Σιωπηλή απειλή για την ελληνική οικονομία το ιταλικό χρέος


Η εκτίναξη των αποδόσεων των ιταλικών ομολόγων τις τελευταίες ημέρες  δείχνει το σε πόσο μεγάλο βαθμό η χαλαρή νομισματική πολιτική που ακολουθούσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα τελευταία χρόνια συσχετιζόταν και με την κάλυψη αδυναμιών της ιταλικής οικονομίας. Ωστόσο, η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ και η παύση του θηριώδους προγράμματος αγοράς ομολόγων της, έχουν φέρει ξανά στο φως το «ιταλικό πρόβλημα» και πλέον σε μια εξαιρετικά δύσκολή συγκυρία.

Το πόσο προβληματική είναι η κατάσταση στη δευτερογενή αγορά ομολόγων της Ιταλίας προκύπτει από τα εξής μεγέθη:

  • Το ιταλικό πενταετές ομόλογο διαπραγματεύεται πλέον στο 3,33%, όταν το ελληνικό πενταετές ομόλογο έχει απόδοση 3,21%! Δηλαδή οι επενδυτές δανείζουν την Ελλάδα φθηνότερα από την Ιταλία σε βάθος διετίας.
  • Το ιταλικό spread, δηλαδή η διαφορά απόδοσης με το γερμανικό ομόλογο αναφοράς, έχει πλέον ανέλθει στις 243 μονάδες βάσης, επίπεδα που είναι τα μεγαλύτερα από το 2013.
  • Το ιταλικό δεκαετές ομόλογο διαπραγματεύεται πλέον στο 4,06%, όταν το ελληνικό δεκαετές ομόλογο έχει απόδοση 4,4%! Ωστόσο, ένα μήνα πριν η απόδοση του ιταλικού δεκαετούς ομολόγου ήταν στο 2,7%.
  • Τα πενταετή Credit Default Swaps (CDS) των ιταλικών ομολόγων ανήλθαν στις 141,80 μονάδες, τιμή που συνεπάγεται πιθανότητα αθέτησης πληρωμών χρέους της τάξης του 2,36%.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν το πως οι αγορές αντιλαμβάνονται σήμερα τον κίνδυνο του ιταλικού χρέους. Τα απόλυτα μεγέθη είναι ακόμη πιο ανησυχητικά.

Σήμερα το δημόσιο χρέος της Ιταλίας ανέρχεται σε 2,8 τρισ. ευρώ, περίπου στο 150% του ΑΕΠ της χώρας.

Αυτό το χρέος αναχρηματοδοτήθηκε με πολύ χαμηλό κόστος την τελευταία διετία, καθώς η ΕΚΤ αγόρασε 250 δισ. ευρώ ιταλικού χρέους, στο πλαίσιο του προγράμματος που εφάρμοσε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Έτσι, έδωσε τη δυνατότητα στην ιταλική κυβέρνηση να καλύψει εύκολα τις μεγάλες δανειακές ανάγκες της με επιτόκια λίγο υψηλότερα από αυτά της γερμανικής κυβέρνησης.

Αυτό συνέβη παρόλο που το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ιταλίας ξεπέρασε το 7% του ΑΕΠ και ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ εκτοξεύτηκε στο 155% μέχρι το τέλος του 2020. Αυτό αποτελούσε το υψηλότερο επίπεδο δημόσιου χρέους στην 150χρονη ιστορία της χώρας και ήταν περίπου 25 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το επίπεδό του ιταλικού χρέους κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2012.

Πλέον, τώρα που η ΕΚΤ τερμάτισε το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της και προχωρά και σε αυξήσεις επιτοκίων, εγείρεται ένα καθοριστικό ερώτημα. Εάν τα δημόσια οικονομικά της Ιταλίας είναι χειρότερα σήμερα από ό,τι ήταν το 2012, και εάν η ΕΚΤ δεν πρόκειται πλέον να είναι σημαντικός αγοραστής ιταλικών κρατικών ομολόγων, ποιος θα βοηθήσει την ιταλική κυβέρνηση να συγκεντρώσει τα περίπου 700 δισ. ευρώ που θα χρειαστεί το 2023 για να καλύψει τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της; Αυτό το ερώτημα μπορεί να γίνει ακόμη πιο επίκαιρο εάν το ρωσικό σοκ στις τιμές της ενέργειας οδηγήσει την ιταλική οικονομία σε μια ακόμη οικονομική ύφεση και εάν η ιταλική πολιτική σκηνή αναθερμανθεί ενόψει των κοινοβουλευτικών εκλογών του 2023.

Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η παγκόσμια οικονομία σήμερα είναι μια κρίση δημόσιου χρέους σε μια χώρα όπως η Ιταλία, η οποία ως οικονομία είναι περίπου δέκα φορές μεγαλύτερη από αυτήν της Ελλάδας. Αν αυτό δεν αποφευχθεί, το «ωστικό κύμα» της ιταλικής κρίσης θα πλήξει αναμφίβολα και την Ελλάδα, η οποία παλεύει να περιορίσει το χρέος της από τα επίπεδα του 200% του ΑΕΠ.


Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ