Σοκ και δέος στη διεθνή αγορά ενέργειας – Στα ύψη φυσικό αέριο, πετρέλαιο


«Φωτιά» έχουν πάρει εκ νέου οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι απειλές της Ρωσίας για κλείσιμο της στρόφιγγας προς την Ε.Ε. δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ στον τομέα της ενέργειας.

Το φυσικό αέριο στην ευρωπαϊκή αγορά (TTF) εκτοξεύτηκε ξανά σήμερα έως 24% στα 125 ευρώ ανά μεγαβατώρα πριν υποχωρήσει στη συνέχεια στα επίπεδα των 107 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Σε ανοδική τροχιά και ο «μαύρος χρυσός», με το αργό πετρέλαιο ξεπερνά πάλι τα 105 δολάρια στην αγορά του Λονδίνου (Brent) και τα 102 δολάρια στις ΗΠΑ (αμερικανικό αργό WTI). Είναι ενδεικτικό ότι το κόστος του φυσικού αερίου είναι αυξημένο κατά σχεδόν 500% από τον Ιανουάριο του 2021. Το ίδιο διάστημα οι διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου έχουν καταγράψει ράλι κοντά στο 110%.

Η εκτόξευση των τιμών είναι απόρροια της απόφασης Gazprom να προχωρήσει από σήμερα Τετάρτη σε διακοπή της τροφοδοσίας της Βουλγαρίας με φυσικό αέριο αλλά και να πράξει το ίδιο και για την Πολωνία.

Είναι ξεκάθαρο πλέον πως η Ρωσία χρησιμοποιεί το φυσικό αέριο ως όπλο κόντρα στις κυρώσεις που της έχει επιβάλλει η Ευρώπη.

Η νέα άνοδος στις τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, καθώς θα ενισχυθεί περαιτέρω το κόστος των υγρών καυσίμων και της ενέργειας γενικότερα. Και φυσικά πλήγμα θα δεχθούν και οι προϋπολογισμοί των ευρωπαϊκών κρατών, τα οποία θα πρέπει να λάβουν περαιτέρω μέτρα για τη στήριξη των πολιτών.

Σήμερα το υπουργικό συμβούλιο του Καγκελάριου Όλαφ Σολτς ενέκρινε επιπλέον δανεισμό 39,2 δισ. ευρώ για φέτος ούτως ώστε να ενισχύσει την οικονομία κόντρα στις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η προσαρμογή του προϋπολογισμού που ενέκρινε η γερμανική κυβέρνηση θα ωθήσει το συνολικό καθαρό χρέος στα 138,9 δισ. ευρώ, μετά και το ρεκόρ του προηγούμενου έτους των άνω των 200 δισ. ευρώ.

Η αύξηση του ορίου χρειάζεται για να χρηματοδοτηθεί μια σειρά νέων κρατικών μέτρων που σχεδιάστηκαν για να αντισταθμίσουν τον οικονομικό αντίκτυπο από τον πόλεμο και τις ολοένα και αυξανόμενες τιμές ενέργειας. Μεταξύ αυτών, μια προσωρινή μείωση στους ειδικούς φόρους καυσίμων αλλά και επιδοτήσεις για τα νοικοκυριά και τη μεταφορά με ΜΜΜ. Περίπου το 1/3 του ποσού θα σχηματίσει πρόβλεψη για δαπάνες που θα πραγματοποιηθούν εν τω μέσω της αυξημένης αβεβαιότητας που πυροδοτεί ο πόλεμος. Το νέο σχέδιο θα σταλεί στο κοινοβούλιο προς έγκριση.

Στα ύψη οι τιμές τροφίμων – Καμπανάκι από Παγκόσμια Τράπεζα

Eν τω μεταξύ σε νέα υψηλά οδηγούνται οι διεθνείς τιμές τροφίμων. Όπως υπολογίζει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, οι τιμές στα τρόφιμα παγκοσμίως αυξήθηκαν κατά περίπου 60% τα τελευταία δύο χρόνια.

Στα σιτηρά, από την άλλη, η αύξηση ήταν 70%, ενώ στα φυτικά έλαια αγγίζει το 150%.

Ανάλογη αύξηση είχε να παρατηρηθεί σε πραγματικό –όχι σε ονομαστικό– από το 1960.

Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει πως το σοκ από τις αυξήσεις των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων θα διαρκέσει τουλάχιστον τρία χρόνια, γεγονός το οποίο αυξάνει τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού.

Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο εξαγωγέας φυσικού αερίου και λιπασμάτων και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού πετρελαίου. Μαζί με την Ουκρανία, καλύπτουν σχεδόν το ένα τρίτο των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, το 19% των εξαγωγών καλαμποκιού και στο 80% των εξαγωγών ηλιελαίου.

Η παραγωγή και εξαγωγή αυτών και άλλων εμπορευμάτων έχει διαταραχθεί αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου.

Ως αποτέλεσμα, η Παγκόσμια Τράπεζα αναμένει πως οι τιμές της ενέργειας θα αυξηθούν κατά πάνω από 50% το 2022 προτού μετριαστούν τα έτη 2023 και 2024, ενώ και οι τιμές άλλων εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της γεωργίας και των μετάλλων, θα αυξηθούν κατά σχεδόν 20% το 2022 προτού αρχίσουν να μειώνονται.

Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά πως οι τιμές των εμπορευμάτων θα υποχωρήσουν ελαφρά, παραμένοντας όμως πολύ πάνω από τον πρόσφατο μέσο όρο.

«Σε περίπτωση παρατεταμένου πολέμου, ή επιπρόσθετων (δυτικών) κυρώσεων στη Ρωσία, οι τιμές θα μπορούσαν να είναι ακόμη υψηλότερες και πιο ασταθείς απ΄ ό,τι προβλέπεται τώρα», όπως εκτιμάται.

Σε ό,τι αφορά την απόκριση της πολιτικής στην κρίση, η Παγκόσμια Τράπεζα ξεχωρίζει τις φορολογικές ελαφρύνσεις και τις επιδοτήσεις που, όπως αναφέρει, τείνουν να επιτείνουν τις ελλείψεις στην προσφορά και τις αυξήσεις των τιμών, καλώντας αντ’ αυτού για προγράμματα σχολικών γευμάτων, καθώς και μεταβιβάσεις μετρητών και προγράμματα δημόσιας απασχόλησης για ευάλωτες ομάδες.


Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ