Ο σεισμός των 8,8 Ρίχτερ στην Καμτσάτκα προκάλεσε κύματα που έφτασαν μέχρι την ιονόσφαιρα και το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης «Guardian» της NASA ήταν εκεί για να τα εντοπίσει
Τον Ιούλιο του 2025 σημειώθηκε ένας από τους ισχυρότερους σεισμούς των τελευταίων 15 ετών – μια σεισμική δόνηση μεγέθους 8,8 Ρίχτερ έπληξε τη χερσόνησο Καμτσάτκα της Ρωσίας. Μέσα σε λίγα λεπτά, προειδοποιητικά σήματα ενεργοποιήθηκαν σε ολόκληρο τον Ειρηνικό και εκατομμύρια άνθρωποι κλήθηκαν να εκκενώσουν παράκτιες περιοχές, ανάμεσά τους και δύο εκατομμύρια κάτοικοι της Ιαπωνίας.
Παρότι το τσουνάμι είναι φαινόμενο που δύσκολα εντοπίζεται στον ανοιχτό ωκεανό – καθώς κινείται προς τις ακτές με ταχύτητες που ξεπερνούν τα 600 χιλιόμετρα την ώρα, η εξάπλωση των κυμάτων αυτή τη φορά προκάλεσε, πέρα από τον συναγερμό, και κυματισμούς στον ουρανό. Η τεράστια κίνηση των υδάτων διατάραξε την ατμόσφαιρα και επηρέασε τα σήματα των δορυφόρων πλοήγησης, δίνοντας στους επιστήμονες τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν το φαινόμενο σχεδόν σε πραγματικό χρόνο.
Τα γεγονότα αυτά συνέπεσαν, εντελώς τυχαία, με την ενεργοποίηση ενός νέου συστήματος τεχνητής νοημοσύνης της NASA – του Guardian. Η προσθήκη αυτή, μόλις την προηγούμενη ημέρα, επέτρεψε στο δίκτυο να εντοπίσει αυτόματα ασυνήθιστα φαινόμενα και να ειδοποιήσει τους ειδικούς σε λιγότερο από 20 λεπτά μετά τον σεισμό. Οι επιστήμονες γνώριζαν ήδη ότι ένα τσουνάμι κατευθυνόταν προς τη Χαβάη – 30 με 40 λεπτά πριν φτάσουν τα κύματα.
Ευτυχώς, οι φόβοι για καταστροφικές συνέπειες δεν επιβεβαιώθηκαν. Στη Χαβάη, τα κύματα έφτασαν μόλις το 1,5 μέτρο, προκαλώντας περιορισμένες πλημμύρες. Όμως το περιστατικό απέδειξε κάτι πολύ μεγαλύτερο: ότι μπορούμε να εντοπίζουμε ένα τσουνάμι στον ανοιχτό ωκεανό, απλώς «ακούγοντας» τις ραδιοκυμάνσεις των δορυφόρων.
Καθώς ένα τσουνάμι κινείται, τα κύματα του ωκεανού –έστω και με ύψος μερικών δεκάδων εκατοστών– μετακινούν τεράστιες μάζες νερού, δημιουργώντας κυματισμούς που φτάνουν μέχρι την ιονόσφαιρα, σε ύψος έως και 300 χιλιομέτρων. Μετρώντας αυτές τις μικροσκοπικές καθυστερήσεις στα σήματα των δορυφόρων, το Guardian μπορεί να «δει» ότι κάτι μεγάλο συμβαίνει κάτω στη Γη.
Η τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη στην Τόνγκα το 2022 είχε επίσης αφήσει έντονα ίχνη στην ιονόσφαιρα, τα οποία οι επιστήμονες ανέλυσαν λεπτομερώς αργότερα. Ωστόσο, μέχρι τον σεισμό της Καμτσάτκα φέτος, δεν είχε καταγραφεί ποτέ σε πραγματικό χρόνο ένα σημαντικό τσουνάμι με τη χρήση τέτοιων μεθόδων.
Το Guardian επέτρεψε για πρώτη φορά την παρακολούθηση των κυμάτων την ώρα που αυτά συνέβαιναν. Σύντομα, δεν θα είναι το μοναδικό εργαλείο που θα μπορεί να ανιχνεύσει αυτά τα φαινόμενα. «Στην Ευρώπη αναπτύσσουμε το δικό μας σύστημα», λέει η Ελβίρα Αστάφιεβα, ανώτερη ερευνήτρια γεωφυσικής και διαστημικών επιστημών στο Ινστιτούτο Πλανητικής Φυσικής του Παρισιού. Το ευρωπαϊκό σύστημα, όταν δοκιμαστεί, θα μπορούσε να καλύπτει μεγάλες περιοχές – συμπεριλαμβανομένου του Ινδικού Ωκεανού, όπου η Γαλλία έχει εδάφη.
Ο Τζέφρι Άντερσον, επιστήμονας δεδομένων στο Εθνικό Κέντρο Ατμοσφαιρικής Έρευνας (NCAR) και ένας από τους δημιουργούς του Guardian παραδέχτηκε: «Όταν άκουσα πρώτη φορά για την ιδέα, μου φάνηκε εντελώς τρελή. Τώρα όμως βλέπουμε ότι λειτουργεί – και μπορεί να σώσει ζωές».

Πλωτήρες προβλέπουν προς ποια κατεύθυνση θα ταξιδέψουν τα κύματα του τσουνάμι (Πηγή: NOAA Center for Tsunami Research)
Η ιδέα υπήρχε ήδη από τη δεκαετία του 1970, αλλά μόλις τη δεκαετία του 2020 έγινε πραγματικότητα. Μέχρι τότε, τα δίκτυα προειδοποίησης για τσουνάμι βασίζονταν κυρίως σε σεισμογράφους και πλωτήρες που κατέγραφαν μεταβολές στην πίεση του βυθού. Αυτά όμως, προσέφεραν αποσπασματική εικόνα και καθυστέρηση λεπτών ή και ωρών. Αντίθετα, η παρακολούθηση της ιονόσφαιρας προσφέρει ένα παγκόσμιο «ραντάρ», ικανό να καταγράφει το φαινόμενο τη στιγμή που εξελίσσεται.
«Τα λεπτά είναι πολύτιμα»
Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι σύντομα το Guardian θα μπορεί όχι μόνο να εντοπίζει ένα τσουνάμι αλλά και να προβλέπει την πορεία και το ύψος των κυμάτων του. Κάθε δέκα λεπτά, το σύστημα θα είναι ικανό να παράγει αυτόματα προβλέψεις για το πού και πότε θα πλήξει η επόμενη φάση του κύματος. «Σε τέτοια φαινόμενα, τα λεπτά είναι πολύτιμα», σημειώνει ο σεισμολόγος Χάρολντ Τόμπιν του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον. «Αν μπορούμε να κερδίσουμε ακόμα και είκοσι λεπτά, αυτό μπορεί να σημαίνει χιλιάδες ζωές».

