Η άνοια, μια ασθένεια που απειλεί ολοένα και περισσότερο τον παγκόσμιο πληθυσμό λόγω της γήρανσης, κοστίζει περισσότερα από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια ετησίως. Ενώ οι πρόσφατες θεραπείες έχουν σημειώσει πρόοδο, οι επιστήμονες αναζητούν εναλλακτικές λύσεις που μπορούν να επιταχύνουν τη διαδικασία αντιμετώπισης της ασθένειας. Σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Alzheimer’s and Dementia: Translational Research & Clinical Interventions, φάρμακα όπως αντιβιοτικά, εμβόλια, αντι-ιικά και αντιφλεγμονώδη ενδέχεται να έχουν προστατευτική δράση κατά της άνοιας.
Η μελέτη, που βασίστηκε σε ανάλυση δεδομένων από 130 εκατομμύρια άτομα, έδειξε ότι ήδη εγκεκριμένα φάρμακα μπορούν να αξιοποιηθούν για νέες χρήσεις. Τα φάρμακα αυτά έχουν αποδείξει την ασφάλειά τους και μπορούν να προωθηθούν σε κλινικές δοκιμές με στόχο την πρόληψη ή την επιβράδυνση της εξέλιξης της άνοιας.
«Χρειαζόμαστε επειγόντως νέες θεραπείες», δηλώνει ο επικεφαλής της μελέτης, δρ Μπεν Άντεργουντ από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. «Αξιοποιώντας ήδη υπάρχοντα φάρμακα, μπορούμε να μειώσουμε το χρόνο και το κόστος για την ανάπτυξη νέων θεραπειών».
Αναπάντεχα ευρήματα: Ο ρόλος των αντιβιοτικών, των εμβολίων και των αντιφλεγμονωδών
Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της μελέτης ήταν η σύνδεση αντιβιοτικών, αντι-ιικών φαρμάκων και εμβολίων με τη μείωση του κινδύνου για άνοια. Η ανακάλυψη αυτή ενισχύει την υπόθεση ότι οι λοιμώξεις, βακτηριακές ή ιογενείς, μπορεί να συνδέονται με την έναρξη κοινών μορφών άνοιας.
Επιπλέον, αντιφλεγμονώδη φάρμακα όπως η ιβουπροφαίνη φάνηκε να λειτουργούν προστατευτικά. «Η φλεγμονή παίζει καθοριστικό ρόλο σε πολλές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένης της άνοιας», επισημαίνουν οι ερευνητές.
Αντικρουόμενα αποτελέσματα και οι προκλήσεις της έρευνας
Παρά τις σημαντικές ανακαλύψεις, εντοπίστηκαν αντικρουόμενα στοιχεία για ορισμένες κατηγορίες φαρμάκων. Για παράδειγμα, κάποια αντιυπερτασικά και φάρμακα για τον διαβήτη φάνηκε να έχουν τόσο θετικές όσο και αρνητικές επιδράσεις. Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται σε διαφοροποιήσεις στον σχεδιασμό των μελετών και στη φύση των φαρμάκων.
Η Δρ. Ιλιάνα Λουρίδα από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ τονίζει: «Είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε ότι η συσχέτιση ενός φαρμάκου με την άνοια δεν συνεπάγεται αιτιώδη σχέση. Πρέπει να συνεχίσουμε να διερευνούμε τα μονοπάτια που ακολουθεί κάθε φάρμακο».
Επιταχύνοντας την εύρεση θεραπειών για την άνοια
Η αξιοποίηση δεδομένων υγείας από τεράστιες βάσεις πληροφοριών δίνει τη δυνατότητα για στοχευμένες μελέτες που εντοπίζουν τις πιο ελπιδοφόρες επιλογές. «Ευελπιστούμε ότι η προσέγγισή μας θα φέρει νέες θεραπείες γρηγορότερα στους ασθενείς που τις έχουν ανάγκη», καταλήγει ο Δρ. Άντεργουντ.
Συμπέρασμα: Ενώ οι προκλήσεις παραμένουν, η δυνατότητα αξιοποίησης ήδη υπαρχόντων φαρμάκων ανοίγει τον δρόμο για ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της άνοιας, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως.