Το συνταξιοδοτικό σύστημα συνεχίζει να παρουσιάζει έντονες ανισότητες, ενθαρρύνοντας την απασχόληση ακόμα και σε συνταξιούχους με υψηλές αποδοχές, όπως και σε αναπήρους ή χαμηλοσυνταξιούχους, χωρίς όμως να δείχνει την ίδια φροντίδα για τις χήρες και τα ορφανά τέκνα.
Ευνοημένοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες
Εδώ και περίπου 18 μήνες, η ποινή 30% που επιβαλλόταν στη σύνταξη των απασχολούμενων συνταξιούχων καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από μια εισφορά:
-
10% επί του εισοδήματος από εργασία για μισθωτούς
-
ή 50% επιπλέον στις ασφαλιστικές εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες
Ωστόσο, δημιουργούνται νέες αδικίες:
Οι μισθωτοί συνταξιούχοι πληρώνουν περισσότερο φόρο λόγω των αυξημένων εισοδημάτων, ενώ οι συνταξιούχοι ελεύθεροι επαγγελματίες εμφανίζονται πιο ευνοημένοι. Με τις συντάξεις τους να καλύπτουν τις αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης (τεκμήρια), μπορούν να δηλώνουν μηδενικά ή ελάχιστα κέρδη από το επάγγελμα, αποφεύγοντας έτσι επιπλέον φορολογικές επιβαρύνσεις.
Οι χήρες και τα ορφανά σε δεύτερη μοίρα
Στον αντίποδα, οι δικαιούχοι σύνταξης λόγω θανάτου (χήρες και ορφανά) βρίσκονται αντιμέτωποι με σοβαρές περικοπές.
Συγκεκριμένα:
-
Η σύνταξη λόγω θανάτου μειώνεται στο 35% μετά την τριετία, εφόσον ο δικαιούχος εργάζεται ή λαμβάνει άλλη σύνταξη.
-
Για παλαιές συντάξεις (προ του 2016), ο υπολογισμός γίνεται με τους δυσμενέστερους όρους του νόμου 4387/2016, χωρίς να διατηρείται η προσωπική διαφορά.
-
Δεν υπάρχει ελάχιστο όριο για τη σύνταξη χηρείας όταν αυτή επιμερίζεται ανάμεσα σε χήρες/χήρους και παιδιά.
Επιπλέον, παρατηρούνται περιπτώσεις όπου ο ΕΦΚΑ δεν έχει εφαρμόσει την περικοπή μετά την τριετία. Αυτό ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τους δικαιούχους, οι οποίοι μπορεί να κληθούν μελλοντικά να επιστρέψουν μεγάλα ποσά ως «αχρεωστήτως καταβληθέντα». Την ίδια στιγμή, αυτοί οι συνταξιούχοι πληρώνουν κανονικά φόρους, εισφορές υγείας και ΕΑΣ, για ποσά που ενδέχεται να μην αναγνωριστούν στο μέλλον.
Διπλό «ψαλίδι» για τις αγρότισσες
Ειδικά για τις συνταξιούχες αγρότισσες, η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη:
Για να λάβουν το 35% της σύνταξης του αποθανόντος, χάνουν το κοινωνικό (εθνικό) τμήμα της δικής τους σύνταξης, με αποτέλεσμα να περιορίζονται ακόμα και σε μηνιαία παροχή της τάξης των 50 ευρώ.
Η άνιση μεταχείριση των χηρών
Από τις αρχές του 2024, η απασχόληση των συνταξιούχων δεν συνεπάγεται περικοπές στη σύνταξη. Με μοναδική εξαίρεση τους συνταξιούχους λόγω θανάτου. Αν μια χήρα επιχειρήσει να εργαστεί, η σύνταξή της μειώνεται από το 70% στο 35%, ακόμα κι αν είναι νέα ηλικιακά και έχει οικογένεια να στηρίξει.
Αντίθετα, οι συνταξιούχοι γήρατος εργάζονται χωρίς να επηρεάζεται καθόλου το ποσό της σύνταξής τους. Αυτή η διάκριση εγείρει σοβαρά ερωτήματα κοινωνικής δικαιοσύνης.

