Eπανέρχεται στο τραπέζι το ενδεχόμενο αναπροσαρμογής των φορολογικών συντελεστών που επιβαρύνουν τους ιδιοκτήτες ακινήτων με εισοδήματα από ενοίκια, με στόχο να περιοριστεί το φαινόμενο των υπερβολικά χαμηλών δηλωμένων μισθωμάτων, τα οποία σήμερα εμφανίζονται κατά μέσο όρο μόλις στα 255 ευρώ.
Το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει την επανεξέταση της κλίμακας φορολόγησης που εφαρμόζεται αυτοτελώς σε 2.058.505 ιδιοκτήτες που αποκτούν εισόδημα από μισθώσεις, πιθανότατα στα μέσα του επόμενου έτους. Οι πρόσφατες αλλαγές που ήδη εντάσσονται στο φορολογικό νομοσχέδιο, ωφελούν μόνο 1 στους 12 εκμισθωτές.
Ο λόγος είναι ότι από το σύνολο των ιδιοκτητών, μόλις το 7,8% (161.587 φορολογούμενοι) δηλώνει εισοδήματα από ενοίκια άνω των 12.000 ευρώ ετησίως και αυτοί είναι οι μοναδικοί που θα κερδίσουν από τη θέσπιση νέου ενδιάμεσου συντελεστή 25% (αντί του 35%) για το εισόδημα 12.001–24.000 ευρώ.
Μικρή μείωση
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥΠΟΙΚ, το Δημόσιο εισπράττει κάθε χρόνο 1,73 δισ. ευρώ από τη φορολογία ενοικίων (κατοικίες, γραφεία, καταστήματα κ.λπ.). Από τις ανακοινωμένες αλλαγές, η ελάφρυνση για τους εκμισθωτές δεν θα ξεπεράσει τα 90 εκατ. ευρώ, δηλαδή μείωση μόλις 5%. Επιπλέον, η ωφέλεια αυτή θα φανεί στις δηλώσεις που θα υποβληθούν το 2027, για τα εισοδήματα του 2026.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε πρόσφατα το «πράσινο φως» για περαιτέρω μείωση της φορολογίας στα ενοίκια, υπό την προϋπόθεση ότι θα εμφανιστούν στις δηλώσεις του 2026 αυξημένα δηλωμένα μισθώματα.
Σήμερα, το μέσο δηλωθέν ποσό ενοικίου παραμένει στα 255 ευρώ, παρότι στην αγορά ακόμη και μια μικρή γκαρσονιέρα δύσκολα νοικιάζεται κάτω από αυτό. Γι’ αυτό εξετάζεται εκ νέου το σχέδιο μείωσης συντελεστών, το οποίο είχε «παγώσει» λόγω του υψηλού δημοσιονομικού κόστους και της αβεβαιότητας για την ανταπόκριση των ιδιοκτητών.
Το σενάριο
Η πρόταση προβλέπει σημαντική μείωση του εισαγωγικού συντελεστή, που σήμερα ανέρχεται σε 15% για εισοδήματα έως 12.000 ευρώ. Υπήρξαν μάλιστα εισηγήσεις για μείωση έως και στο 5%, καθώς και πρόσθετες μειώσεις για υψηλότερα μισθώματα.
Από τους 2.058.055 ιδιοκτήτες, περίπου 1.500.345 δηλώνουν εισοδήματα έως 5.000 ευρώ πληρώνοντας συνολικά 359 εκατ. ευρώ φόρους, ενώ 396.573 φορολογούμενοι εμφανίζουν έσοδα 5.001–12.000 ευρώ και καταβάλλουν 457 εκατ. ευρώ.
Επομένως, από μια αλλαγή στον χαμηλό συντελεστή θα ωφεληθούν σχεδόν 1,9 εκατ. ιδιοκτήτες, ενώ και οι υπόλοιποι 161.587 με εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ θα έχουν όφελος.
Πότε θα εφαρμοστούν
Οι τυχόν νέες ρυθμίσεις θα ισχύσουν από τα εισοδήματα του 2027, πράγμα που σημαίνει ότι θα αποτυπωθούν στις δηλώσεις του 2028.
Υπενθυμίζεται ότι από τον Νοέμβριο 2025 εφαρμόζεται το μέτρο επιστροφής ενός ενοικίου κύριας ή φοιτητικής κατοικίας στο 80% των ενοικιαστών, με κόστος 230 εκατ. ευρώ ετησίως και βασική προϋπόθεση την πληρωμή μέσω τραπεζικών λογαριασμών.
Παράλληλα, σε ισχύ είναι οι φοροελαφρύνσεις για ιδιοκτήτες με κύρια κατοικία σε μικρούς οικισμούς έως 1.500 κατοίκους.
Παρατάσεις μέτρων
Στο φορολογικό πακέτο που θα ψηφιστεί τον Οκτώβριο, περιλαμβάνονται:
-
Παράταση έως το τέλος του 2026 της απαλλαγής φόρου εισοδήματος για τρία χρόνια σε κενές κατοικίες που θα διατεθούν σε μακροχρόνια μίσθωση (κόστος 13 εκατ. το 2026 και 22 εκατ. το 2027).
-
Επέκταση έως το τέλος του 2026 της αναστολής ΦΠΑ στις νέες οικοδομές, με κόστος 18 εκατ. ευρώ τον χρόνο.
-
Συνέχιση της μείωσης φόρου για δαπάνες ενεργειακής/κτιριακής αναβάθμισης έως και το 2026, με κόστος 5 εκατ. ευρώ ετησίως.
Ο ΕΝΦΙΑ στην περιφέρεια
Από το 2026 μειώνεται κατά 50% και από το 2027 καταργείται ο ΕΝΦΙΑ για κύριες κατοικίες σε οικισμούς έως 1.500 κατοίκους. Το μέτρο υπολογίζεται να μειώσει τη φορολογία κατά 38 εκατ. ευρώ το 2026 και κατά το διπλάσιο το 2027. Συγκριτικά με τα 2,5 δισ. ευρώ που εισπράττει το Δημόσιο ετησίως από τον ΕΝΦΙΑ, η μείωση θεωρείται περιορισμένη.
Η έκπτωση καλύπτει 12.720 οικισμούς και περίπου 1 εκατ. δικαιώματα επί κύριων κατοικιών, εξαιρώντας όμως σχεδόν όλη την Αττική πλην της Π.Ε. Νήσων.
Ωστόσο, αρκετά ακίνητα αποκλείονται λόγω υψηλής αξίας: εφόσον η συνολική φορολογητέα αξία υπερβαίνει τις 400.000 ευρώ, δεν προβλέπεται καμία μείωση, ανεξάρτητα από τον πληθυσμό ή αν πρόκειται για κύρια κατοικία.

