Παχυσαρκία Καρδιά: Η εστίαση στα συναισθήματα είναι το κλειδί για τη βελτίωση της καρδιαγγειακής υγείας στην παχυσαρκία


Παχύσαρκα άτομα που παρακολούθησαν εξατομικευμένο πρόγραμμα τροποποίησης του τρόπου ζωής βελτίωσαν την καρδιαγγειακή και ψυχική τους υγεία μέσα σε μόλις 10 εβδομάδες, σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε εχθές (17/06) στο EuroHeartCare – ACNAP Congress 2021, ένα διαδικτυακό επιστημονικό συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας ( ESC). Οι συμμετέχοντες έχασαν βάρος, μείωσαν το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και τα επίπεδα της αρτηριακής τους πίεσης.

“Επικεντρωνόμαστε στην αλλαγή συμπεριφορών και στη βελτίωση της σχέσης των ανθρώπων με το φαγητό”, δήλωσε η συγγραφέας της μελέτης κα Aisling Harris, διαιτολόγος στο Κέντρο Croi Heart and Stroke στο Galway της Ιρλανδίας. Η κα Harris ειδικεύεται στα θέματα καρδιαγγειακής υγείας και τη διαχείριση του βάρους. “Πολλοί συμμετέχοντες έχουν δοκιμάσει δίαιτες με αυστηρούς κανόνες και φοβούνται ότι υπάρχουν τρόφιμα δεν μπορούν να φάνε. Το πρόγραμμά μας δεν έχει ορισμένο σχέδιο διατροφής ή γευμάτων και δεν αποκλείει τρόφιμα. Κάθε άτομο θέτει τους δικούς του στόχους, οι οποίοι εξετάζονται εβδομαδιαίως, και η προσέγγισή μας είναι μη κριτική, η οποία επειτρέπει την καλλιέργεια εμπιστοσύνης με τους συμμετέχοντες”, είπε η κα Harris και προσέθεσε:

“Η παχυσαρκία αναπτύσσεται για πολλούς λόγους και η ενοχή ή αυτο-κατηγορία του ατόμου για το βάρος του μπορεί να το εμποδίσει να λάβει την κατάλληλη υγειονομική περίθαλψη ή συμβουλή”. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε συναισθηματική κατανάλωση, καθώς και ένα αίσθημα αυτο-κριτικής που εμποδίζει το άτομο να ασκηθεί.  “Αναγνωρίζοντας τους παράγοντες που πυροδοτούν αυτές τις συμπεριφορές για κάθε άτομο, μπορούμε να αναπτύξουμε εναλλακτικές στρατηγικές αντιμετώπισης, όλες στο πλαίσιο της εργασίας τους, των ευθυνών της καθημερινής ζωής, των εξωτερικών πιέσεων κ.ο.κ. Για μερικούς ανθρώπους, η είσοδος σε μια ομάδα όπως αυτή μπορεί να είναι η μόνη κοινωνική επαφή που είχαν όλη την εβδομάδα ή ακόμη και για χρόνια. Οι άνθρωποι μοιράζονται τις εμπειρίες τους και αλληλοϋποστηρίζονται”.

Τόσο το υπερβολικό βάρος όσο και η παχυσαρκία σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακές παθήσεις. Η απώλεια βάρους συνιστάται για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης, των λιπιδίων του αίματος και του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 και, συνεπώς, μείωση της πιθανότητας ανάπτυξης καρδιακών παθήσεων.

Το πρόγραμμα των 10 εβδομάδων “Croí CLANN” (Changing Lifestyle with Activity and Nutrition) ξεκίνησε με μια αξιολόγηση από νοσοκόμα, διαιτολόγο και φυσικοθεραπευτή και βασικές μετρήσεις βάρους, αρτηριακής πίεσης, χοληστερόλης, γλυκόζης στο αίμα, φυσικής κατάστασης και επιπέδων άγχους και κατάθλιψης. Εξατομικευμένοι στόχοι και σχέδιο διαχείρισης συμφωνήθηκαν σε συνεργασία με κάθε ασθενή.

Οι συμμετέχοντες παρακολούθησαν μια συνεδρία 2,5 ωρών κάθε εβδομάδα για 8 εβδομάδες. Τα πρώτα 30 λεπτά αφιερώθηκαν στη ρύθμιση των στόχων. Στη συνέχεια, ακολούθησε ένα μάθημα άσκησης 1 ώρας με επικεφαλής τον φυσικοθεραπευτή. Ακολούθησε μια ομιλία (1 ώρας) σε θέματα όπως η υγιεινή διατροφή, τα μεγέθη των μερίδων, η ανάγνωση των ετικετών στα τρόφιμα, η διαφορά μεταξύ της συναισθηματικής και σωματικής πείνας, οι τεχνικές διαχείρισης άγχους (π.χ. διαλογισμός), η σωματική δραστηριότητα, οι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και η πραγματοποίηση και διατήρηση των αλλαγών. Οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν ιχνηλάτες σωματικής δραστηριότητας και κράτησαν ημερολόγια φαγητού για να εντοπίσουν τους παράγοντες που προκαλούσαν την συναισθηματική κατανάλωση.

Την τελευταία εβδομάδα πραγματοποιήθηκε επαναξιολόγηση του προγράμματος με τη νοσοκόμα, τον διαιτολόγο και τον φυσιοθεραπευτή που κατέγραψαν τα αποτελέσματα, τα οποία ακολούθως παραπέμφθηκαν στο νοσοκομείο.

  • Πάνω από τα τρία τέταρτα των συμμετεχόντων (78%) ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα.
  • Οι βαθμολογίες άγχους και κατάθλιψης μειώθηκαν κατά 1,5 και 2,2 βαθμούς, αντίστοιχα, κατά τη διάρκεια του προγράμματος.
  • Η μέση μείωση του σωματικού βάρους ήταν συνολικά 2,0 κιλά, με το 27,2% των συμμετεχόντων να χάνουν περισσότερο από το 3% του αρχικού τους βάρους.
  • Το ποσοστό επίτευξης των συνιστώμενων επιπέδων σωματικής δραστηριότητας αυξήθηκε κατά 31%.
  • Υπήρξαν σημαντικές μειώσεις της ολικής χοληστερόλης, της λιποπρωτεΐνης χαμηλής πυκνότητας (LDL) και της αρτηριακής πίεσης.
  • Σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, το ποσοστό επίτευξης του συνιστώμενου στόχου σακχάρου στο αίμα αυξήθηκε από 47,6% σε 57,4%.

 

Η κα Harris κατέληξε στο συμπέρασμα: «Σχεδόν οκτώ στα δέκα άτομα ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα που υποδηλώνει ότι το περιεχόμενο και η μορφή ήταν αποδεκτά και αποτελεσματικά. Παρατηρήσαμε βελτιώσεις σε όλα τα αποτελέσματα ψυχοκοινωνικής και σωματικής υγείας κατά τη διάρκεια μιας σχετικά σύντομης περιόδου που δείχνει ότι το εν λόγω πρόγραμμα θα μπορούσε να είναι ένα μοντέλο παροχής υπηρεσιών και για άλλα κέντρα”.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ