Ο «αναρχοαυτόφωτος» Τζίμης Πανούσης: Τέσσερα χρόνια από το φευγιό του λείπει περισσότερο από ποτέ


Αναμνήσεις από την τελευταία μου συνάντηση με τον Τζίμη Πανούση λίγο πριν «φύγει» από τη ζωή στις 13 Ιανουαρίου 2018.

Ήταν Σάββατο μεσημέρι 13 Ιανουαρίου του 2018 και το τηλέφωνο άρχισε ξαφνικά να κουδουνίζει μανιασμένα. «Πέθανε ο Τζιμάκος», ακούγεται από την άλλη άκρη της γραμμής… Παύση, σοκ και συγχρόνως άρνηση να το πιστέψεις. «Αποκλείεται, μας κάνει πλάκα», ήταν η πρώτη αντίδραση, η πρώτη κουβέντα που βγήκε από τα χείλη. Δυστυχώς δεν ήταν έτσι. Ο Τζιμάκος είχε υποστεί καρδιακό επεισόδιο στο σπίτι του και αυτή τη φορά δεν άντεξε, δεν τα κατάφερε. Αναχώρησε για αλλού, σε ηλικία μόλις 63 ετών.

«Σε χάχανα και γέλια να χαθώ», έγραφε το λακωνικό μήνυμα αποχαιρετισμού για τον Τζίμη Πανούση στην επίσημη ιστοσελίδα του. Εκείνο το μεσημέρι, ο Τζιμάκος δεν σκόρπισε ούτε γέλια, ούτε χάχανα, όπως συνήθιζε. Για πρώτη του και τελευταία φορά, μας βύθισε στη θλίψη και τη σιωπή.

Με τον Τζίμη Πανούση γνωριζόμασταν αρκετά. Η τελευταία φορά που τον συνάντησα ήταν λίγο πριν «φύγει» από τη ζωή. Θα μου έδινε συνέντευξη για τις παραστάσεις που θα ξεκινούσε στο Κύτταρο, εκεί όπου είχε καταρρεύσει στις 2 Δεκεμβρίου 2017, ύστερα από κρίση κολπικής μαρμαρυγής και χρειάστηκε να υποβληθεί σε αγγειοπλαστική επέμβαση.

«Σταματήσαμε λόγω αιφνίδιου θανάτου που… αναβλήθηκε επ’ αόριστον», δήλωνε χαρακτηριστικά ο γνωστός Τζιμάκος, χωρίς κανείς μας να φαντάζεται πόσο κοντά ήταν τελικά εκείνος «ο αιφνίδιος θάνατος» που έλεγε…

Αυτό που πρέπει να γνωρίζει το κοινό είναι ότι ο Τζιμάκος κάτω από τη σκηνή δεν είχε καμία σχέση με την περσόνα που μας παρουσίαζε στις παραστάσεις του. Ήταν ένας ήσυχος και σοβαρός άνθρωπος, δεν επιζητούσε να βρίσκεται στο επίκεντρο της παρέας, δεν έβριζε, υπήρξε αγοραφοβικός, όμως πάντα τον χαρακτήριζε το ευφυές χιούμορ και σχόλιό του. Επίσης, όταν συζητούσες μαζί του καταλάβαινες την βαθιά ευαισθησία του, άκουγες τους προβληματισμούς του, τις ανησυχίες, την απογοήτευσή του για την κοινωνικοπολιτική κατάσταση και το αδιέξοδο που θα αντιμετώπιζαν οι νεότερες γενιές.

Όπως μου εξηγούσε ο ίδιος, ο χαρακτήρας που έπαιζε πάνω στη σκηνή ήταν ένας ρόλος που τον είχε βοηθήσει στην αγοραφοβία του. Η μεταμόρφωσή του, η αγάπη του κόσμου, λειτουργούσε ως μια μορφή ψυχοθεραπείας για εκείνον, ήταν το καλύτερο «φάρμακο». Όταν ένιωθε πως του έλειπε το κουράγιο και η δύναμη μπορούσε να βγει στους δρόμους της γειτονιάς του για να μιλήσει με τον κόσμο να λάβει αγάπη και αποδοχή. Άλλοτε «δραπέτευε» στην Αντίπαρο ή στο σπίτι του στην Άνδρο, κοντά στον Πατέρα Ευδόκιμο στην Ιερά Μονή Παναχράντου με τον οποίο τον έδενε μια ιδιαίτερη σχέση.

Πάνω από όλα όμως ο Τζιμάκος, όπως συνήθιζε να αυτοπροσδιορίζεται, ήταν «αναρχοαυτόφωτος» και κομμουνιστής χωρίς το «κο»!

Συναντηθήκαμε λοιπόν στο σπίτι του στο Παλαιό Ψυχικό για να μου δώσει την τελευταία του συνέντευξη στον φακό της κάμερας… Αυτό που θυμάμαι έντονα από εκείνη την τελευταία μας κουβέντα, ήταν οι συχνές αναφορές του στον θάνατο. «Έχω πάει στο θάνατο και έχω έρθει τρεις φορές και ήθελα πριν πεθάνουμε να κάναμε εκείνο το ιστορικό reunion με τις Μουσικές Ταξιαρχίες», σχολίασε για την σύντομη επανένωση με το συγκρότημα πριν μερικά χρόνια για περιορισμένο αριθμό συναυλιών.

Μου μίλησε και για τις τρεις φορές που βρέθηκε κοντά στον θάνατο και τον έσωζε πάντα η σκέψη της μικρής του κόρης της Φωτεινής, από το δεύτερο γάμο του, με την Αθηνά. Θυμήθηκε όταν έχασε τη μητέρα του αλλά και την απόγνωση που ένιωσε όταν πέθανε ο μικρότερος αδερφός του από καρκίνο και τη διέξοδο που βρήκε στη μεταφυσική και την αστρολογία.

Ήταν όμως και ενθουσιασμένος για ένα όνειρό του που μου εξομολογήθηκε λίγο πριν φύγω.Τον φαντασιακό Βελουχιώτη που ήθελε να κάνει στον κινηματογράφο, με τίτλο «Βάρκιζα Τέλος». Το όνειρο είχε γίνει σχέδιο και ανυπομονούσε να το κάνει πραγματικότητα και να μας το παρουσιάσει.

Ακόμα ένα όνειρό του ήταν και ο «Πολυχώρος ΚΚΚ», το «Κέντρο Κουλτούρας και Κατανάλωσης» που ήθελε να φτιάξει στο κέντρο της Αθήνας. Μιλούσε για αυτό και έβλεπες το πρόσωπό του να φωτίζεται. Ο «Πολυχώρος ΚΚΚ» θα είχε έναν ραδιοφωνικό σταθμό, ένα… περίεργο εστιατόριο που το είχε οραματιστεί από παιδί (μονοθεματικό) και ένα live club.

Τα όνειρα έμειναν όνειρα… Και ο Τζιμάκος από τις 13 Ιανουαρίου του 2018 δεν μένει πια εδώ. Τέσσερα χρόνια από το φευγιό του και λείπει περισσότερο από ποτέ

Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.

Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ