Η «Μαύρη Χήρα» που παρήγγειλε τη δολοφονία του Gucci – Μία ιστορία με χρήμα, σεξ, σκάνδαλα και αίμα


27 Μαρτίου 1995 – 31 Ιανουαρίου 1997… Τόσο κράτησε η παραμονή της Patrizia Reggiani στον «Παράδεισο», τη μόνη λέξη, που έγραψε στο προσωπικό της ημερολόγιο, την ημέρα της δολοφονίας του πρώην συζύγου της, Maurizio Gucci.

Στις 27 Μαρτίου του 1995, ο 46χρονος τότε κληρονόμος της αυτοκρατορίας των Gucci έπεφτε νεκρός, καθώς πήγαινε στο γραφείο του, από τις τρεις σφαίρες στην πλάτη και τη μία στο κεφάλι που του έριξε ο εκτελεστής, που πλήρωσε η «μαύρη χήρα» του. Σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, η λάθος πληροφορία στον σωστό άνθρωπο οδήγησε στη σύλληψη της πρώην συζύγου του. Tο ημερολόγιο έδειχνε 31 Ιανουαρίου 1997.

Έτσι άνοιξε ο ασκός του Αιόλου στην υπόθεση που συγκλόνισε την Ιταλία και την παγκόσμια κοινή γνώμη στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και που παραμένει «γοητευτική» μέχρι σήμερα. Και πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού τα περιλαμβάνει όλα… πολύ χρήμα, σεξ, αίμα και σκάνδαλα.

Ο άχαρος νέος με τα στραβά δόντια και η φιλόδοξη patry animal

Από τη γνωριμία στον γάμο – Όταν ο Maurizio «έφυγε για τσιγάρα» και δεν γύρισε ποτέ

Ο Maurizio Gucci, γεννημένος στη Φλωρεντία τον Σεπτέμβριο του 1948, ήταν γιος του Rodolfo Gucci, εγγονός του Gucio Gucci, επιχειρηματίας και κληρονόμος του πασίγνωστου οίκου μόδας.

Η Patrizia Reggiani Martinelli, γεννημένη τον Δεκέμβριο του 1948, πριν γίνει κυρία Gucci, ήταν μία ευκατάστατη νεαρή γυναίκα, party animal και λάτρης της υψηλής μόδας. Η μητέρα της ήταν σερβιτόρα, ενώ ο πατέρας της, πολύ μεγαλύτερος σε ηλικία από εκείνη, έκανε την περιουσία του από μία επιχείρηση με φορτηγά. Η Patrizia, που δεν είχε δουλέψει ποτέ στη ζωή της, ζούσε στην ουσία, ξοδεύοντας τα λεφτα του πατέρα της.

Με τον Maurizio Gucci γνωρίστηκαν σε ένα πάρτι. Εκείνος, ρωτούσε διακαώς να μάθει, ποια ήταν η ντυμένη στα κόκκινα καλλονή, που έμοιαζε στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Την ερωτεύτηκε τρελά. Εκείνη, αρχικά δεν τον ήθελε, καθώς τον θεωρούσε άχαρο και με στραβά δόντια. Σύντομα όμως και υπό τη στενή πολιορκία του – που περιελάμβανε πολλά έξοδα για χάρη της – ενέδωσε και έγιναν ζευγάρι.

Τον Μάιο του 1985, μετά από 12 χρόνια γάμου, ο Maurizio άφησε τη σύζυγό του, για μία νεότερη γυναίκα, λέγοντας πως θα φύγει, για ένα σύντομο επαγγελματικό ταξίδι. Δεν επέστρεψε σπίτι του ποτέ!

Η νομική μάχη για το διαζύγιο που ακολούθησε, κράτησε αρκετά χρόνια, για να εκδοθεί τελικά το 1991, εξασφαλίζοντας στην Patrizia διατροφή της τάξεως των 500.000 δολαρίων ετησίως.

Όταν ο Maurizio κληρονόμησε την αμύθητη περιουσία και άφησε τη Reggiani απ΄έξω

Όταν ο πατέρας του Maurizio πέθανε τον Μάιο του 1983, εκείνος κληρονόμησε το 50% της επιχείρησης, σέρνοντας στα δικαστήρια τον θείο του Aldo, που είχε το υπόλοιπο 50% ώστε να εξασφαλίσει την καθολική διαχείριση. Το κατάφερε, όμως το 1988, πούλησε το 50% της εταιρείας, στην Investcorp με έδρα το Μπαχρέιν, κρατώντας το υπόλοιπο 50%.

Από το 1991 έως το 1993, τα οικονομικά του είχαν πάρει την κατιούσα, καθώς ξόδευε υπέρογκα ποσά στα κεντρικά του οίκου, στη Φλωρεντία και στο Μιλάνο.

H Patrizia δεν μπορούσε να διαχειριστεί, το γεγονός ότι έχασε την οικογενειακή επιχείρηση, παρότι δεν άνηκε πλέον επίσημα στην οικογένεια. Κατά την ίδια, «από τότε που κληρονόμησε το μερίδιό του, τρελάθηκε. Μέχρι τότε, με συμβουλευόταν για όλα τα θέματα. Αλλά ήθελε να είναι ο καλύτερος και σταμήτησε, να με ακούει», είχε πει.

Ο Maurizio έκανε επιλογές που στοίχισαν στην εταιρεία σε δημοφιλία και αίγλη, αλλάζοντας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων. Θεωρούσε, ότι είχε το πλάνο, για να επανορθώσει, παλεύοντας για χρόνια με τους θείους και τα ξαδέλφια του, ενώ η επιχείρηση στέγνωνε από χρήματα με γεωμετρική πρόοδο, κάτω από τον έλεγχό του.

Τελικά, το 1993, βλέποντας ότι δεν μπορούσε πια να τα βγάλει πέρα, αναγκάστηκε να πουλήσει την εταιρεία έναντι 170 εκατ. δολαρίων στην Investcorp.

Η παρατημένη σύζυγος και η απόρριψη που δεν μπόρεσε να αντέξει

«Ήμουν πολύ θυμωμένη μαζί του και για πολλά πράγματα εκείνη την εποχή. Μα περισσότερο από όλα, το να χάσει τον οίκο, ήταν ηλίθιο. Ήταν μία αποτυχία. Πλημμύρισα με οργή, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα γι’αυτό. Δεν έπρεπε να μου το κάνει αυτό», είχε δηλώσει η Patrizia, ενώ ο Maurizio είχε ήδη προχωρήσει στην προσωπική ζωή του, κάτι που η πρώην σύζυγος δεν μπορούσε να ανεχθεί.

Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του, ο Maurizio διατηρούσε σχέση με την Paola Franchi, επίσης διαζευγμένη και μητέρα ενός παιδιού. Οι τρεις τους ζούσαν σε ένα υπερπολυτελές διαμέρισμά του. Γνωρίζονταν από παλιά και ξανασυναντήθηκαν χρόνια αργότερα, όταν και οι δύο ήταν ελεύθεροι και σχεδίαζαν, να παντρευτούν. Η Franchi είχε αφήσει τον τότε σύζυγό της, που ήταν πιο πλούσιος από τον Maurizio, για να είναι μαζί του κι εκείνος έλεγε, ότι ήταν το άλλο του μισό.

Κατά τη διάρκεια της δίκης για τη δολοφονία του, αποκαλύφθηκε ότι η Reggiani έκανε τα αδύνατα δυνατά, ώστε να μην προλάβουν να παντρευτούν. Δεν ήθελε σε καμία περίπτωση, οι δύο κόρες της να μείνουν εκτός της όποιας περιουσίας, θα άφηνε πίσω του, θεωρώντας τα λεφτά του και δικά της, ενώ δεν άντεχε τη σκέψη ότι ο Gucci και η Franchi μπορεί να αποκτούσαν παιδιά.

Ηχητικά ντοκουμέντα αποκάλυψαν, ότι τον παρακολουθούσε και ήξερε τα πάντα. Από τις πιο προσωπικές κινήσεις μέχρι τα επιχειρηματικά του πλάνα. Τον έπαιρνε τηλέφωνο και αν δεν το σήκωνε, του άφηνε μηνύματα, απειλώντας τον και λέγοντάς του «η κόλαση δεν έχει αρχίσει ακόμα για σένα».

Η Franchi τον εκλιπαρούσε, να προσλάβει σωματοφύλακα, αλλά εκείνος αρνιόταν. Δεν πίστευε, ότι η πρώην σύζυγός του θα μπορούσε να του κάνει κακό. Ήταν άλλωστε η μητέρα των δύο κοριτσιών του.

Το όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό… που πλημμύρισε στο αίμα

«Το πρωί της 27ης Μαρτίου του 1995 ήταν ένα όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό, πολύ ήσυχο», δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο 71χρονος σήμερα Giuseppe Onorato, θυρωρός του κτηρίου της Via Palestro 20, όπου ο Maurizio Gucci είχε το γραφείο του.

«Σκούπιζα τα φύλλα στην είσοδο. Εκείνος έφτασε, κρατώντας τα περιοδικά του και μου είπε “καλημέρα”. Τότε είδα ένα χέρι. Ένα όμορφο, καθαρό χέρι, που κρατούσε ένα όπλο. Έριξε τρεις σφαίρες στην πλάτη του, καθώς ανέβαινε τα σκαλιά κι άλλη μία, στο κεφάλι του, ενώ κατέρρεε. Νόμιζα ότι ήταν αστείο. Τότε, γύρισε προς το μέρος μου και έριξε άλλες δύο σφαίρες. Τι κρίμα, σκέφτηκα τότε, να πεθάνω με αυτόν τον τρόπο…», είπε ο Onorato.

Ο ίδιος δεν μπόρεσε ποτέ, να θυμηθεί, πώς κατάφερε, παρότι είχε τραυματιστεί και ο ίδιος, να φτάσει στα σκαλιά, όπου βρισκόταν ο Gucci. Εκεί, μέσα σε μία λίμνη αίματος, βρήκαν και τους δύο οι αστυνομικοί, όταν έφτασαν.

«Κρατούσα το κεφάλι του… στα χέρια μου ξεψύχησε», είπε, ενώ θεωρεί θαύμα, το γεγονός ότι εκείνος επέζησε της επίθεσης. Είχε δει το πρόσωπο του δολοφόνου και φοβόταν, ότι θα επέστρεφε, για να τελειώσει, ό,τι άφησε στη μέση.

Το μίσος για τη νέα σύντροφο και η έξωση πριν στεγνώσει το αίμα

Την επόμενη ημέρα της δολοφονίας, η Franchi έλαβε ένα ειδοποιητήριο, να αφήσει το σπίτι όπου ζούσαν με τον Gucci. Το χαρτί είχε υπογραφεί στις 11 το πρωί της ημέρας της δολοφονίας, λιγότερο από τρεις ώρες από τον θάνατό του. Κοινώς, η Patrizia πέταξε έξω εκείνη και το παιδί της σε χρόνο ρεκόρ, αφού η Franchi δεν είχε κανένα νόμιμο δικαίωμα, ως απλή σύντροφός του.

Αναγκάστηκε έτσι, με βίαιο τρόπο, να φτιάξει ένα καινούριο μέλλον για την ίδια και τον γιο της. Δυστυχώς, μία ακόμη τραγωδία την περίμενε, σε μία άλλη «στροφή» της ζωής, πέντε χρόνια αργότερα. Ο γιος της αυτοκτόνησε, ενώ επισκεπτόταν τον πατέρα του για τα Χριστούγεννα. Ήταν μόλις 16 ετών. Σήμερα, η Franchi έχει παντού στο σπίτι όπου ζει, φωτογραφίες του Maurizio και του γιου της Charly, για να μην ξεχάσει τα πρόσωπά τους και να τους μιλά.

Αμέσως μετά την έξωση, στο σπίτι μετακόμισαν η Patrizia με τις δύο κόρες της. Έμεινε εκεί για τα επόμενα δύο χρόνια, μέχρι την αποκάλυψη της ενοχής της και τη σύλληψή της. Μεταξύ άλλων, στο σπίτι βρέθηκε το προσωπικό της ημερολόγιο. Την ημέρα της δολοφονίας του Gucci είχε γράψει μόνο μία λέξη… «Paradeisos.

Το τηλεφώνημα που ξεσκέπασε τη «Μαύρη χήρα»

Το απόγευμα της 8ης Ιανουαρίου 1997, ένα τηλεφώνημα θα άλλαζε τα πάντα. Ο άνδρας που κάλεσε τον Filippo Ninni, επικεφαλής των ερευνών για την υπόθεση που κινδύνευε να θαφτεί στο σκοτάδι, του ζήτησε να συναντηθούν. Δεν ήθελε να πει τίποτα περισσότερο, από το εξής: «Θα πω μόνο ένα όνομα, Gucci».

Κατά τη συνάντησή τους, ο άνδρας περιέγραψε στον Ninni, ότι από το δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου διέμενε, άκουσε τον αχθοφόρο που δούλευε νυχτερινή βάρδια, να περιγράφει σε άλλον πώς στρατολόγησε τον δολοφόνο του Gucci. Η μαρτυρία του άνοιξε νέους δρόμους στις Αρχές, που έφτασαν στην άκρη του νήματος, την οποία εξαρχής κρατούσε η Reggiani.

Στο δικαστήριο, η Reggiani ομολόγησε, ότι είχε πληρώσει μία από τις καλύτερες φίλες της, την Giuseppina Auriemma, ένα υπέρογκο ποσό, όχι όμως για τη δολοφονία του πρώην συζύγου της. Στην πραγματικότητα, την είχε πληρώσει αδρά, ακριβώς γι’αυτό. Για να βρει, τον άνθρωπο που θα τον εκτελούσε. Κι όταν είδε, ότι τίποτα πια δεν μπορούσε να τη σώσει, με κυνικό τρόπο είπε: «Άξιζε κάθε σεντ».

Η Auriemma από την πλευρά της υποστήριξε, ότι αναγκάστηκε να δεχτεί τα χρήματα και την πρόταση της Reggiani, σε μία στιγμή αδυναμίας και καθώς ήταν αντιμέτωπη με χρέη, που δεν μπορούσε να διαχειριστεί.

Η δίκη της Reggiani και των συνεργών της ολοκληρώθηκε το 1998 με την καταδίκη της ίδιας και τεσσάρων ακόμη ατόμων.

Στην Reggiani επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 29 ετών. Οι κόρες της ζήτησαν επιείκια από το δικαστήριο, καθώς η μητέρα τους «είχε διαγνωστεί (το 1992) με καρκίνο στον εγκέφαλο, γεγονός που επηρέαζε τις πράξεις της».

Και κάπως έτσι, η Patrizia Reggiani μετονομάστηκε από τα media από «Lady Gucci» σε «Μαύρη Χήρα», τίτλος που την ακολουθεί μέχρι και σήμερα, ενώ εξακολουθεί να – πιστεύει ότι – μιλά με γρίφους κι ότι υπάρχουν κάποιοι, που τη θεωρούν αθώα. «Δεν θεωρώ τον εαυτό μου αθώο, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ένοχο. Αλλά στο μέρος που δεν είμαι αθώα, έχω κάνει πολλά λάθη», είχε πει σε συνέντευξή της προ 15 και πλέον χρόνων.

Δευτεροβάθμιο δικαστήριο μείωσε την ποινή της στα 26 χρόνια. Τον Οκτώβριο του 2011 της δόθηκε η δυνατότητα, να βγει από τη φυλακή, με την προϋπόθεση να εργαστεί. «Δεν έχω δουλέψει ποτέ στη ζωή μου, δεν σκοπεύω να το κάνω τώρα», ήταν η απάντησή της.

Τελικά, αποφυλακίστηκε, λόγω καλής διαγωγής, τον Οκτώβριο του 2016, έχοντας εκτίσει 18 χρόνια από την ποινή της κι έχοντας στην άκρη μία τεράστια περιουσία, από συμφωνία της με τον Gucci το μακρινό 1993.

Στον θυρωρό που τραυματίστηκε στη δολοφονική επίθεση και την Franchi, η Reggiani οφείλει αποζημιώσεις, βάσει δικαστικών αποφάσεων.

Η μητέρα της Reggiani, Silvana Barbieri, διαχειριζόταν μέχρι τον θάνατό της, τον Απρίλιο του 2019, τα οικονομικά της κόρης της, αρνούμενη να τους ικανοποιήσει οικονομικά.

Τώρα, η «Μαύρη Χήρα» δηλώνει πως θέλει να γυρίσει σελίδα στη ζωή της και θα κάνει αυτό που είναι σωστό.

Η ζωή, η μοιραία σχέση, ο γάμος και η δολοφονία του Maurizio Gucci θα γίνουν ταινία, με σκηνοθέτη τον Ridley Scott και πρωταγωνίστρια τη Lady Gaga, κάτι που δεν χαροποιεί την Reggiani. Όπως υποστηρίζει, θέλει το ζήτημα να ξεχαστεί, για το καλό των δύο κοριτσιών της. «Δεν θέλω, να ξαναζήσουν την κατάσταση με τον πατέρα τους», λέει.

Φωτογραφίες: AP Images

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.

Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ