Σε αυτή τη μακρινή γη κατόρθωσαν να βρουν ένα ασφαλές καταφύγιο για να στήσουν από την αρχή ένα σπιτικό και να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους έχοντας πάντα ως όνειρο να γυρίσουν στην Ελλάδα και στα πάτρια εδάφη τους
Μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στον Εμφύλιο Πόλεμο, δεκάδες εκατοντάδες μαχητές ΕΛΑΣ προκειμένου να γλυτώσουν από τις διώξεις, τα βασανιστήρια και τις εκτελέσεις, πέρασαν τα σύνορα και εγκαταστάθηκαν σε χώρες, οι οποίες εκείνη την εποχή ανήκαν στη σφαίρα επιρροής της τότε Σοβιετικής Ένωσης όπως η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Γιουγκοσλαβία, η Τσεχοσλοβακία, η Πολωνία.
Πολλοί από αυτούς μάλιστα ταξίδεψαν μέχρι την κεντρική Ασία στην Τασκένδη, πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν, το οποίο ήταν μια από τις 15 πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες από το 1924 μέχρι και τον Αύγουστο του 1991.
Σε αυτή τη μακρινή γη κατόρθωσαν να βρουν ένα ασφαλές καταφύγιο για να στήσουν από την αρχή ένα σπιτικό και να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους έχοντας πάντα ως όνειρο να γυρίσουν στην Ελλάδα και στα πάτρια εδάφη τους.
Κάποιοι, κυρίως μετά την πτώση της Χούντας, τα κατάφεραν όμως για άλλους τα χώματα του Ουζμπεκιστάν ήταν τα τελευταία που περπάτησαν.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι τότε πολιτικοί πρόσφυγες ήταν ότι δεν τους δόθηκε πότε η ιθαγένεια της χώρας παραμονής, όπου διαβιούσαν, με αποτέλεσμα να θεωρούνται απάτριδες μέχρι να μπορέσουν να επανακτήσουν την ελληνική.
Ωστόσο παρά τις δυσκολίες δημιούργησαν με κόπους μια ζωντανή κοινότητα, η οποία ρίζωσε και αναπτύχθηκε στα βάθη της Ανατολής.
Σήμερα η ελληνική κοινότητα στην Τασκένδη αριθμεί περίπου 1200-1500 άτομα κυρίως απόγονοι των πολιτικών προσφύγων.
Δυστυχώς όμως ακόμη και σήμερα αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να αποκτήσουν την ελληνική υπηκοότητα, ενώ το να αποκτήσουν βίζα για να ταξιδέψουν στην Ελλάδα και να δουν τους συγγενείς τους αποτελεί ολόκληρη Οδύσσεια, χωρίς μάλιστα πολλές φορές να φτάσουν στην… Ιθάκη.
Σημείο αναφοράς των ομογενών της Τασκένδης είναι το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο που έχτισαν οι πρώτοι πολιτικοί πρόσφυγες με τα ίδια τους τα χέρια και αποτελεί το καμάρι της ελληνικής κοινότητας.
Και ενώ οι χώροι που διαθέτει φτάνουν για να δημιουργηθεί στην Ασία ένας φάρος ελληνικού πολιτισμού όπου θα διδάσκεται η γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα μας, δυστυχώς για δεκαετίες η ελληνική πολιτεία κωφεύει.
Αποτέλεσμα αυτής της αδιαφορίας είναι το κτήριο να στέκεται όρθιο και να παραμένει υπό την ιδιοκτησία των ομογενών χάρη στις τιτάνιες προσπάθειες των ίδιων όμως, όπως λέει στη Voria.gr, ο Πρόεδρος του Πολιτιστικού Κέντρου Κώστας Πολίτης χωρίς την βοήθεια του ελληνικού κράτους αυτό δεν θα μπορεί να συμβαίνει επ’ άπειρον.
«Προσωπικά έχω κάνει μεγάλη προσπάθεια να αναστηλωθεί και να συντηρηθεί το Πολιτιστικό Κέντρο, έχουμε καταφέρει κάποια πράγματα να γίνουν, κάνουμε κάθε εβδομάδα εκδηλώσεις, ανεβαίνουν θεατρικές παραστάσεις, αλλά οι πόροι μας δεν επαρκούν», λέει.
Το Πολιτιστικό Κέντρο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως σχολείο για τα παιδιά των ομογενών που θέλουν να μάθουν ελληνικά, όμως, όπως αναφέρει ο κ. Πολίτης, παρά τις προσπάθειες και την αλληλογραφία με τα αρμόδια υπουργεία, δεν υπάρχει κανένα αποτέλεσμα.
«Εδώ και 15 χρόνια το κράτος σταμάτησε να στέλνει δασκάλους με αποτέλεσμα η γλώσσα μας να χάνεται. Παλεύουμε μόνοι μας να τη διατηρήσουμε με μαθήματα που κάνουμε εμείς οι ίδιοι στα παιδιά, όπως μπορούμε, γιατί δεν είναι αυτό το επάγγελμά μας» σημειώνει.
Ο κ. Πολίτης επισημαίνει ότι η ίδρυση πρόσφατα Ελληνικής Πρεσβείας στο Ουζμπεκιστάν είναι πολύ σημαντικό γεγονός και ελπίζει το επόμενο βήμα να είναι η λειτουργία και Προξενείου, προκειμένου οι ομογενείς να μην αναγκάζονται να ταξιδέψουν μέχρι τη Μόσχα προκειμένου να εξυπηρετηθούν από το εκεί Ελληνικό Προξενείο.
«Αυτό είναι η κύρια πηγή των προβλημάτων μας καθώς πρέπει να ταξιδεύουμε μέχρι τη Μόσχα για να μπορέσουμε αν τα καταφέρουμε να εκδώσουμε βίζα ή να βγάλουμε κάποια άλλα πιστοποιητικά που μας χρειάζονται», επισημαίνει ο κ. Πολίτης.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα όλων, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι δεν μπορούν να πάρουν την ελληνική υπηκοότητα.
«Υπάρχουν εκατοντάδες άνθρωποι, οι οποίοι είναι ομογενείς ελληνικής καταγωγής και δεν έχουν δυνατότητα να πάρουν την ελληνική υπηκοότητα. Δυστυχώς για το ελληνικό κράτος θεωρούμαστε αλλοδαποί. Όσο και αν είναι αυτονόητο ότι ένας που έχει ελληνικό επώνυμο θέλει να γίνει Έλληνας η νομοθεσία και η γραφειοκρατία σχεδόν δεν το επιτρέπουν. Για παράδειγμα όταν ο παππούς έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, το παιδί γεννήθηκε στην Τασκένδη, ο εγγονός που θέλει να πάρει την υπηκοότητα δεν μπορεί καθώς έχει χαθεί η πολιτογράφηση», αναφέρει.
Προσθέτει ακόμη πως υπάρχουν ομογενείς που επιθυμούν να έρθουν στην Ελλάδα να δουν τους συγγενείς τους, άλλα δεν μπορούν, καθώς υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες ακόμη και στην έκδοση βίζας.
«Πληρώνουν 250 ευρώ για να καταθέσουν τα δικαιολογητικά, ταξιδεύουν μέχρι το Προξενείο στη Μόσχα να καταθέσουν τα χαρτιά και στο τέλος η αίτηση απορρίπτεται. Αυτά τα λεφτά εδώ αποτελούν ένα μηνιάτικο και στο τέλος δεν υπάρχει θετική έκβαση. Δεν είναι δυνατόν ένας ομογενής να μην μπορεί να εξασφαλίσει μια βίζα έστω για τρία χρόνια! Είναι εξευτελιστικό για την υπερηφάνεια ενός ανθρώπου που θεωρεί τον εαυτό του Έλληνα, η πατρίδα του να τον αντιμετωπίζει ως Ουζμπέκο», λέει με παράπονο.
Τα προβλήματα της ελληνικής κοινότητας της Τασκένδης ανέδειξε ο βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης και καθηγητής Ιατρικής του ΑΠΘ, Δρ. Μιχαήλ Χουρδάκης, ο οποίος κατέθεσε ερώτηση προς την υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, και την υπουργό Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Σοφία Ζαχαράκη, ενώ την ερώτηση συνυπογράφουν οι βουλευτές του Κινήματος Δημοκρατίας Αλέξανδρος Αυλωνίτης, Γιώτα Πούλου, Θεοδώρα Τζάκρη και Ραλλία Χρηστίδου.
Ο κ. Χουρδάκης ζητά από τις αρμόδιες υπουργούς να εξετάσουν τη δυνατότητα οικονομικής και θεσμικής ενίσχυσης του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου, την αποστολή δασκάλων για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και τη συμμετοχή των Ελλήνων της Κεντρικής Ασίας σε δράσεις της οργανωμένης ελληνικής διασποράς.
Ο βουλευτής Θεσσαλονίκης μιλώντας στη Voria.gr σημειώνει πως η ελληνική κοινότητα της Τασκένδης δεν είναι η μοναδική του εξωτερικού που αντιμετωπίζει προβλήματα από την αδιαφορία της ελληνικής πολιτείας.
«Θέλουμε να είμαστε μια χώρα που προστατεύει, φροντίζει και αγαπάει τους πολίτες της με ή χωρίς ελληνικό διαβατήριο ή θέλουμε να είμαστε απλά διεκπεραιωτές; Μάλλον το δεύτερο είμαστε», τονίζει με νόημα.
Ο κ. Χουρδάκης υπογραμμίζει ότι αυτά τα ζητήματα άπτονται της ευρύτερης εξωτερικής πολιτικής επισημαίνοντας ότι αν συνεχιστεί αυτή η τακτική οι απανταχού ομογενείς θα αποκοπούν εντελώς από την μητέρα Ελλάδα.
Πηγή: Voria.gr

