Μυρσίνη Μελαχροινίδου: «Υποψιάζεσαι ΧΑΠ; Απευθύνσου σε έναν Πνευμονολόγο!»


Γράφει η Μυρσίνη Μελαχροινίδου (Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος)

Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι ένα από τα συχνότερα, αναπνευστικά νοσήματα στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο. Οφείλεται σε διαταραχές των αεραγωγών και του πνευμονικού παρεγχύματος. Αιτία των διαταραχών αυτών είναι η έκθεση σε τοξικούς εισπνεόμενους ρύπους και κυρίως στο κάπνισμα.

Η ΧΑΠ είναι συχνότερη σε άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω. Παρότι τις προηγούμενες δεκαετίες η νόσος εθεωρείτο νόσος κυρίως των ανδρών, η θνησιμότητα στις γυναίκες έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια και τώρα έχει φτάσει αυτή των ανδρών. Η ΧΑΠ είναι στις πρώτες 5 κύριες αιτίες θανάτου στον κόσμο. Ένα εξαιρετικής σημασίας επιδημιολογικό χαρακτηριστικό της νόσου είναι οι οξείες εξάρσεις (παροξύνσεις) που σχετίζονται τόσο με αυξημένη θνησιμότητα, νοσηρότητα (νοσηλεία σε ΜΕΘ ή νοσοκομείο) αλλά και με επιδείνωση της ασθένειας μετά από κάθε συμβάν.

Το κάπνισμα αποτελεί στη συντριπτική πλειονότητα των πασχόντων τον κύριο αιτιολογικό παράγοντα στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές άλλες χώρες στον κόσμο. Το 90% των περιπτώσεων ΧΑΠ, σε χώρες όπως η δική μας, αποδίδονται στο ενεργητικό κάπνισμα. Οι μη καπνιστές που εκτίθενται σε καπνό τσιγάρου (παθητικό κάπνισμα) εμφανίζουν, επίσης, αυξημένο κίνδυνο για εκδήλωση ΧΑΠ. Συναφείς προς το κάπνισμα συνήθειες όπως κάπνισμα ναργιλέ, πούρου, στριφτών τσιγάρων, πίπας αλλά και μαριχουάνας αποτελούν παράγοντες κινδύνου.

Παράγοντες κινδύνου πέραν του καπνίσματος, είναι η έκθεση του εμβρύου στο μητρικό κάπνισμα και οι συχνές αναπνευστικές λοιμώξεις στην παιδική ηλικία. Οι βλαπτικές ουσίες που βρίσκονται στον ατμοσφαιρικό αέρα και στον αέρα των εσωτερικών χώρων, η επαγγελματική έκθεση σε τοξικές ουσίες όπως συμβαίνει στους εργαζόμενους ορυχείων, γεωργίας, βιομηχανίας τροφίμων, δημοσίων χώρων συγκέντρωσης καπνιστών πχ. χώρων εστίασης και διασκέδασης είναι κάποιες άλλες αιτίες κινδύνου. Η ατμοσφαιρική ρύπανση σε ορισμένες περιοχές της χώρας μας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ως παράγοντας κινδύνου. Υπάρχουν ενδείξεις κληρονομικότητας της νόσου καθότι τα παιδιά πασχόντων με ΧΑΠ παρουσιάζουν μεγαλύτερο επιπολασμό από ότι ο γενικός πληθυσμός.

Υποψία για ΧΑΠ πρέπει να τίθεται σε κάθε ασθενή πάνω από 40 ετών που παρουσιάζει τα εξής αναπνευστικά συμπτώματα της νόσου:

  1. Δύσπνοια (χειροτερεύει προοδευτικά, εμμένουσα, επιδεινώνεται στην κόπωση), 2. Χρόνιος βήχας,
  2. Αυξημένη απόχρεμψη.

Τα συμπτώματα αυτά συνήθως συνοδεύονται με ένα από τα παρακάτω:

α. Ιστορικό έκθεσης σε κάπνισμα (συνήθως πάνω από 10 πακέτα/έτη)

β. Ιστορικό έκθεσης σε περιβαλλοντικούς ή επαγγελματικούς αέριους ρυπαντές καπνό, σκόνη, χημικούς παράγοντες

γ. Συχνές λοιμώξεις αναπνευστικού

δ. Οικογενειακό ιστορικό ΧΑΠ.

Η διάγνωση της ΧΑΠ στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι εύκολη. Ο ασθενής με τα παραπάνω συμπτώματα θα πρέπει να απευθύνεται σε έναν Πνευμονολόγο. Αδυναμία, ανορεξία και απώλεια βάρους είναι συμπτώματα της πολύ σοβαρής ΧΑΠ. Τέλος, συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης συχνά συνοδεύουν τη νόσο και χειροτερεύουν την πρόγνωση.

Όλοι οι ασθενείς με υποψία ΧΑΠ πρέπει να αποστέλλονται σε πνευμονολογικό ιατρείο για τη διενέργεια μιας άρτιας τεχνικώς σπιρομέτρησης προ και μετά βρογχοδιαστολή. Η θεραπεία βασίζεται σε φαρμακευτική και μη φαρμακευτική αγωγή.

Η διακοπή καπνίσματος αποτελεί την παρέμβαση με τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη μείωση της φυσικής πορείας της ΧΑΠ.
Βασική αρχή, επίσης, αντιμετώπισης της ΧΑΠ είναι η πρόληψη των παροξύνσεων μέσω των εμβολιασμών. Ανεξαρτήτως ηλικίας οι πάσχοντες πρέπει να εμβολιάζονται κατά της γρίπης, του πνευμονιόκοκκου καθώς και για τον κορονοϊό. Τέλος, σημαντική είναι η σωματική άσκηση και η σωστή διατροφή.

Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ