Όλα τα βασικά συμπεράσματα της ανάλυσης του Ινστιτούτου Αλέξης Τσίπρας για την οικονομία
Μία ημέρα πριν την ψήφιση του προϋπολογισμού του 2026, το Ινστιτούτο Αλέξης Τσίπρας έδωσε στη δημοσιότητα έκθεση για την πορεία της οικονομίας από το 2014 έως το 2024.
Πρόκειται για την πρώτη έκδοση της περιοδικής σειράς Flash Ανάλυση, η οποία θα περιλαμβάνει σύντομες αναλύσεις πάνω σε θέματα της ελληνικής και ευρωπαϊκής οικονομίας, «φιλοδοξώντας να τροφοδοτήσει τη δημόσια συζήτηση με στοιχεία και επεξεργασίες», όπως αναφέρει το Ινστιτούτο.
Η πρώτη έκδοση που αφορά τη δεκαετία 2014-2024 συγκρίνει τις επιδόσεις των κυβερνήσεων στα βασικά οικονομικά μεγέθη και «επιχειρεί τη σύγκριση της περιόδου της υποτιθέμενης “οικονομικής καταστροφής 2015-19” και της περιόδου της υποτιθέμενης “οικονομικής απογείωσης 2019-24” στη βάση εξέλιξης των βασικών οικονομικών μεγεθών».
Όπως αναφέρει το Ινστιτούτο, οι επεξεργασίες για τη δεκαετία 2014-2024, έχουν βασιστεί σε στοιχεία της EUROSTAT, και το έτος 2024 έχει επιλεγεί καθώς είναι το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.
Γενικό συμπέρασμα
Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από την ανάλυση του Ινστιτούτου Τσίπρα, είναι ότι οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας δεν υποστηρίζουν κάποιο success story κατά την τελευταία πενταετία. Μετά τη βαθιά ύφεση της περιόδου 2010-13, η Ελλάδα επέστρεψε σταδιακά σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, οι οποίοι συνεχίζονται μέχρι σήμερα με κάποιες επιμέρους διαφορές.

Στην πρώτη πενταετία (2015-19) καταγράφηκε ταχύτερη αύξηση των εξαγωγών, ταχύτερη αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας και αύξηση του μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ.
Στη δεύτερη πενταετία (2019-24) υπήρξε μείωση του μεριδίου των μισθών και ταχύτερη αύξηση των επενδύσεων, η σύνθεση των οποίων δεν συνεισφέρει ιδιαίτερα στην παραγωγική δυναμικότητα της οικονομίας.
«Μετά τη βαθιά ύφεση της περιόδου 2010-13, η Ελλάδα επέστρεψε σταδιακά σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, οι οποίοι συνεχίζονται μέχρι σήμερα με κάποιες επιμέρους διαφορές. Στην πρώτη πενταετία (2015-19) καταγράφηκε ταχύτερη αύξηση των εξαγωγών, ταχύτερη αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας και αύξηση του μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ. Στη δεύτερη πενταετία (2019-24) υπήρξε μείωση του μεριδίου των μισθών και ταχύτερη αύξηση των επενδύσεων, η σύνθεση των οποίων γίνεται όλο και πιο προβληματική. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα δεν έχει ακόμα καταφέρει να αποκαταστήσει τις οικονομικές απώλειες της περιόδου της κρίσης χρέους καθώς το ΑΕΠ βρίσκεται σχεδόν 15% κάτω από το επίπεδο του 2009. Σε αυτή τη συνθήκη είναι τουλάχιστον άστοχο να χρησιμοποιείται για την ελληνική οικονομία ο χαρακτηρισμός “οικονομικό θαύμα”», αναφέρει συγκεκριμένα η ανάλυση.


Παρατήρηση 1: Καταγράφεται πρωτοκαθεδρία των κατοικιών στην αύξηση των επενδύσεων που σε συνδυασμό με τις άλλες κατασκευές φτάνει το 48% της συνολικής αύξησης. Πρόκειται για άλλο ένα διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, που εκτινάχθηκε σε πρωτοφανή επίπεδα πριν από την κρίση και, όπως θα φανεί πιο έντονα παρακάτω, τείνει να επιστρέψει.
Παρατήρηση 2: Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατηγορία Μηχανολογικός Εξοπλισμός που συχνά παρουσιάζεται ως συστατικό των παραγωγικών επενδύσεων περιλαμβάνει και τα οπλικά συστήματα, δηλαδή τα εξοπλιστικά προγράμματα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, τα οποία δεν αναφέρονται διακριτά στα στοιχεία. Μπορεί, όμως, να εκτιμήσει κανείς το ύψος τους, με σχετική μόνο ακρίβεια, αν εξετάσει τους κρατικούς προϋπολογισμούς και συγκεκριμένα τους πίνακες με τα ανώτατα όρια δαπανών των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης. Εκεί φαίνεται ότι οι πληρωμές για οπλικά συστήματα αυξήθηκαν από 0,5 δισ. ευρώ το 2019 σε 2,5 περίπου δισ. ευρώ το 2021 όπου και παραμένουν το 2024 (2,4 δισ. για την ακρίβεια). Επομένως, σχεδόν 2 δισ. ευρώ ή 15% από τη συνολική αύξηση των επενδύσεων στην πενταετία 2019-24 οφείλονται στην αύξηση των αγορών οπλικών συστημάτων. Ανεξάρτητα από την άποψη που έχει κανείς για την αναγκαιότητα των εξοπλισμών, δύσκολα μπορεί να τους χαρακτηρίσει παραγωγική επένδυση.
Βασικές διαπιστώσεις:
- Καταρρίπτεται το success story της κυβέρνησης
- Η οικονομία σε περίοδο εκτός κρίσης (2023-2024) μεγεθύνεται με τους ίδιους ρυθμούς ανάπτυξης όπως και την περίοδο που βγαίναμε από την κρίση επί Αλ.Τσίπρα (2018-2019) παρά το γεγονός ότι τότε δεν υπήρχαν οι πόροι του ταμείου ανάκαμψης
- Φούσκα οι εξαγγελίες του Μαξίμου για διαρθρωτικές αλλαγές – Η οικονομία μας βασίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση
- Η ανεργία επί Τσίπρα (2014-19) μειώθηκε κατά 8,7% – Επί Μητσοτάκη με ασφαλή διάδρομο εκτός μνημονίων και κρίσης μειώθηκε μόνο 7,8 %

Έντονη διαφοροποίηση μεταξύ των δύο περιόδων καταγράφεται στη διανομή του εθνικού εισοδήματος. Το 2014 οι αμοιβές των μισθωτών ήταν 35,8% του ΑΕΠ και αυξήθηκαν στο 36,8% του ΑΕΠ το 2019 (+1 μονάδα) αλλά το 2024 μειώθηκαν σε 35,6% του ΑΕΠ (-1,2 μονάδες), κάτω από το ποσοστό του 2014. Πρόκειται για μια σημαντική αντιστροφή της τάσης της πρώτης πενταετίας. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι σε απόλυτους όρους οι αμοιβές των μισθωτών αυξάνονταν και στις δύο περιόδους. Ωστόσο, σε σχετικούς όρους, αυξάνονταν πιο γρήγορα από το ΑΕΠ στην περίοδο 2014-19 και πιο αργά από το ΑΕΠ στην περίοδο 2019-24.

Η πραγματικότητα «αδειάζει» το Μαξίμου – Προτελευταία η Ελλάδα στην ΕΕ στο ποσοστό επενδύσεων επί του ΑΕΠ
Επενδύσεις: Οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) έχουν ιδιαίτερη σημασία και απαιτούν περισσότερη συζήτηση. Σαν συνολικό μέγεθος μειώθηκαν οριακά από 11,2% σε 11% του ΑΕΠ στην περίοδο 2014-19 (-0,2 μονάδες) αλλά αυξήθηκαν σε 16% του ΑΕΠ το 2024 (+5 μονάδες).Πρόκειται για το σημαντικότερο – και ουσιαστικά το μόνο – μακροοικονομικό στοιχείο της περιόδου 2019-24 που υπερτερεί της περιόδου 2015-19, κάτι μάλλον αναμενόμενο λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Παρόλα αυτά, αξίζει να αναφερθεί ότι η Ελλάδα παραμένει στην προτελευταία θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (μέσος όρος 21,2%).
Αν εστιάσουμε στη σύνθεση των επενδύσεων της πενταετίας 2019-24 (στοιχεία Eurostat), θα διαπιστώσουμε κάποια σημεία που χρήζουν προσοχής. Η συνολική αύξηση των επενδύσεων στην πενταετία, σε σταθερές τιμές 2020, ήταν 13,8 δισ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μερίδιο είχαν οι κατοικίες (27% της συνολικής αύξησης) που αυξήθηκαν κατά 3,7 δισ. ευρώ και ακολουθούν οι κατηγορίες άλλος μηχανολογικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα (23% της συνολικής αύξησης) με αύξηση 3,2 δισ. ευρώ, οι άλλες (πλην κατοικιών) κατασκευές (21% της συνολικής αύξησης) με σχεδόν 3 δισ. ευρώ, οι κατηγορίες μεταφορικός εξοπλισμός και εξοπλισμός πληροφορικής (15% της συνολικής αύξησης) με 2 δισ. ευρώ και οι βιολογικές καλλιέργειες και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας (14% της συνολικής αύξησης) με 1,9 δισ. ευρώ.

Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά μόλις 2.5% επί Μητσοτάκη – Επί Τσίπρα αυξήθηκαν κατά 7.1%.
Εισαγωγές & Εξαγωγές: Οι εισαγωγές και οι εξαγωγές, δηλαδή οι εμπορικές συναλλαγές με το εξωτερικό, είναι τα βασικά μεγέθη που περιγράφουν την εξωστρέφεια μιας οικονομίας. Οι εξαγωγές που αποτελούσαν το 32,5% του ΑΕΠ το 2014 αυξήθηκαν σε 39,6% του ΑΕΠ το 2019 (+7,1 μονάδες) και σε 42,1% του ΑΕΠ το 2024 (+2,5 μονάδες). Η διαφορά είναι προφανής αφού οι εξαγωγές στην πενταετία 2014-19 αυξήθηκαν με σχεδόν τριπλάσιο ρυθμό από όσο στην πενταετία 2019-23.
Όσον αφορά τις εισαγωγές, οι αυξήσεις δεν παρουσιάζουν μεγάλη διαφορά. Από 33,9% του ΑΕΠ το 2014 αυξήθηκαν σε 41% του ΑΕΠ το 2019 (+7,1%) και σε 47,7% του ΑΕΠ το 2024 (+6,7%). Συνδυαστικά, η διαφορά των εξαγωγών μείον τις εισαγωγές δίνουν το εμπορικό ισοζύγιο (καθαρές εξαγωγές) το οποίο ήταν ελλειμματικό στο -1,4% του ΑΕΠ τόσο το 2014 όσο και το 2019 αλλά επιδεινώθηκε σοβαρά στο -5,6% του ΑΕΠ το 2024. Τα παραπάνω στοιχεία διαψεύδουν τον ισχυρισμό περί ενίσχυσης της εξωστρέφειας και ανταγωνιστικότητας κατά την τελευταία πενταετία καθώς δείχνουν μια σαφώς ταχύτερη αύξηση των εξαγωγών στην περίοδο 2015-19 και μια επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά την περίοδο 2019–24.=
– Προέβλεπαν αύξηση των επενδύσεων 15% και δεν έπιασαν ούτε το 1/3. Που πήγαν τα λεφτά από το Ταμείο Ανάκαμψης;
– Πραγματική αναδιανομή εισοδημάτων είχαμε επί Τσίπρα – Είχε αυξηθεί το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ – Πόσο χειροτέρεψε επί Μητσοτάκη
Ιδιωτική Κατανάλωση: Αποτελεί τη μεγαλύτερη συνιστώσα του ΑΕΠ και οι διαφορές που καταγράφονται ανάμεσα στις δύο περιόδους είναι μάλλον οριακές. Από 68,4% του ΑΕΠ το 2014 αυξήθηκε σε 69,3% του ΑΕΠ το 2019 (+0,9 μονάδες) και μειώθηκε σε 68,7% του ΑΕΠ το 2024 (-0,6 μονάδες). Η γενική εικόνα είναι μάλλον σταθερή, αξίζει όμως μια μικρή αναφορά στο ποσοστό της ιδιωτικής κατανάλωσης στη χώρα μας, που είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αισθητά πάνω από τον μέσο όρο (52,6% το 2024). Το υψηλό ποσοστό της κατανάλωσης στο ΑΕΠ αποτελεί μια από τις γνωστές διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να στηρίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση. Το «παραγωγικό πρότυπο», όπως εκφράζεται από τη σύνθεση του ΑΕΠ, παραμένει ίδιο με εκείνο του παρελθόντος, παρά τις εξαγγελίες περί διαρθρωτικών αλλαγών.

