.

Ο μάρτυρας ανέφερε στην κατάθεση του πως οι δύο δράστες είχαν τηλεφωνήσει το πρωί της δολοφονίας στον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο ζητώντας του ραντεβού για υπόθεση ληστείας. Ο γνωστός ποινικολόγος ζήτησε από τον συνεργάτη του να είναι παρών στο ραντεβού το οποίο κλείστηκε για τις 18.30 το απόγευμα της ίδιας ημέρας. «Περίπου στις 18.35 χτύπησε το κουδούνι και ήρθαν οι δύο άνθρωποι που είχαν ζητήσει το ραντεβού. Αρχικά καθίσαμε στην αίθουσα συσκέψεων.

Είπαν ότι πρόκειται για μία οικογενειακή υπόθεση και ότι ο αδελφός τους κρατείται στη ΓΑΔΑ. Αποδείχθηκε εκ των υστέρων ότι επρόκειτο για φανταστική ιστορία. Μιλούσαν σπαστά ελληνικά και είπαν ότι έμεναν στο Μενίδι. Με αυτά που έλεγαν καταλάβαινες ότι δεν έδιναν σαφείς απαντήσεις για την υπόθεση. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Μιχ. Ζαφειρόπουλο που τους είπε “εδώ είμαστε σοβαρό γραφείο, αν δεν πείτε λεπτομέρειες δεν μπορούμε να αναλάβουμε την υπόθεση”. Εκείνοι τον πίεζαν να αναλάβει και τον ρωτούσαν πόσα λεφτά θέλει».

Λίγο αργότερα, ο δράστης που φυγοδικεί (Αλεξάντερ Ματα), πρότεινε στον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο να του δώσουν προκαταβολή για να αναλάβει την υπόθεση. «Ρώτησε που είναι η τουαλέτα και στη συνέχεια κατέβηκε να πάει στο αυτοκίνητο να πάρει τα λεφτά για την προκαταβολή. Μετά επέστρεψε, ζήτησε να πάει και πάλι τουαλέτα και στη συνέχεια όταν μπήκε ξανά στο χώρο έβγαλαν και οι δύο τα όπλα. Φόρεσαν και γάντια και σημάδευαν τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο και εμένα. Είπαν ότι έχουν έρθει από την Κύπρο για την υπόθεση του Αρ. Φλώρου. “Πρέπει να του πεις να μοιράσουμε τα λεφτά από την Κύπρο” είπαν στον Μιχ. Ζαφειρόπουλο κι εκείνος τους απάντησε “εμείς είμαστε δικηγόροι, δεν ξέρω τι μου λέτε”.

Έπεισα απαιτούσαν να μάθουν που μένει ο Αρης Φλωρος, με τον Μιχάλη Ζαφειροπουλο να τους παραδίδει ένα κλητήριο θέσπισμα το οποίο είχε πάνω τη διεύθυνση. «Ήταν η μόνη στιγμή που ο Μιχάλης Ζαφειρόπουλος κάθισε για να βρει το έγγραφο. Την ώρα που πηγαίναμε στο γραφείο του, ο Μάτα είπε στον Ζαφειρόπουλο “να τον προσέχεις” εννοώντας τον Ιμπραχήμ. Ήμασταν και οι δύο όρθιοι. Του ζήτησαν τα έγγραφα της δικογραφίας Φλώρου και τους υπέδειξε που είναι. Με ήρεμο ύφος ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος τους είπε “πάρτε ό, τι θέλετε!”. Μετά ο Μάτα βγήκε και πάλι από το γραφείο και μείναμε οι τρεις μας».

Στη συνέχεια, οπως περιέγραψε ο μάρτυρας, ο Μπραχιμάι (σς: κάθεται στο εδωλιο ως φυσικός αυτουργός, ενώ πρόσφατα δολοφόνησε τον συγκατηγορούμενό του Αρμπερ Μπακο εντός των φυλακών), ζήτησε όσα χρήματα είχαν πάνω τους. «Έβγαλε ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος ένα σεβαστό ποσό, δεν ξέρω πόσα ακριβώς και εγώ 70 ευρώ και του τα δώσαμε. Όταν ξαναμπήκε ο Μάτα ρώτησε τον Μιχ. Ζαφειρόπουλο εάν έχει όπλο, εάν έχει μπουτόν και που είναι οι κάμερες. Ρώτησε και εάν υπάρχει χρηματοκιβώτιο. Για μία ακόμα φορά τους απάντησε “εδώ είμαστε δικηγόροι, πάρτε ό, τι θέλετε!. Τότε, στο όπλο του Ιμπραχίμ βιδώθηκε ένας σιγαστήρας. Ζήτησε και ο Μάτα τα κινητά μας τηλέφωνα» ανέφερε ο μάρτυρας.

Αυτα ήταν τα τελευταία λεπτά που είδε ζωντανό τον ποινικολόγο, αφού ο ένας εκ των δραστών τον πήγε αρχικά στην αίθουσα συσκέψεων και στη συνέχεια σε άλλο χώρο, γραφείο επίσης.

«Όταν ήμασταν στον προθάλαμο είπε ο Μάτα στον Ιμπραχίμ “ρίξτου μία στο πόδι”. Όταν ήμασταν μόνοι με Μάτα του είπα “τι σας έχει κάνει, δικηγόρος είναι τη δουλειά του, κάνει” και μου απάντησε “πρέπει να φύγει το μήνυμα”. Μου είπε “δε θα σου κάνουμε κάτι”. Θα βγεις μόλις φύγουμε από το το γραφείο.

Κάτι απυήθυνε στα Αλβανικά και πριν κλείσει την πόρτα άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έφυγαν. Φώναξα στο Μιχ. Ζαφειρόπουλο “είστε καλά;”. Μπήκα στο γραφείο, ήταν όρθιος, είχε μία μεγάλη κυλίδα αίμα στο πουκάμισο. Η τελευταία λέξη που μου είπε ήταν “με σκοτώσανε”. Είχε χλωμιάσει, δεν μπορούσε να μιλήσει, έτρεμε από τον φόβο του. Του είπα να καθίσει στο γραφείο. Άρχισα να παίρνω τηλέφωνο να έρθει βοήθεια. Βγήκα έξω και κατέβηκα κάτω να φωνάξω βοήθεια. Βρήκα μία γιατρό, ανεβήκαμε πάνω αλλά δυστυχώς εκείνη την ώρα είχε καταλήξει» περιέγραψε ο μάρτυρας.

Η δίκη συνεχίζεται στις 5 Απριλίου 2019.

Διαβάστε περισσότερα για τα Σώματα Ασφαλείας στο www.policenews.eu


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ