Ιστορίες φρίκης μέσα από το καθεστώς Άσαντ
Στο υγρό υπόγειο ενός ξενοδοχείου στη Δαμασκό, ένας 57χρονος σιδεράς έσκυψε πάνω από ένα κιτρινισμένο χαρτί. Ήταν η απάντηση που περίμενε από το 2012.
Το κράτος που τον κυνηγούσε, τώρα κατέρρεε μπροστά στα μάτια του, αλλά το χαρτί που κρατούσε έλεγε ψυχρά όσα εκείνος δεν άντεχε να πιστέψει: ο αδελφός του είχε πεθάνει δέκα μέρες μετά τη σύλληψή του.
Ήταν μια από τις χιλιάδες σιωπηλές εκτελέσεις των συριακών φυλακών.
Ένα αρχειακό σύμπαν τρόμου
Η αποκάλυψη δεν ήρθε τυχαία. Το Διεθνές Κονσόρτσιουμ Ερευνητών Δημοσιογράφων, μαζί με το γερμανικό NDR και 24 διεθνή μέσα, δημοσιοποίησαν τον “Φάκελο της Δαμασκού”: 134.000 έγγραφα που αποδεικνύουν πως το συριακό κράτος οργάνωσε, κατέγραψε και συγκάλυψε τον θάνατο χιλιάδων κρατουμένων.
Τα έγγραφα είναι ένα παγερό μωσαϊκό: πιστοποιητικά θανάτου με ίδια αιτία, φωτογραφίες βασανισμένων κορμιών, εκθέσεις που προσποιούνται ότι καταγράφουν ιατρικά συμβάντα, ενώ στην πραγματικότητα νομιμοποιούν τις εκτελέσεις.

Τα σώματα μιλούν πιο καθαρά από τα χαρτιά
Από τις 540 φωτογραφίες που εξετάστηκαν ως δείγμα, τα ποσοστά είναι αποκαλυπτικά. Τρία στα τέσσερα σώματα έφεραν σημάδια λιμού. Δύο στα τρία είχαν εμφανή ίχνη βίας. Οι μισοί νεκροί ήταν εντελώς γυμνοί.
Σε δεκάδες εικόνες, πολλοί κρατούμενοι ήταν στοιβαγμένοι στον ίδιο χώρο, σαν άψυχα αντικείμενα μιας κρατικής γραμμής παραγωγής που κατέληγε στον θάνατο. Το κράτος γνώριζε ποιον σκότωνε, πότε και πού. Και το κατέγραφε με σχολαστικότητα.

Η γραμμή παραγωγής των παραποιημένων θανάτων
Στα στρατιωτικά νοσοκομεία Χαράστα και Τισρίν εμφανίζονται οι περισσότερες υπογραφές. Εκεί, σύμφωνα με πρώην γιατρών, τα πιστοποιητικά ήταν έτοιμα πριν ακόμη φτάσουν τα πτώματα.
Οι γιατροί απλώς υπέγραφαν. Η αιτία ήταν πάντα ίδια: «καρδιοαναπνευστική ανακοπή». Έτσι το κράτος προστάτευε τον εαυτό του, ενώ παράλληλα εξαφανίζονταν σε μυστικές τοποθεσίες χιλιάδες σοροί, μεταφερόμενες από μαζικούς τάφους σε ερημικά σημεία.
Ο σιδεράς και οι αδελφοί του
Ο Θάερ αλ-Νάτζαρ και τα αδέλφια του συμμετείχαν στις ειρηνικές διαδηλώσεις του 2011. Όταν η διαμαρτυρία έγινε έγκλημα, το καθεστώς τους σημάδεψε. Ο ίδιος τραυματίστηκε σε μάχη, διέφυγε πριν συλληφθεί, όμως ο Ιμάντ και ο μικρότερος, ο Εϊάντ, δεν είχαν αυτή την τύχη.
Ο Εϊάντ γύρισε στο σπίτι γεμάτος μώλωπες, πέθανε λίγες μέρες μετά. Ο Ιμάντ χάθηκε μέσα στο σύστημα που τον κατάπιε. Η επιβεβαίωση του θανάτου του, 12 χρόνια μετά, βρήκε τον Θάερ σε ένα υπόγειο, να τρέμει κρατώντας το χαρτί που του άλλαξε ξανά τη ζωή.

«Είναι αληθινό αυτό το χαρτί;»
Το πιστοποιητικό ανέφερε προσπάθειες ανάνηψης. Ο Θάερ δεν μπορούσε να πιστέψει ούτε μία λέξη. Το έδειξε, το ξανακοίταξε, ξέσπασε. Ούτε που σκέφτηκε να το δείξει στη μητέρα του. Εκείνη, στα 90 της, ζει ακόμη με την ελπίδα ότι ο μεγαλύτερος γιος της θα χτυπήσει μια μέρα την πόρτα. Ο Θάερ δεν μπορεί να της πάρει αυτή την τελευταία ψευδαίσθηση.
Όταν το καθεστώς έπεσε και οι πόρτες άνοιξαν
Η πτώση του Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024 άνοιξε φυλακές και στρατιωτικά συγκροτήματα που επί δεκαετίες λειτουργούσαν ως μαύρες τρύπες. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έτρεξαν να βρουν ίχνη των συγγενών τους.
Όσοι έψαχναν στα κελιά της Σεντάγια ήλπιζαν να δουν χαραγμένα ονόματα, ζωγραφιές, ημερομηνίες. Οι περισσότεροι βρήκαν μόνο υγρασία και σιωπή. Ήταν η στιγμή που, σύμφωνα με αξιωματούχους του ΟΗΕ, ένας «ψυχολογικός σεισμός» σάρωσε τις οικογένειες. Η ελπίδα πέθανε μαζί με τα μπετά που άνοιξαν.

Η πρόσβαση κλείνει ξανά
Για λίγο, οι νέες αρχές επέτρεψαν στους δημοσιογράφους να φωτογραφίζoυν τα αρχεία. Ύστερα έκλεισαν τα πάντα. Η πρόσβαση στα πρωτότυπα έγγραφα απαγορεύτηκε.
Οι οικογένειες όχι μόνο δεν μπορούν να μάθουν την αλήθεια για τους δικούς τους, αλλά δεν μπορούν ούτε να δουν ποιοι είναι οι θύτες. Κι ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν αρχίσει να παίρνουν τα πρώτα ονόματα, οι ειδικοί προειδοποιούν πως θα χρειαστεί δεκαετία ή και περισσότερο για να συνδεθούν


