Υπάρχουν εγκλήματα που σοκάρουν. Υπάρχουν όμως και εγκλήματα που παγώνουν το αίμα όχι για τη βιαιότητά τους μόνο, αλλά για τη ριζική ανατροπή των εννοιών που θεωρούμε θεμελιώδεις όπως μάνα, παιδί, προστασία, ζωή.
Της: Έπης Τρίμη
Οι περιπτώσεις γυναικών που δολοφονούν τα ίδια τους τα παιδιά είναι σπάνιες, αλλά όταν συμβαίνουν, τραυματίζουν συλλογικά την κοινή γνώμη και θέτουν κρίσιμα ερωτήματα: Τι άνθρωπος είναι αυτή η μάνα; Ποια είναι τα κίνητρά της; Και γιατί η κοινωνία δεν προέβλεψε ή δεν προστάτεψε;
Το προφίλ των γυναικών δολοφόνων: Ήρεμες, ευγενικές και φαινομενικά «καλές μητέρες»
Σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, το προφίλ των γυναικών που κατηγορούνται ή καταδικάζονται για παιδοκτονία δεν παραπέμπει σε εγκληματίες. Αντίθετα, η δημόσια εικόνα τους είναι ήρεμη, πρόθυμη, φαινομενικά αφοσιωμένη στην οικογένεια. Η Πισπιρίγκου εμφανιζόταν ως μία μάνα που «πάλευε με το πεπρωμένο», έχοντας χάσει και τα τρία της παιδιά σε διαδοχικά τραγικά γεγονότα. Η Μουρτζούκου, επίσης, προκαλούσε έκπληξη στους περίοικους: «Ήταν ήσυχη, δεν έδινε δικαιώματα».
Αυτή η δημόσια εικόνα, όμως, λειτουργεί και ως καμουφλάζ. Πίσω από το «καλό προσωπείο» μπορεί να κρύβονται βαθιές ψυχοπαθολογικές τάσεις, διαταραχές προσωπικότητας, ναρκισσισμός, ανάγκη για έλεγχο ή και τοξικές, παθολογικές σχέσεις με τον/την σύντροφο ή το περιβάλλον τους.
Από την απόγνωση ως τον έλεγχο
Τα κίνητρα πίσω από την παιδοκτονία δεν είναι ποτέ μονοδιάστατα. Σε κάποιες περιπτώσεις, υπάρχουν ενδείξεις ψυχικής ασθένειας (όπως επιλόχειος ψύχωση ή σοβαρή κατάθλιψη). Σε άλλες, όμως, οι ενέργειες είναι ψυχρές, σχεδιασμένες, χωρίς προφανή συναισθηματική διαταραχή τη στιγμή του εγκλήματος.
Η Πισπιρίγκου, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, φέρεται να σκότωσε τα παιδιά της μεθοδικά, σε μία σειρά πράξεων που δείχνουν εμμονή, έλλειψη ενσυναίσθησης και πιθανώς ανάγκη ελέγχου της προσοχής του συντρόφου της ή του κοινωνικού της κύκλου. Η Μουρτζούκου, από την άλλη, φέρεται να έδρασε με διαφορετικό τρόπο, ωστόσο κοινός παρονομαστής είναι η διάρρηξη της θεμελιώδους σχέσης μητέρας-παιδιού.
Η ευθύνη της πολιτείας: Υπάρχει πάντα ένα «πριν»
Η κοινωνία και το κράτος δεν μπορούν να προβλέψουν κάθε τραγωδία. Όμως έχουν ευθύνη να δίνουν εργαλεία στήριξης και να παρέχουν σημεία αναγνώρισης του κινδύνου. Οι κοινωνικές υπηρεσίες, τα σχολεία, οι δομές υγείας και ψυχικής υγείας οφείλουν να εντοπίζουν τα «σιωπηλά» σημάδια: την απομόνωση, την ακραία πίεση, την υποψία κακοποίησης ή την επικίνδυνη ψυχική κατάρρευση.
Το γεγονός ότι αυτές οι γυναίκες έδρασαν «ανενόχλητες» για μεγάλο διάστημα, ακόμα και αφού υπήρχαν επαναλαμβανόμενες απώλειες ή καταγγελίες, δείχνει κενό όχι μόνο στην πρόληψη αλλά και στην αντιμετώπιση.
Πισπιρίγκου και Μουρτζούκου: Δύο ιστορίες με ίδια κατάληξη
Η υπόθεση της Πισπιρίγκου αποκάλυψε την ψυχρή διαχείριση του πένθους, την επιδεικτική στάση απέναντι στην απώλεια, την προσπάθεια ελέγχου του αφηγήματος. Από τα τηλεοπτικά παράθυρα μέχρι τις απολογίες, κυριαρχεί μια αίσθηση ότι «δεν λυπάται, δεν αισθάνεται». Στην περίπτωση της Μουρτζούκου, υπάρχει διαφορετικό σκηνικό – λιγότερο εμφανές, ίσως περισσότερο σκοτεινό και βίαιο.
Αν και διαφέρουν στον τρόπο και στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, υπάρχει μία κοινή ρίζα: μια διαταραγμένη εσωτερική πραγματικότητα, μια απώλεια κάθε ηθικής πυξίδας και η έλλειψη του μητρικού ενστίκτου. Και αυτό, τελικά, είναι που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανατριχίλα.
Το να αντιμετωπίζουμε τέτοιες γυναίκες ως «τέρατα» δεν αρκεί. Ο στιγματισμός χωρίς κατανόηση δεν προλαμβάνει τίποτα. Χρειάζεται να δούμε την αλήθεια κατάματα: σε κοινωνίες με υψηλή πίεση, έλλειψη στήριξης και προβληματικά πρότυπα οικογένειας, κάποια άτομα θα λυγίσουν — και κάποια, δυστυχώς, θα ξεπεράσουν το όριο με τον πιο φρικτό τρόπο.
Η Πολιτεία, η κοινωνία και η ψυχική υγεία πρέπει να βρίσκονται μπροστά, όχι πίσω από τα γεγονότα. Όταν μια μητέρα φτάνει στο σημείο να σκοτώσει το παιδί της, είναι ήδη αργά — αλλά η ευθύνη για να μην ξανασυμβεί ποτέ, είναι όλων μας.

