Στην κατάμεστη αίθουσα συνεδρίων Gostiny Dvor κοντά στην Κόκκινη Πλατεία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν πραγματοποιεί την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, λίγο πριν την εκπνοή της χρονιάς, για να συνοψίσει τα αποτελέσματα του περασμένου έτους
O Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ξεκίνησε τη μαραθώνια συνέντευξη Τύπου που εκφωνεί παραδοσιακά στο τέλος κάθε έτους, μια ομιλία που παρακολουθείται στενά για τις προθέσεις του στο ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία, το οποίο υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ. Η ετήσια ζωντανή συνέντευξη Τύπου συνδυάζεται με μια τηλεοπτική εκπομπή σε εθνικό επίπεδο που προσφέρει στους Ρώσους σε όλη τη χώρα την ευκαιρία να θέσουν ερωτήσεις στον ισχυρό άνδρα του Κρεμλίνου, ο οποίος βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας εδώ και 25 χρόνια. Ο Πούτιν χρησιμοποίησε την εκδήλωση για να εδραιώσει την εξουσία του και να εκφράσει τις απόψεις του για τις εσωτερικές και παγκόσμιες υποθέσεις.
Κατηγόρησε την Ουκρανία για τη συνέχιση του πολέμου
Στα πρώτα του σχόλια για την Ουκρανία , ο Πούτιν κατηγόρησε το Κίεβο για τον συνεχιζόμενο πόλεμο, λέγοντας ότι «ουσιαστικά αρνούνται να τερματίσουν αυτή τη σύγκρουση με ειρηνικά μέσα». Είπε επίση ότι υπάρχουν «ορισμένα σημάδια… που δείχνουν ότι είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε κάποιο είδος διαλόγου».
Η Ρωσία τόνισε θα ήταν πρόθυμη να «τερματίσει αυτή τη σύγκρουση με ειρηνικά μέσα», αλλά μόνο « με βάση τις αρχές που περιέγραψα… πέρυσι » που θα έβλεπαν «να αντιμετωπίζονται οι βαθύτερες αιτίες που οδήγησαν σε αυτή τη σύγκρουση…». Αυτές οι αρχές απορρίφθηκαν τότε ως μαξιμαλιστικές και μη ρεαλιστικές , απαιτώντας ουσιαστικά ταπεινωτικές παραχωρήσεις από την Ουκρανία.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ -ο οποίος θέλει να μείνει στην ιστορία ως ειρηνοποιός- έχει εξαπολύσει μία εκτεταμένη διπλωματική προσπάθεια για να τερματίσει σχεδόν τέσσερα χρόνια συγκρούσεων, αφότου η Ρωσία έστειλε στρατεύματα στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, οι προσπάθειες της Ουάσινγκτον ωστόσο έχουν συναντήσει έντονα αντικρουόμενες απαιτήσεις από τη Μόσχα και το Κίεβο. Η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, μετά από οκτώ χρόνια μαχών στην ανατολική Ουκρανία, πυροδοτώντας τη μεγαλύτερη αντιπαράθεση ανάμεσα στη Μόσχα και τη Δύση από τον Ψυχρό Πόλεμο.
Ο Πούτιν, ο ανώτατος ηγέτης της Ρωσίας από την τελευταία ημέρα του 1999, απαντά σε δεκάδες ερωτήσεις για τα πάντα, από τις αυξήσεις των τιμών και το δικό του μέλλον μέχρι τα πυρηνικά όπλα και αυτό που το Κρεμλίνο αποκαλεί «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία. Οι συμμετέχοντες στο τηλεοπτικό «σόου» κλήθηκαν να υποβληθούν σε τεστ COVID – κάτι που εξακολουθεί να αποτελεί ρουτίνα για συναντήσεις με τον 73χρονο Πούτιν, αρκετά χρόνια μετά το τέλος της πανδημίας.
Η Ουκρανία και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της ανησυχούν ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να ξεπουλήσει την Ουκρανία και να αφήσει τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να πληρώσουν τον λογαριασμό για την υποστήριξη μιας κατεστραμμένης Ουκρανίας, αφότου οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν 12-17 τετραγωνικά χιλιόμετρα την ημέρα το 2025. Όπως και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν θεωρούν ότι η ρωσική εισβολή ήταν μια αρπαγή γης αυτοκρατορικού τύπου για την οποία η Μόσχα πρέπει να τιμωρηθεί, μια άποψη την οποία ο Τραμπ έχει αμφισβητήσει.
Ο ίδιος ο Πούτιν χαρακτηρίζει τον πόλεμο ως μια κρίσιμη στιγμή στις σχέσεις με τη Δύση, η οποία, όπως λέει, ταπείνωσε τη Ρωσία μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, διευρύνοντας το ΝΑΤΟ και καταπατώντας αυτό που θεωρεί σφαίρα επιρροής της Μόσχας. Ένα τέλος του πολέμου θα μπορούσε να επανασυνδέσει τη Ρωσία -η οποία κατέχει μερικά από τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικών πόρων στον κόσμο, από πετρέλαιο και φυσικό αέριο μέχρι διαμάντια και σπάνιες γαίες- με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ακριβώς τη στιγμή που επιδιώκει να επανεστιάσει στον ανταγωνισμό με την Κίνα, με την οποία ο Πούτιν έχει σφυρηλατήσει μια εταιρική σχέση «χωρίς όρια».
Η συνέχιση του πολέμου θα οδηγούσε σε πολύ περισσότερους θανάτους, θα αποστράγγιζε τις οικονομίες της Ουκρανίας, της Ρωσίας και των ευρωπαϊκών δυνάμεων και θα πολλαπλασίαζε τις πιθανότητες κλιμάκωσης του πολέμου. Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι η Ρωσία και η Ουκρανία έχουν υποστεί περισσότερα από 2 εκατομμύρια θύματα, συμπεριλαμβανομένων νεκρών και τραυματιών από την έναρξη του πολέμου. Ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία αποκαλύπτουν αξιόπιστες εκτιμήσεις για τις απώλειές τους.

