Τι υποστήριξαν η πραγμωτογνώμονας της οικογένειας και ο ψυχίατρος των φυλακών Κορυδαλλού για την κατάσταση του 40χρονου δράστη
Συνεχίζεται η δίκη για την δολοφονία της 27χρονης Κυριακής Γρίβα τον Απρίλιο του 2024 έξω από το ΑΤ Αγίων Αναργύρων.
Τη σκυτάλη των μαρτυρικών καταθέσεων πήρε η ψυχίατρος Μυρτώ Σαμαρά, πραγματογνώμονας που ορίστηκε από την οικογένεια της Κυριακής Γρίβα, προκειμένου να εξετάσει την ψυχική κατάσταση του 40χρονου κατηγορούμενου για τη δολοφονία της.
Η μάρτυρας ανέφερε ότι κατά τη συνέντευξή της με τον κατηγορούμενο εκείνος ήταν συνεργάσιμος, με την εξαίρεση ενός κρίσιμου σημείου: το «κενό μνήμης» που – όπως ισχυρίστηκε – αφορά την περίοδο από τη στιγμή που πήρε το μαχαίρι έως και πέντε ημέρες μετά την πράξη. Η κ. Σαμαρά αμφισβήτησε τη γνησιότητα αυτού του κενού, λέγοντας πως «δεν δικαιολογείται ιατρικά να έχει τόσο “καθαρή” έναρξη και λήξη. Το συναντάμε συχνά στα δικαστήρια, όχι στην ιατρική. Είναι σχεδόν βέβαιο πως πρόκειται για ψέμα». Επισήμανε μάλιστα ότι ακόμη και σε περιπτώσεις αλκοολικού blackout, οι μνήμες επιστρέφουν με τον καιρό.
Αναφερόμενη στο παρελθόν του, η ψυχίατρος σημείωσε ότι είχε ιστορικό διαταραχής συμπεριφοράς λόγω κατάχρησης ουσιών, κάτι που καταγράφεται και σε δημόσια ψυχιατρικά έγγραφα. Παράλληλα, απέρριψε κατηγορηματικά αναφορές περί «τάσεων σχιζοφρένειας», χαρακτηρίζοντας τον όρο επιστημονικά αβάσιμο: «Δεν υπάρχει τέτοια διάγνωση. Είναι σαν να λέμε “τάση για καρκίνο”. Δεν το έγραψε ψυχίατρος που ξέρει».
Η μάρτυρας στάθηκε και στην ποσότητα αλκοόλ που είχε καταναλώσει ο κατηγορούμενος τη μοιραία ημέρα, υποστηρίζοντας ότι ήταν μικρή και όχι ικανή να εξηγήσει την πράξη: «Ο οργανισμός του ήταν συνηθισμένος. Ήταν απολύτως λειτουργικός στις εξετάσεις. Η ψυχιατρική δεν εξηγεί τη συμπεριφορά του».
Σχετικά με την απόπειρα αυτοκτονίας που ακολούθησε τη δολοφονία, η ψυχίατρος τη χαρακτήρισε «χειριστική»: «Είχε πλήρη αντίληψη της πράξης του. Την είχε σχεδιάσει, την παρακολουθούσε. Η απόπειρα έγινε για να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Είναι κάτι που συναντάμε συχνά – εννιά στους δέκα κρατούμενους κάνουν το ίδιο για να αλλάξουν περιβάλλον».
Τέλος, η μάρτυρας τοποθετήθηκε και στο ερώτημα περί ενδεχόμενης διπολικής διαταραχής. Όπως εξήγησε, δεν υπήρχαν ενδείξεις μανιακού επεισοδίου – βασική προϋπόθεση για τη διάγνωση: «Δεν υπήρχε τίποτα τέτοιο ούτε πριν ούτε κατά την πράξη. Ένα μανιακό επεισόδιο κρατά τουλάχιστον επτά ημέρες. Δεν εμφανίζεται ξαφνικά, μόνο μία φορά στη ζωή κάποιου και μάλιστα ανήμερα ενός εγκλήματος».
Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι η διαταραχή προσωπικότητας δεν συνιστά ψυχική νόσο, αλλά ένα ερμηνευτικό πλαίσιο: «Το 80% των κρατουμένων έχει κάποια μορφή διαταραχής προσωπικότητας. Η τέλεια έναρξη, η λήξη, η τέλεια αμνησία, που δεν υπάρχουν νησίδες και δεν μεταβάλλεται στο χρόνο είναι ένδειξη σοβαρή ότι είναι ψέμα. Εκείνη τη στιγμή θεωρώ ότι ήξερε σε ποια θέση βρίσκεται, ήξερε τι έκανε κι αυτό όλο με την απόπειρα ήταν ένα χειρισμός» ανάφερε μεταξύ άλλων.
«Αποτέλεσμα παρόρμησης»
Ως αποτέλεσμα παρόρμησης περιέγραψε ο ψυχίατρος των φυλακών Κορυδαλλού, Κωνσταντίνος Γεωργιάδης, τη δολοφονία της 28χρονης Κυριακής Γρίβα έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων.
«Δεν θεωρώ πως είχε προσχεδιάσει να τη σκοτώσει μπροστά στο Αστυνομικό Τμήμα. Ήταν μια παρορμητική, ακατέργαστη ενέργεια, προϊόν ψυχικής νόσου. Κανένας νορμάλ εγκέφαλος δεν θα δρούσε έτσι», κατέθεσε ο γιατρός.
Ο κ. Γεωργιάδης επιβεβαίωσε ότι ο κατηγορούμενος πάσχει από σοβαρή ψυχική διαταραχή και, μολονότι δεν βρισκόταν σε κατάσταση παραληρήματος τη στιγμή του εγκλήματος, δεν είχε πλήρη έλεγχο των παρορμήσεών του. «Δεν προσυπογράψω ότι το έγκλημα διαπράχθηκε πάνω σε μανιακό επεισόδιο. Υπάρχει όμως περίπτωση…Κανένας νορμάλ εγκέφαλος δεν θα σκεφτόταν να κάνει κάτι τέτοιο μπροστά σε αστυνομικό Τμήμα. Είναι ψυχικά άρρωστοι αυτοί οι άνθρωποι, νοσεί το μυαλό τους.. δεν θεωρώ ότι το είχε επεξεργαστεί, νασκοτώσει την Κυριακή μπροστά στο Αστυνομικό τμήμα, ήταν παρορμητικό.(…) Δεν είναι σε παραλήρημα. Κατά τη γνώμη μου δεν θα είχε τον πλήρη έλεγχο… μιλάω για τον έλεγχο των παρορμήσεων του, δεν μπορούσε να περιορίσει το νοσηρό του μυαλό εκείνη τη στιγμή». Δεν μπορούσε να συγκρατήσει το νοσηρό του μυαλό».
Όταν ρωτήθηκε αν ο δράστης έχει μετανοήσει, η απάντηση ήταν κατηγορηματική: «Μετανιώνει οικτρά. Βιώνει διαρκή εφιάλτη, σκέφτεται καθημερινά τον θάνατο. Δεν είναι ένας ψυχρός εγκληματίας που καυχιέται για την πράξη του – τον έχει συνθλίψει».
Ωστόσο, οι ισχυρισμοί του μάρτυρα αμφισβητήθηκαν έντονα από την υποστήριξη της κατηγορίας, που έθεσε υπό αμφιβολία τόσο τη διάγνωση διπολικής διαταραχής όσο και τις ψυχιατρικές εισαγωγές και τις απόπειρες αυτοκτονίας του κατηγορούμενου. «Έφτιαχνε ιστορικό», ήταν η χαρακτηριστική αναφορά που πυροδότησε εντάσεις στην αίθουσα.
Ένορκοι και δικαστές έθεσαν σειρά ερωτήσεων σχετικά με τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής. «Δεν πρόλαβαν να δράσουν τα φάρμακα; Μήπως τα πήρε μετά το έγκλημα;», αναρωτήθηκε η πρόεδρος. Ο ψυχίατρος εξήγησε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να μην έχει άμεση επίδραση, ή ο ασθενής να έχει αναπτύξει ανθεκτικότητα.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης ο κατηγορούμενος οδηγήθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού, με τον συνήγορό του να κάνει λόγο για «σοβαρό περιστατικό στα κρατητήρια». Η αντίδραση της πλευράς της πολιτικής αγωγής ήταν δηκτική: «Δεν τα πιστεύω όλα αυτά. Από το πρωί έδειχνε ότι ήταν υπό πιθανή επήρεια ουσιών».