«Ο κορονοϊός και η επιστροφή στο έθνος – κράτος»


«Ο κοινός κίνδυνος είναι ο πιο δυνατός δεσμός. Θα κρατήσει τους ανθρώπους ενωμένους ακόμα και όταν υπάρχουν αμοιβαίες αντιπάθειες και έλλειψη εμπιστοσύνης» (Τίτος Λίβιος)

του Ηλία Γιαννακόπουλου (φιλόλογου)

Όταν μία ομάδα ανθρώπων βρεθεί ξαφνικά μπροστά σε έναν ξαφνικό κίνδυνο, συσπειρώνεται και προσπαθεί να τον αντιμετωπίσει μέσα από μία κοινή προσπάθεια. Όταν μία κοινωνία, λαός ή έθνος απειλούνται από έναν «κοινό» εχθρό ανασυντάσσονται, ενισχύουν τους κοινούς δεσμούς και σχεδιάζουν την κοινή τους αντίδραση – άμυνα. Όταν η ανθρωπότητα βρεθεί ενώπιον μιας παγκόσμιας απειλής (πανδημία…), θα περίμενε, κάθε εχέφρων άνθρωπος, να πράξει το αυτονόητο. Να υπάρξει, δηλαδή, ένας διεθνής συντονισμός στην αντιμετώπιση των οδυνηρών συνεπειών ενός εχθρού που δεν γνωρίζει σύνορα.

Ενώ υπάρχουν οι παγκόσμιοι θεσμοί (Ο.Η.Ε., Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας…) και τα τεχνολογικά  μέσα, παρατηρήθηκε μία ολιγωρία ή απροθυμία συνεργασίας μεταξύ των κρατών. Κάθε κράτος προσπάθησε να προφυλάξει τη δική του επικράτεια στη βάση της υπεράσπισης της υγείας και των συμφερόντων των κατοίκων του. Ενέργειες που αποκαλύπτουν το βαθύ ριζικό σύστημα του εθνοκεντρισμού και τη δυσπιστία στο πείραμα της «παγκοσμιοποίησης».

Η επιστροφή στο εθνικό κράτος

Οι αιτίες αυτής της αδυναμίας ή απροθυμίας συνεργασίας είναι προφανείς αλλά και καταδικαστέες. Για λόγους πρακτικούς οι αιτίες θα ανιχνευτούν σε δύο βασικά επίπεδα, αφού αυτά είναι τα πιό προφανή και άμεσα ερμηνεύσιμα. 

Στο πρώτο επίπεδο επισημαίνεται ένας ιδιότυπος «εθνικισμός» – προϊόν μιας φοβίας προς ό,τι πηγάζει από τα έξω. Το έθνος – κράτος φαίνεται να περιχαρακώνεται στο αυτάρεσκο εαυτό του στο όνομα της διαφύλαξης της καθαρότητάς του από ξένες επιδράσεις. Αυτό εξάλλου υποδηλώνει και η επιστροφή πολλών πολιτών από ξένα κράτη στα «πατρώα» εδάφη. Οι πολίτες φαίνεται, δηλαδή, να νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια στην πατρίδα τους, από ό,τι σε ξένη χώρα – έστω και με καλύτερο σύστημα υγείας. 

Το πνεύμα της παγκοσμιοποίησης φαίνεται να υποχωρεί και η δύναμη – ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς χωρίς εθνικούς περιορισμούς αμφισβητείται. Όλοι τώρα ομνύουν στην ασφάλεια και στις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος (Υγεία, Παιδεία, Επιδόματα…). Οι ηγέτες των κρατών αναζητούν λύσεις στα όρια του κράτους τους και «προπαγανδίζουν» τις αρετές του λαού τους με στόχο την εμψύχωση και την τόνωση του ηθικού. Κάποιες φορές η συμμόρφωση των πολιτών στις εντολές της εξουσίας είναι απόλυτη και άξια πολιτικής ερμηνείας. 

Αυτός ο εναγκαλισμός – απρόσμενος αλήθεια – του πολίτη με το κράτος ενισχύει κάπως τα επιχειρήματα των παραδοσιακών «κρατιστών» και δημιουργεί παλιρροϊκά κύματα στον πυρήνα πολλών ιδεολογιών. Στην ενίσχυση, επίσης, της τάσης για επιστροφή στο εθνικό κράτος συνέβαλαν η απουσία διεθνούς αλληλεγγύης και η αναποτελεσματικότητα των διεθνών οργανισμών (Ε.Ε., Π.Ο.Υ.).

Η απουσία των Η.Π.Α.

Στο δεύτερο επίπεδο της απουσίας συνεργασίας για την αντιμετώπιση της επιδημιολογικής κρίσης εύκολα ανιχνεύεται το κενό μιας παγκόσμιας εμβέλειας «Ηγεμονικής Δύναμης».

Οι παραδοσιακές δυνάμεις (Η.Π.Α., Αγγλία, Γερμανία ή και Ρωσία) έδειξαν μία παροιμιώδη και ανεξήγητη απροθυμία να αναλάβουν το κόστος μιας διεθνούς πρωτοβουλίας για τη θανατηφόρα πανδημία. Οι σύγχρονες (Κίνα…) φάνηκαν κατώτερες των περιστάσεων ή τρόμαξαν από το μέγεθος του κινδύνου. 

Σε προηγούμενες κρίσεις – οικονομικές, οικολογικές – οι Η.Π.Α. αποτέλεσαν το ανάχωμα στις συνέπειες των πολυποίκιλων κινδύνων και πόλο συσπείρωσης για τα άλλα κράτη. Εκμεταλλευόμενες την οικονομική τους δύναμη και την στρατιωτική υπεροχή τους – σε συνδυασμό πάντοτε και με το πλαίσιο δημοκρατίας – ανέλαβαν ηγεμονικό ρόλο και ενέπνευσαν ελπίδα. 

Στην σημερινή υγειονομική κρίση για πολλούς λόγους οι Η.Π.Α. αποφεύγουν να αναλάβουν τον ρόλο που τους αναλογεί και φυσικά για το «κενό εξουσίας» δεν φταίει μόνο ο πρόεδρος της υπερδύναμης αλλά κι άλλες σκοπιμότητες που ίσως φανούν αργότερα. 

Για πολλούς αναλυτές η παγερή απουσία των Η.Π.Α. συνιστά μία συνειδητή και αυστηρά μελετημένη συμπεριφορά με στόχο την οικονομική κατάρρευση  ή αποδυνάμωση όχι μόνον της Κίνας αλλά και των άλλων κρατών – ανταγωνιστών. Πιστεύουν, δηλαδή, πως ο κορονοϊός θα πλήξει βαρύτατα οικονομικά – και όχι μόνο – τις άλλες χώρες και έτσι θα αφήσουν ανοιχτό χώρο για την επιβολή της κυριαρχίας τους. Στοχεύουν, δηλαδή, να μετατραπούν από Ηγέτιδα δύναμη σε Ηγεμονική χωρίς όρους κι αμφισβητήσεις από συμμάχους κι αντιπάλους. 

Η αδυναμία της Κίνας

Από την άλλη πλευρά διαπιστώθηκε η αδυναμίας της Κίνας να καλύψει το «κενό εξουσίας». Ο οικονομικός γιγαντισμός της ασιατικής αυτής χώρας δεν στάθηκε ικανός για την ανάληψη ενός διεθνούς πρωταγωνιστικού ρόλου. Φαίνεται πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί, αν δεν υπάρχουν κι άλλα στοιχεία, όπως: το πολιτικό σύστημα, η κοινωνική συνοχή, η παράδοση και η «γεωγραφία».

Εξάλλου η ίδια η Κίνα ήταν το πρώτο θύμα της πανδημίας που φάνηκε να την ξάφνιασε. Επιπρόσθετα οι συνωμοσιολογίες για «κινεζικό ιό» και για προϊόν «εργαστηρίων» κατέστησε την Κίνα ηθικά διαβλητή. Πώς θα μπορούσε να ηγηθεί μιας παγκόσμιας προσπάθειας συνεργασίας όταν κατηγορείται η ίδια για ολιγωρία πρόβλεψης – ενημέρωσης ή ακόμη το χειρότερο ότι ο κορονοϊός ήταν δικό της «κατασκεύασμα» για έναν πιθανολογούμενο «βιολογικό πόλεμο»;

Άλλοι, ωστόσο, διατείνονται πως η Κίνα προσπαθεί να εκμεταλλευτεί οικονομικά την επιδημιολογική κρίση. Το συγκεντρωτικό πολιτικό σύστημα της Κίνας θα ξεπεράσει κάπως ανώδυνα τις παρενέργειες του κορονοϊού, ενώ οι άλλες «δημοκρατικές» χώρες θα δεινοπαθήσουν – εξαντληθούν οικονομικά.

Επιμύθιο

Με όποιο, όμως, σενάριο αιτιολόγησης για την απουσία διεθνούς συνεργασίας και αν συνταχθούμε, ένα είναι βέβαιο, πως η ανθρωπότητα έχασε μία ιστορική ευκαιρία για συνένωση και συνεννόηση. Κι αυτό από τη μικρόνοια κάποιων πολιτικών ηγετών ή από το βάρος διακονίας του εθνικού συμφέροντος. 

Επειδή, ωστόσο, οι κρίσεις θα είναι πιο συχνές στο μέλλον – με όποια μορφή κι αν εμφανιστούν – θα πρέπει να υπάρξει ένα παγκόσμιο δίκτυο συνεννόησης και συνεργασίας για την άμεση κι αποτελεσματική αντιμετώπιση τυχόν «κινδύνων» με παγκόσμιο χαρακτήρα (πανδημίες, κλιματική αλλαγή…)∙ είναι ανάγκη να βρεθεί ένας τρόπος – δρόμος συνεννόησης. 

«Aut viam inveniam aut faciam» 

(Αννίβας, «Είτε θα τον βρούμε τον δρόμο είτε θα τον φτιάξουμε»)


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ