Πώς θα αποφύγει τη χρεοκοπία η Τουρκία


Όταν μετακόμισα στην Κωνσταντινούπολη το 2006, ένας παλιός φίλος ο οποίος ζούσε για χρόνια στην Τουρκία μου εκμυστηρεύτηκε κάτι πολύ σημαντικό: το να προσπαθείς να καταλάβεις τη χώρα είναι σαν να πίνεις την τοπική ρακί. Το ποτό είναι αρχικά εντελώς διάφανο, αλλά όταν αναμειγνύεται με νερό θολώνει. Μερικά ποτηράκια από το εύγεστο αυτό απόσταγμα (ότι πρέπει με φρέσκο καλαμάρι) προκαλούν, στην καλύτερη περίπτωση, μια μικρή μέθη.

Ομοίως, όσο περισσότερο προσπαθεί κανείς να καταλάβει την Τουρκία, τόσο πιο θολά του φαίνονται τα πράγματα. Έφυγα από την Κωνσταντινούπολη δύο μήνες πριν την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Έκτοτε, επισκέπτομαι τη χώρα τακτικά και συνεπώς έχω παρατηρήσει τα σύννεφα που ρίχνουν τη σκιά τους στις θετικές εξελίξεις που διαπίστωσα κατά τη δεκαετή παραμονή μου.

Εδώ και πολλά χρόνια, η οικονομία της Τουρκίας έχει βιώσει μια άνευ προηγουμένου οικονομική επέκταση. Το ΑΕΠ της έχει αυξηθεί από τα $273 δισ. το 2000 στα $851 δισ. το 2017, καθιστώντας τη μια από τις μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες στον κόσμο. Η συνετή δημοσιονομική πολιτική και το περιορισμένο εξωτερικό δημόσιο χρέος οδήγησαν σε χαμηλότερο πληθωρισμό και πιο ανεκτά επιτόκια. Εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν από τη φτώχεια, με το κατά κεφαλήν εισόδημα να εκτινάσσεται από τα $9.000 στα $27.000 σήμερα. Από αεροδρόμια και δρόμους μέχρι σχολεία και νοσοκομεία, οι υποδομές άνθισαν.

Την ίδια στιγμή, η χώρα κατέγραψε σημαντική πρόοδο στην ειρηνική συνύπαρξη διαφορετικών μεταξύ τους πολιτισμικών ομάδων. Τα σημαντικά βήματα που έγιναν στο κουρδικό οδήγησαν σε νέους κανονισμούς και ρυθμίσεις οι οποίες εμβάθυναν την ανεκτικότητα απέναντι στις μειονότητες.

Εξαιτίας αυτού του φιλικού προς τις επιχειρήσεις κλίμα, η Τουρκία έγινε το αγαπημένο παιδί των αγορών. Η χρηματιστηριακή της αγορά γνώρισε εκρηκτική ανάπτυξη και ο τραπεζικός της τομέας περιγραφόταν συχνά ως ο πιο ανθεκτικός και υγιής σε όλο τον κόσμο. Απόρροια τούτου ήταν οι επενδυτές των private equity να συρρέουν τακτικά για την αγορά τουρκικών στοιχείων ενεργητικού αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Oι άμεσες ξένες επενδύσεις έφτασαν σε επίπεδο ρεκόρ το 2006 και το 2007, ξεπερνώντας τα $20 δισ. Με άλλα λόγια, η οικονομία ήταν «καυτή», με τουρκικούς εταιρικούς κολοσσούς να είναι έτοιμοι να αγοράσουν σημαντικά στοιχεία ενεργητικού σε όλο τον κόσμο.

Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια κλιμακώθηκαν οι εντάσεις ανάμεσα στους κατά κύριο λόγο δυτικόφρονες Κεμαλιστές και τη μεγάλη μάζα της υπαίθρου η οποία τείνει προς ένα πιο θρησκευτικό τρόπο ζωής. H ισχύς μεταφέρθηκε από τους Κεμαλιστές και το στρατό σε μια νέα θρησκευτική, επιχειρηματική και πολιτική ελίτ, η οποία δεν ενδιαφέρεται να διατηρήσει τις κοσμικές αξίες τις οποίες ενστερνιζόταν ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο ιδρυτής της τουρκικής δημοκρατίας.

Ενώ έχει λάβει χώρα η στροφή αυτή, η οικονομία έχει υπερθερμανθεί, με την Τουρκία να καταγράφει τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση του ιδιωτικού χρέους προς το ΑΕΠ από το 2009, πίσω μόνο από την Κίνα.
Mετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα το 2016, η χώρα έχει δει το κοινοβουλευτικό της σύστημα να αλλάζει δραματικά. Τα θεσμικά αντίβαρα έχουν διαβρωθεί, καθώς η ισχύς έχει μετατοπιστεί προς ένα αντιπροσωπευτικό προεδρικό σύστημα με έναν άνδρα στο τιμόνι, τον Ρεσέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Αφότου έχρισε τον άπειρο κουμπάρο του υπουργό Οικονομικών και έδιωξε τον Μεχμέτ Σιμσέκ, έναν πρώην τραπεζίτη της Merrill Lynch, ο Ερντογάν έδωσε στον εαυτό του την αποκλειστική δικαιοδοσία να ορίσει τον νέο κυβερνήτη της κεντρικής τράπεζας. Παρομοίως, το νομικό σύστημα, η αστυνομία και τα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται ουσιαστική από την κυβέρνηση. Έκθεση την οποία ετοίμασε ο Διεθνής Οργανισμός Δικαιοσύνης κατατάσσει την Τουρκία στην 101η θέση μεταξύ 113 χωρών στο δείκτη για το κράτος δικαίου και 107η για την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης και της ελευθερίας του τύπου. Παρά την καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τη φυλάκιση πολιτικών της αντιπολίτευσης, πολλοί αξιοσέβαστοι πολίτες όπως ο επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος Οσμάν Καβάλα παραμένουν στη φυλακή χωρίς να έχουν δικαστεί.

H σοκαριστική μεταστροφή της Τουρκίας έχει οδηγήσει σε απώλεια αξιοπιστίας και καταστροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Τα επιτόκια δανεισμού σε τουρκική λίρα αυξήθηκαν πάνω από το 35%. Η τουρκική λίρα έχασε περίπου το 70% της αξίας της έναντι άλλων σκληρών νομισμάτων τα τελευταία δέκα χρόνια.

Με το χρέος της Τουρκίας σε ξένο νόμισμα να βρίσκεται στα $466,7 δισ. (τον Ιούνιο του 2018) ή 54% του ΑΕΠ, το αδύναμο νόμισμα δημιουργεί υψηλό ρίσκο όσον αφορά τις πληρωμές σε σκληρό νόμισμα. Ο πληθωρισμός παραμένει επίσης υψηλός κοντά στο 20%. Και ενώ η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια, η αντίδραση ήρθε πολύ αργά. Η ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας επιβραδύνθηκε στο 1,6% το τρίτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.

Το ΔΝΤ έχει αναθεωρήσει την πρόβλεψη του για την ανάπτυξη της Τουρκίας το 2019 από το 4% στο 0,4%. Το 2017 η ανάπτυξη ανήλθε στο 7,4% και το 2018 υπολογίζεται ότι ήταν στο 3,5%. Και μολονότι μια επιβράδυνση είναι καλοδεχούμενη, υπάρχει πλέον η απειλή της ύφεσης.

Παρά τα πολιτικά σύννεφα που έχουν συγκεντρωθεί τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία μπορεί να επιστρέψει στο μονοπάτι της επιτυχίας. Για να το κάνει αυτό, είναι πολύ σημαντικό η χώρα να ξαναμπεί στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων και της σύνεσης, ώστε να διασφαλίσει ότι θα κρατήσει τα ταλέντα και τις καινοτόμες ιδέες.

Πρέπει να εγκαταλείψει την ακραία πόλωση και να επιτρέψει σε μια νέα γενιά ηγετών να αναδυθεί. Η Τουρκία πρέπει να δεσμευτεί πολύ σύντομα σε ένα αξιόπιστο μακροοικονομικό πρόγραμμα σταθεροποίησης και πραγματιστικών νομισματικών και δημοσιονομικών μέτρων για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών.

Η χώρα έχει όλα τα συστατικά που απαιτούνται για βιώσιμη ανάπτυξη. Έχει ορισμένους από τους πιο ισχυρούς και δραστήριους επιχειρηματικούς ομίλους στον αναδυόμενο κόσμο. Πολλές από τις εταιρείες αυτές είναι καλά προετοιμασμένες για μια εποχή μεγαλύτερης μεταβλητότητας και σε μεγάλο βαθμό ήταν ιδιαίτερα προσεκτικές να μην εκτεθούν υπερβολικά σε χρέος σε ξένο νόμισμα.

Με την αποδυνάμωση της λίρας, οι τουρκικές εταιρείες θα είναι σε καλύτερη θέση να αρπάξουν μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς εξαγωγών. Το διαρθρωτικό εμπορικό έλλειμμα συρρικνώνεται. Την ίδια στιγμή, η νομισματική κρίση έχει καταστήσει τις επενδύσεις στην Τουρκία σχετικά φθηνές για τους επενδυτές. Το 2019, έχει ξεκινήσει καλά για το τουρκικό χρηματιστήριο, το οποίο πραγματοποίησε άλμα πάνω από 16% τον Ιανουάριο σε μια από τις καλύτερες εκκινήσεις εδώ και πολλά χρόνια.

Οπότε, καθώς απολαμβάνω ένα ποτήρι ρακί με τους φίλους μου στην Κωνσταντινούπολη, ελπίζω ότι τα οικονομικά και πολιτικά σύννεφα θα απομακρυνθούν από την Τουρκία.

Η χώρα και ο λαός της το αξίζουν.

Του Carlos Hardenberg

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ