Πύρρος Δήμας: Γιατί έφυγε από την Ελλάδα μετά τον θάνατο της συζύγου του;


Πάνε πέντε μήνες από τη μέρα που η σύζυγος και μητέρα των τεσσάρων παιδιών του Πύρρου Δήμα έφυγε από τη ζωή νικημένη από τον καρκίνο. Όπως ίσως γνωρίζετε, ο Πύρρος Δήμας έχει φύγει από την Ελλάδα και βρίσκεται στο Σικάγο, έχοντας αναλάβει την Αμερικανική Ομοσπονδία Άρσης Βαρών.

Ο πασίγνωστος Ολυμπιονίκης μίλησε στo lifo.gr και μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στους λόγους που πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει την Ελλάδα, τον ρατσισμό, ενώ μίλησε και για την αδικοχαμένη Αναστασία και τον καρκίνο.

Ακολουθούν κάποια αποσπάσματα της συνέντευξης:

Γιατί επιλέξατε να φύγετε από την Ελλάδα;

Έφυγα για επαγγελματικούς και οικογενειακούς λόγους. Δέχτηκα μια τιμητική πρόταση από την Αμερικανική Ομοσπονδία Άρσης Βαρών να αναλάβω τεχνικός διευθυντής. Ξέρετε τι είναι να σου ζητούν οι Αμερικανοί να στήσεις ένα άθλημα από την αρχή; Ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί αυτή την πρόταση; Μετά, ήταν και τα παιδιά που μέτρησαν στην απόφαση, αφού είχαμε αποφασίσει να σπουδάσουν σε αμερικανικά πανεπιστήμια.

Σκέφτεστε να επιστρέψετε;

Τι να σας πω. Συχνά αισθάνομαι σαν να μην έχω φύγει. Στον κόσμο που ζούμε πια δεν έχει και τόση σημασία πού βρίσκεσαι.

Ο καρκίνος είναι μια ασθένεια που σε ταπεινώνει, σε κάνει να χάσεις την προσωπικότητα και την ελευθερία σου. Στιγμές που εύχεσαι να έρθει ο θάνατος ως λύτρωση. Το αισθανθήκατε ποτέ αυτό ή είχατε μέχρι το τέλος πίστη σε ένα θαύμα που θα νικήσει το σώμα και την αρρώστια;

Η χειρότερη μορφή του καρκίνου σε σκοτώνει, αλλά κάνει και τους δικούς σου να αργοπεθαίνουν. Κοιτάζουμε πάντα τον άνθρωπο στο κρεβάτι και καλά κάνουμε. Ας μην ξεχνάμε, όμως, κι αυτούς που είναι γύρω από το κρεβάτι. Και αυτοί με κομμάτια ζωής το πληρώνουν όλο αυτό. Με την Αναστασία, που λέτε, εξαντλήσαμε κάθε περιθώριο. Γι’ αυτό και νίκησε και τη στατιστική και έζησε πέρα από τις προγνώσεις. Δοκιμάσαμε οτιδήποτε υπήρχε, ως την τελευταία στιγμή. Και μετά άρχισε να σβήνει. Εκεί, ναι, ο θάνατος προβάλλει ως λύτρωση. Όχι για σένα που κρατάς τον σφυγμό του ανθρώπου σου, αλλά για τον ίδιο. Και μετά για τους άλλους, για την αγωνία τους. Η ζωή, ούτως ή άλλως, είχε τελειώσει. Ήταν μόνο μαρτύριο.

Βιώσατε τον ρατσισμό τα πρώτα χρόνια της πορείας σας λόγω της καταγωγής σας μέχρι να εξελιχθείτε στον εθνικό ήρωα που υψώνει την ελληνική σημαία. Αισθανθήκατε ποτέ ότι υπάρχει μια μορφή υποκρισίας σε αυτήν τη μεταστροφή της κοινής γνώμης; Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια το ζούμε με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο αυτό – αν και έχουμε τόσο πρόσφατη την κραυγή Τσουκαλά περί πιθήκων…

Εντάξει, ο Τσουκαλάς είναι για εισαγγελέα, δεν αξίζει να ασχοληθούμε παραπάνω. Ο ρατσισμός, όμως, είναι ένα σύνθετο φαινόμενο. Έχει να κάνει με την εποχή, τις συνθήκες υπό τις οποίες ζει κάθε κοινωνία, τον πλούτο και, κυρίως, τη φτώχεια των ανθρώπων. Εγώ ήρθα στην Ελλάδα πριν από τριάντα χρόνια, όταν στη χώρα έφτανε ένα μεγάλο κύμα μεταναστών όχι μόνο από την Αλβανία, αλλά από ολόκληρη την ανατολική Ευρώπη. Σε μια κλειστή κοινωνία σαν την ελληνική ήταν λογικό να εκδηλωθεί αντίδραση. Δεν ήταν, φυσικά, καλό, αλλά ήταν κάτι που δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε. Τριάντα χρόνια μετά έχουν γίνει αρκετά βήματα προόδου, δεν γίνεται να μην το παραδεχτούμε αυτό. Όμως πρέπει να γίνουν περισσότερα. Όποιος έχει παιδιά ξέρει ότι οι κοινωνίες αλλάζουν με τις γενιές που έρχονται. Σε κάποια πράγματα πιο εύκολα φεύγουν οι άνθρωποι παρά οι ιδέες τους. Ένας Έλληνας 30 ετών έχει πάει σχολείο με παιδιά άλλων εθνικοτήτων, έχει δουλέψει, έχει κάνει σχέσεις μαζί τους. Δεν κουβαλάει τον συντηρητισμό που είχαν οι γονείς του, είναι φυσιολογικό αυτό. Τότε που ήρθα εγώ στην Ελλάδα, όμως, ήταν αλλιώς. Δείτε το slideshow GREEK PRIDE: Εμένα και τον Αντετοκούνμπο μας αγάπησαν επειδή είχαμε να δώσουμε αυτό που αγαπάει περισσότερο κάθε λαός: υπερηφάνεια.

Τι εννοείτε;

Εδώ ήμουν Αλβανός, στην Αλβανία ήμουν Έλληνας, μπέρδεμα. Έχουν συμβεί διάφορα περιστατικά που θα μπορούσα να σας διηγηθώ, αλλά, εντάξει, εγώ, ας πούμε, ήμουν τυχερός. Άλλοι έχουν περάσει και περνάνε χειρότερα. Και ξέρετε κάτι; Το θέμα δεν είναι το κάθε περιστατικό, αλλά ο μόνιμος φόβος που βάζει μέσα σου. Εγώ έμπαινα στο λεωφορείο και πιανόμουν από την ψηλότερη λαβή για να φαίνονται τα χέρια μου. Φοβόμουν ότι έτσι και χανόταν κανένα πορτοφόλι θα κατηγορούσαν εμένα…

Είμαστε ρατσιστές οι Έλληνες;

Νομίζω ότι οι Έλληνες είμαστε ρατσιστές προς τους αδύναμους και τους φτωχούς. Εγώ, αν δεν γινόμουν ολυμπιονίκης, δεν θα με αποδέχονταν εύκολα. Με μισό μάτι θα με έβλεπαν. Το ίδιο και ο Γιάννης. Αν είχε μείνει να πουλάει CD, θα ήταν, απλώς, ένας μαύρος που πουλάει CD. Έγινε draft και τον κάλεσε ο Σαμαράς στο Μαξίμου για να του δώσει υπηκοότητα. Ε, δεν είναι υποκριτικά όλα αυτά; Μας αγάπησαν επειδή είχαμε να δώσουμε αυτό που αγαπάει περισσότερο κάθε λαός: υπερηφάνεια.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ