Ο Βάιντμαν και η παγίδα μιας… γερμανικής ΕΚΤ


Ποιος πρέπει να διαδεχτεί τον Μάριο Ντράγκι στη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας; Τούτη είναι η πιο σημαντική απόφαση που πρέπει να λάβουν φέτος οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

Είναι ακόμα πιο σημαντική ακόμα και από το πώς θα αντιμετωπίσουν ένα ανόητο Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι πιο σημαντική από την αντιμετώπιση του Ντόναλντ Τραμπ. Είναι πιο σημαντική από το ποιοι θα είναι πρόεδροι της Επιτροπής ή του Συμβουλίου. Ο επόμενος πρόεδρος της ΕΚΤ μπορεί να καθορίσει αν θα υπάρχει ευρωζώνη, ενδεχομένως και η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο τέλος της θητείας του το 2027. Τόσο σημαντική ήταν η περίοδος του κ. Ντράγκι. Το ίδιο μπορεί να είναι και του διαδόχου του.

Τον Οκτώβριο του 2011, έγραψα ανοιχτή επιστολή προς τον κ. Ντράγκι. Υποστήριζα ότι η ΕΚΤ πρέπει να γίνει δανειστής ύστατης ανάγκης, σταθεροποιώντας έτσι και τις τράπεζες. Κατέληγα στο συμπέρασμα ότι «η ευρωζώνη κινδυνεύει με ένα κύμα δημοσιονομικών και τραπεζικών κρίσεων. Ο Ευρωπαϊκής Μηχανισμός Δημοσιονομικής Σταθερότητας (EFSF) δεν μπορεί να το σταματήσει αυτό. Μόνο η ΕΚΤ μπορεί. Ως ο μοναδικός θεσμός με εμβέλεια σε ολόκληρη την ευρωζώνη, έχει αυτήν την ευθύνη. Έχει επίσης και τη δύναμη. Συγγνώμη Μάριο. Αλλά είσαι αντιμέτωπος με την επιλογή να ικανοποιήσεις τα νομισματικά γεράκια ή να σώσεις την ευρωζώνη. Διάλεξε το τελευταίο. Εξήγησε γιατί κάνεις την επιλογή αυτή. Και θυμήσου: η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς».

O κ. Ντράγκι έκανε το σωστό, πρωτίστως με τη διάσημη ρήση του τον Ιούλιο του 2012 ότι εντός της δικαιοδοσίας της η ΕΚΤ είναι διατεθειμένη να κάνει «whatever it takes» (σ.σ. ότι χρειαστεί) για να διατηρήσει το ευρώ.

Τον Αύγουστο του 2012, η ΕΚΤ ανακοίνωσε το πρόγραμμα των Απευθείας Νομισματικών Συναλλαγών (OMT), για την αγορά υπερχρεωμένων χωρών οι οποίες συμφώνησαν να ακολουθήσουν προγράμματα εξυγίανσης. Τον Ιανουάριο του 2015 η ΕΚΤ ακολούθησε άλλες κεντρικές τράπεζες με την έναρξη της ποσοτικής χαλάρωσης.

O πληθωρισμός δεν έχει κατορθώσει να πιάσει τον στόχο του «κάτω, αλλά κοντά στο 2%» της ΕΚΤ. Αλλά κατά τα άλλα, οι κινήσεις της ΕΚΤ ήταν επιτυχημένες. Το σπιράλ θανάτου των αυξανόμενων αποδόσεων των ομολόγων και των αδύναμων τραπεζών διακόπηκε. Η οικονομία της ευρωζώνης έπιασε πάτο το 2013 και στη συνέχεια άρχισε να ακολουθεί την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, καθώς οι αποδόσεις ομαλοποιούνταν και επέστρεφε η εμπιστοσύνη.

H ανάκαμψη της ευρωζώνης από την κρίση, ενδεχομένως και η επιβίωση της, οφείλει περισσότερα στην ΕΚΤ από οποιονδήποτε άλλο θεσμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αναγνωρίσουμε τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι κυβερνήσεις στη θέσπιση νέων θεσμών και, όταν τα πράγματα ζόρισαν, τη στήριξη που προσέφεραν στην ΕΚΤ. Αλλά αυτός ήταν ο μοναδικός πανευρωπαϊκός θεσμός με την απαιτούμενη δύναμη πυρός. Toύτο θα συνεχίσει να ισχύει και στο μέλλον, δεδομένων της μόνιμης τρωτότητας της ευρωζώνης, όπου η εθνική πολιτική έχει τον πρώτο λόγο έναντι της ευρωπαϊκής, οι τράπεζες είναι αδύναμες, οι δημοσιονομικοί μηχανισμοί ανεπαρκείς και οι οικονομίες συνεχίζουν να αποκλίνουν μεταξύ τους.

O κ. Ντράγκι μεταμόρφωσε την ΕΚΤ από έναν απόγονο της παλιάς Bundesbank σε σύγχρονη κεντρική τράπεζα, η οποία δεν βασίζεται σε μια λογική που είναι κατάλληλη για μια μικρή ανοιχτή οικονομία, αλλά για μια διαφοροποιημένη μεγάλη οικονομία. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν ο διάδοχος του θα διαθέτει την ευφυία, την ευελιξία και το κουράγιο που απαιτείται για να αντιδράσει σε οτιδήποτε συμβεί.

Μπορούν να συμβούν όντως επικίνδυνα πράγματα: ο κόσμος είναι εξαιρετικά ασταθής, ο πληθωρισμός της ευρωζώνης είναι πολύ χαμηλός και η νομισματική πολιτική είναι κοντά στα όρια της. Ακόμα και η τρέχουσα επιβράδυνση απαιτεί δράση. Μια χειρότερη επιβράδυνση μπορεί να απαιτεί ηρωϊκή δράση. Ο επόμενος πρόεδρος μπορεί να χρειαστεί να τραβήξει νέους λαγούς από το καπέλο.

Eίναι αμφίβολο κατά πόσον κάποιος από τους υποψηφίους πληροί τα κριτήρια αυτά. Η πιο ριψοκίνδυνη επιλογή θα ήταν με διαφορά ο Γιενς Βάιντμαν, ο πρόεδρος της Bundesbank. Ο κ. Βάιντμαν έχει αντιταχθεί σε πολλούς από τους νεωτερισμούς του κ. Ντράγκι, συμπεριλαμβανομένου και του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Kατέθεσε μάλιστα ενάντια στο πρόγραμμα OMT ενώπιον του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ μπορεί να είναι σε θέση να τον αναγκάσει να κάνει το σωστό, σε περίοδο κρίσης. Aλλά θα ήταν ένας τρελός τρόπος να διοικηθεί μια τράπεζα.

Υπάρχει ωστόσο και μια εναλλακτική δυνατότητα. Το μόνο το οποίο θα μπορούσε να συμφιλιώσει τους Γερμανούς με το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται η ΕΚΤ είναι η αναγνώριση της πραγματικότητας αυτής από έναν Γερμανό πρόεδρο. Θα έπρεπε να πει στους συμπατριώτες του κάποιες αλήθειες. Πρωτίστως, ότι ο πληθωρισμός είναι χαμηλότερος την εποχή της ΕΚΤ από ότι ήταν με τη Bundesbank. Ακολούθως θα έπρεπε να τους επισημάνει ότι ένας κόσμος χαμηλού πληθωρισμού και γενικά πολύ χαμηλών επιτοκίων δεν είναι ένας κόσμος στον οποίο οι αποταμιεύσεις τους έχουν ιδιαίτερη οικονομική αξία.

Τέλος, ένας τέτοιος Γερμανός πρόεδρος θα έπρεπε να προσθέσει ότι ο γερμανικός ιδιωτικός τομέας έχει πλεόνασμα αποταμιεύσεων έναντι των επενδύσεων συγκρίσιμο με αυτό της Ιαπωνίας. Η Γερμανία έχει πλήρη απασχόληση και δημοσιονομικό πλεόνασμα επειδή έχει τεράστιο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ πιο δύσκολο αν η Γερμανία δεν ήταν στην ευρωζώνη: ένα κυμαινόμενο μάρκο θα είχε ανατιμηθεί κατά πολύ, η Γερμανία θα βρισκόταν σε αποπληθωρισμό, μεγάλο μέρος της παραγωγής θα είχε μετακινηθεί στο εξωτερικό και η νομισματική της πολιτική θα ήταν σαν αυτή της Ιαπωνίας.

Εν ολίγοις, η Γερμανία έχει τεράστιο οικονομικό όφελος από το ευρώ. Ένας Βάιντμαν ο οποίος θα το είχε πει αυτό επανειλημμένα και ο οποίος θα είχε επίσης στηρίξει τις κινήσεις της ΕΚΤ θα έκανε μεγάλη διαφορά στην πολιτική της ευρωζώνης.

Δυστυχώς δεν έχουμε δει έναν τέτοιον Βάιντμαν. Αντίθετα, εκπροσώπησε και άρα δικαιολόγησε την επικριτική γερμανική στάση. Αν ακολουθήσει αυτή τη στάση και ως πρόεδρος, θα είναι καταστροφή. Αν υιοθετήσει μια ευρύτερη αντίληψη, θα είναι ευλογία. Αυτό, και όχι η εθνικότητα του, είναι το ζήτημα. Δεν μπορεί να υπάρξει αντίρρηση σε έναν Γερμανό πρόεδρο. Αντιθέτως, ένας ρεαλιστής και λογικός Γερμανός πρόεδρος θα αποτελούσε μεγάλο πλεονέκτημα.

Ποιος από τους δύο θα είναι ο κ. Βάιντμαν; Μόνο αυτός το γνωρίζει. Πάνω από όλα, η απόφαση δεν πρέπει να είναι αποτέλεσμα παζαριού μεταξύ των κυβερνήσεων. Το ζήτημα είναι αν ο επόμενος πρόεδρος μπορεί και θα κάνει τη δουλειά όπως την όρισε ο κ. Ντράγκι.

Όλα τα άλλα είναι λεπτομέρειες…

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ