Μαριάννα Βαρδινογιάννη: «Έμεινα στην εξορία με τον Βαρδή χωρίς ηλεκτρικό και θέρμανση – Οι ντόπιοι μας βοήθησαν»


Η Μαριάννα Βαρδινογιάννη, πρέσβειρα Καλής Θέλησης της UNESCO, τιμήθηκε με το βραβείο Νέλσον Μαντέλα 2020 για την ανθρωπιστική της προσφορά. Ανάμεσα στους υποψηφίους, διεθνείς προσωπικότητες προτεινόμενες από τα 193 κράτη-μέλη του ΟΗΕ. Με αφορμή την διάκριση την οποία η ίδια αφιέρωσε στους Έλληνες, η Μαριάννα Βαρδινογιάννη μίλησε στο protothema.gr. Μεταξύ άλλων, η κ. Βαρδινογιάννη αναφέρθηκε στην περίοδο της όπου ακολούθησε τον σύζυγό της Βαρδή Βαρδινογιάννη στην Αμοργό, που ήταν εξόριστος ως αντιστασιακός Αξιωματικός του Ναυτικού.

«Μπροστά σε αυτή την κρίση πανδημίας συνειδητοποιήσαμε πως δεν είχαμε επενδύσει όσο έπρεπε στα εθνικά συστήματα υγείας, δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για να κινηθούμε άμεσα και συντονισμένα και βέβαια δεν υπήρχε ικανοποιητικό δίχτυ προστασίας για τους πιο αδύναμους.

Από την άλλη πλευρά είναι εντυπωσιακό το γεγονός πως αυτή η κρίση ενεργοποίησε ένα πρωτοφανές κύμα αλληλεγγύης και αναγνώρισης όσων πραγματικά αξίζουν. Συνειδητοποιήσαμε πόσο σημαντικό αγαθό είναι η υγεία, εκτιμήσαμε την προσφορά και την αυτοθυσία του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, βγήκαμε στα μπαλκόνια και τους χειροκροτήσαμε! Και πέρα από αυτό ο κάθε ένας από εμάς προσπάθησε να βοηθήσει με κάθε τρόπο: ψωνίζοντας για τους ηλικιωμένους από το σούπερ μάρκετ, εθελοντές δότες μυελού των οστών που έδωσαν μόσχευμα παρά τον φόβο της πανδημίας, δωρεές απλών ανθρώπων στα νοσοκομεία μας και τόσες ακόμα πράξεις ανθρωπιάς φώτισαν το βαθύ σκοτάδι της απελπισίας.

Το γεγονός αυτό είναι μια ελπίδα για το αύριο και αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε από αυτή την μεγάλη περιπέτεια ως παρακαταθήκη είναι ακριβώς αυτό το κύμα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε.

Με ρωτάτε τι θα συμβούλευα τους νέους Έλληνες και τις νέες Ελληνίδες; Κλείνω τα μάτια και σκέφτομαι τη δική μου ζωή, μια ζωή η οποία σημαδεύτηκε βαθιά από μεγάλα γεγονότα. Μεγάλωνα τα χρόνια του εμφυλίου, όταν προσπάθησαν να συλλάβουν τον πατέρα μου και αναγκαστήκαμε να φύγουμε μια νύχτα με καταιγίδα από την Ερμιόνη, μέσα σε μια μικρή βάρκα. Ήρθαμε πρόσφυγες στον Πειραιά, όπου ζήσαμε μέχρι το τέλος του πολέμου. Όταν τελείωσε ο πόλεμος επιστρέψαμε στην Ερμιόνη. Η μητέρα μου πάντα πίστευε ότι η εκπαίδευση ήταν η μεγαλύτερη αξία για την ανθρωπότητα. Όταν τελείωσα το Δημοτικό, επέμενε να πάω να συνεχίσω τις σπουδές μου στην πρωτεύουσα. Ήταν για εμένα πολύ οδυνηρό γιατί δεν ήθελα να αφήσω την οικογένεια, το σπίτι και τους παιδικούς μου φίλους.

Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο γυμνάσιο, γνώρισα τον Βαρδή, έναν νεαρό αξιωματικό του Ναυτικού από το νησί της Κρήτης. Παντρευτήκαμε και ξεκινήσαμε τη ζωή μας μαζί σε πολύ νεαρή ηλικία.

Τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα λόγω της δικτατορίας στην Ελλάδα. Ο σύζυγός μου ήταν αντίθετος σε αυτό το καθεστώς και εκδιώχθηκε από το Ναυτικό, φυλακίστηκε και στη συνέχεια στάλθηκε στην εξορία. Αν και είχα ένα νεογέννητο μωρό και δύο μικρά παιδιά, ένιωσα την ανάγκη να τον στηρίξω κι έτσι τον ακολούθησα στην εξορία, στην Αμοργό. Εκεί μείναμε σε ένα μικρό δωμάτιο χωρίς ηλεκτρικό και θέρμανση. Τα βγάλαμε πέρα χάρη στη γενναιοδωρία των ντόπιων που μας αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή, και πρέπει να σας πω πως ακόμα και σήμερα έχουμε στενούς δεσμούς με τους ανθρώπους αυτούς.

Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν γεμάτα από όλες τις εμπειρίες της ζωής, εύκολες και δύσκολες. Αυτή η πορεία με δίδαξε πως η ζωή είναι απρόβλεπτη και πολλές φορές σκληρή. Δεν πρέπει ποτέ να το βάζουμε κάτω. Θα ανατρέξω στα σοφά λόγια του Nelson Mandela: “..Rising every time we fall”. Να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι. Αυτό είναι η ζωή.»

Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ