Ποια είναι η καλή και ποια η κακή μαμά;


Πολλές μητέρες ανησυχούν κατά πόσο είναι όντως καλές μητέρες

Συχνός προβληματισμός που απασχολεί κυρίως τις νέες μητέρες, οι οποίες προσπαθούν να ανακαλύψουν τον ρόλο τους και συχνά επηρεάζονται από τις απόψεις άλλων μαμάδων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε ομάδες του facebook ή forums.

Η καλή μαμά, όμως, δεν είναι συνταγή. Είναι ο δεσμός ζωής που χτίζει μια γυναίκα με τα παιδιά της και που σε μεγάλο βαθμό καθορίζει τις μετέπειτα σχέσεις που αυτά θα σχηματίσουν.

Για να ορίσουμε μια μαμά ως «καλή» ή «κακή» είναι απαραίτητο να έχουμε ένα σημείο αναφοράς, κι αυτό είναι οι ανάγκες του κάθε παιδιού, οι οποίες στην αρχή της ζωής είναι περίπου ίδιες για όλα τα βρέφη τυπικής ανάπτυξης.

Καθώς όμως τα παιδιά μεγαλώνουν, οι ανάγκες αυτές διαφοροποιούνται σημαντικά, επομένως δεν είναι εύκολο να ορίσουμε ποια μαμά είναι καλή και ποια κακή. Πιο μεγάλη σημασία, όμως, έχει να είναι μια «επαρκώς καλή μαμά».

Ο όρος «επαρκώς καλή μητέρα» διατυπώθηκε αρχικά από τον Winnicott, έναν ψυχαναλυτή και παιδίατρο, ο οποίος στην ουσία αναφέρει πως καλή μητέρα είναι εκείνη που προσαρμόζεται ενεργητικά στις ανάγκες του βρέφους της. Μπορεί, δηλαδή, με την ενσυναίσθηση να αναγνωρίσει ποιες ανάγκες έχει το παιδί της και να ανταποκριθεί σε αυτές άμεσα και αποτελεσματικά. Κατά τον Winnicott, η ενεργητική αυτή προσαρμογή σταδιακά μειώνεται όσο το βρέφος μεγαλώνει, γεγονός που το κάνει ικανό να δέχεται σταδιακά τις ματαιώσεις, οπότε δομείται ο ψυχικός του εαυτός. Όσο φτάνει στον δεύτερο χρόνο της ζωής του το παιδί αρχίζει και ανεξαρτητοποιείται, αφενός επειδή μπορεί να περπατά και να μιλά αλλά αφετέρου επειδή μπορεί να δέχεται τα «όχι» της μητέρας του.

Στη σύγχρονη ψυχολογία οι ιδέες αυτές έχουν εξελιχθεί και επαναδιατυπωθεί αρκετές φορές, η ουσία ωστόσο παραμένει η ίδια.

Μια μητέρα για να χαρακτηριστεί ως καλή δεν πρέπει να είναι τέλεια, αρκεί να αντιδρά στις ανάγκες του παιδιού της με ετοιμότητα, δίνοντάς του πάντα το περιθώριο να μάθει και να ανακαλύψει μόνο του τον κόσμο αλλά και τα δικά του όρια μέσα σε αυτόν.

Μια μαμά που τρέχει συνεχώς πίσω από το παιδί της φοβούμενη μην πέσει ακόμα και σε ελεγχόμενα περιβάλλοντα, του δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν είναι ικανό να ανταπεξέλθει μόνο του ή ότι το περιβάλλον είναι επικίνδυνο γι’ αυτό.

Αντίθετα, και η μη χρήση ορίων και ελέγχου από τους γονείς δεν ενισχύει το παιδί να αποκτήσει το ίδιο τον έλεγχο για τη συμπεριφορά του, καθώς αισθάνεται λαθεμένα πως επιτρέπονται τα πάντα, όλα είναι σωστά και δεν υπάρχουν συνέπειες για τις πράξεις του.

Μια μαμά, λοιπόν, δεν είναι καλή αν είναι μόνο κουλ ή δεν είναι κακή αν τρέχει συνέχεια πίσω από το παιδί της. Τα παιδιά δεν χρειάζονται τέλειες μαμάδες αλλά μαμάδες που νοιάζονται.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ