Διπλή απειλή για την Ελλάδα οι υψηλές τιμές καυσίμων και ο ελλιπής ενεργειακός εφοδιασμός


Οι ακραίες μεταβολές των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου και του αργού πετρελαίου σε συνδυασμό με τις στρεβλώσεις στο ισοζύγιο προσφοράς – ζήτησης και την άνοδο των δικαιωμάτων εκπομπών αερίων ρύπων προκαλούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ ανατιμήσεων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Αλλά οι τιμές είναι η μία παράμετρος της εξίσωσης. Το άλλο είναι ο ενεργειακός εφοδιασμός της χώρας.

Αυτή την οπτική έδωσε χθες ο επικεφαλής του Ομίλου Μυτιλιναίος, Ευάγγελος Μυτιληναίος, μιλώντας στο συνέδριο «Η Ελλάδα μετά» που διοργάνωνε ο Κύκλος Ιδεών. Αρχικά τόνισε πως η Ευρώπη αποφάσισε να προχωρήσει με ταχύτατο ρυθμό στην απανθρακοποίηση, χωρίς σχέδιο και χωρίς τις απαραίτητες επενδύσεις και εν συνεχεία επεσήμανε πως δεν δημιουργήθηκαν εγκαίρως υποδομές για την αποθήκευση αποθεμάτων ασφαλείας φυσικού αερίου.

«Θα έπρεπε να υπάρχουν αποθέματα φυσικού αέριου όπως συμβαίνει και με το πετρέλαιο. Τώρα με την κρίση έγινε αντιληπτό ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αποκτήσει μεγάλους χώρους αποθήκης φυσικού αερίου. Πάμε χωρίς σχέδιο στην κατασκευή αιολικών και φωτοβολταϊκών και ξεχνούμε τη στοχαστικότητα των τεχνολογιών, που δε λειτουργούν όταν δε φυσά ή δεν έχει ήλιο. Ο άνεμος και ο ήλιος δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την παροχή ενέργειας όταν αυτή ζητείται από το δίκτυο γιατί δεν υπάρχει μεγάλης έκτασης αποθήκευση ενέργειας», είπε.

Προς επίρρωση των λεγομένων του κ. Μυτιλιναίου χθες οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη κινήθηκαν ακόμη υψηλότερα εν μέσω ανησυχιών πως οι εσιαγωγές από τη Ρωσία δεν θα είναι επαρκείς . Η τιμή του ολλανδικού συμβολαίου του φυσικού αερίου σημείωσε άνοδο 1,7% στα 86,67 δολάρια τη θερμική MWhν(Μεγαβατώρα), αφότου είχε προηγουμένως φτάσει να υποχωρεί έως και 5%.

Τί σημαίνει αυτό για τα ελληνικά νοικοκυριά;

Πάνω από 500.000 οικιακοί καταναλωτές που κάνουν χρήση του καυσίμου για θέρμανση και μαγείρεμα θα αρχίσουν λαμβάνουν φουσκωμένους λογαριασμούς με το πάτημα του διακόπτη για την εκκίνηση των καλοριφέρ. Οι αυξήσεις που θα υποστούν φέτος κατά τη χειμερινή σεζόν θα είναι τεράστιες, με τις εκτιμήσεις να δίνουν υψηλότερο κατά 110% κόστος.

Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους αρμόδιοι αξιωματούχοι, ένα μέσο νοικοκυριό στην Αττική καταναλώνει 1 θερμική MWh μηνιαίως και στη Βόρεια Ελλάδα 2 MWh.

Πέρυσι το κόστος ήταν 37 με 40 ευρώ και φέτος ανέρχεται στα 86 ευρώ μηνιαίως για τα νοικοκυριά της Αττικής. Για τους κατοίκους των περιοχών της Θεσσαλονίκης και της Θεσσαλίας η δαπάνη ανά μήνα θέρμανσης ήταν στα 80 ευρώ και θα εκτιναχθεί στα 170 ευρώ. Μόνον το 15% αυτού του κόστους θα καλύψει η έκπτωση της ΔΕΠΑ και αυτό μόνο για τους παρόχους που συνεργάζονται με την επιχείρηση αερίου.


Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ