5 Δεκεμβρίου 2025

Νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ: Επιτυχία για τον Τραμπ, στρατηγική υποχώρηση για τις Βρυξέλλες (video)


Μετά από εβδομάδες εντατικών και συχνά τεταμένων διαβουλεύσεων, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξαν σε νέα εμπορική συμφωνία, λίγο πριν την τελευταία φάση των συνομιλιών Ουάσιγκτον – Πεκίνου. Η τελική ώθηση δόθηκε από την απευθείας εμπλοκή του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, οι οποίοι συναντήθηκαν την Κυριακή για να επικυρώσουν τη συμφωνία.


Ο Λευκός Οίκος χαρακτηρίζει τη συμφωνία «σημαντικό επίτευγμα» και, σύμφωνα με αναλυτές όπως το BBC, η προσωπική παρέμβαση του Τραμπ ήταν καθοριστική. Αν και ο ίδιος εμφανίζεται θριαμβευτής, η πλευρά της ΕΕ κατάφερε να αποσπάσει ορισμένες παραχωρήσεις που περιορίζουν τη ζημιά, μετατρέποντας την έκβαση σε μια «αμυντική νίκη».

Οι βασικοί όροι της συμφωνίας

Με βάση τη συμφωνία, οι ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ θα υπόκεινται πλέον σε δασμούς 15%, αντί για 30% όπως είχε απειληθεί αρχικά. Αν και το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο από τα επίπεδα πριν τις εμπορικές εντάσεις και λιγότερο ευνοϊκό σε σύγκριση με τους όρους που εξασφάλισε το Ηνωμένο Βασίλειο (10%), η μείωση παραμένει σημαντική.

Παράλληλα, εξαιρούνται από αυξημένους δασμούς κρίσιμοι τομείς όπως τα φαρμακευτικά προϊόντα και οι ημιαγωγοί, ενώ οι ευρωπαίοι κατασκευαστές αυτοκινήτων θα υποστούν μικρότερη επιβάρυνση σε σχέση με τον γενικό δασμό 25% που είχε τεθεί τον Απρίλιο.

Ωστόσο, η ΕΕ έκανε σοβαρές παραχωρήσεις: δεσμεύθηκε να άρει τελωνειακά εμπόδια για σειρά αμερικανικών προϊόντων, ενώ ο χάλυβας και το αλουμίνιο από την Ευρώπη θα εξακολουθήσουν να φορολογούνται με υψηλό δασμό 50%.

Πολιτική και οικονομική στρατηγική

Η συμφωνία ήρθε σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή για την ΕΕ. Με την ευρωπαϊκή οικονομία να εμφανίζει αδύναμους ρυθμούς ανάπτυξης και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προειδοποιεί για αυξημένη αβεβαιότητα λόγω διεθνών εμπορικών εντάσεων, οι Βρυξέλλες επέλεξαν τον συμβιβασμό. Το ρίσκο μιας ανοιχτής εμπορικής σύγκρουσης με την Ουάσιγκτον θεωρήθηκε δυσανάλογο, ιδίως δεδομένης της εξάρτησης της ΕΕ από τις ΗΠΑ σε θέματα ασφάλειας και άμυνας.

Ο φόβος ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να αναστείλει τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία ή να αποδυναμώσει τη συμμετοχή των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ επηρέασε αναμφίβολα τη στάση των Βρυξελλών.

Αντίποινα και διαπραγματευτικό βάρος

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΕΕ δεν προσήλθε στις συνομιλίες χωρίς διαπραγματευτικά εργαλεία. Είχε καταρτίσει λίστα 217 σελίδων με αμερικανικά προϊόντα – από ουίσκι μέχρι εξαρτήματα αεροσκαφών – που θα μπορούσαν να δεχθούν αντίποινα συνολικής αξίας 100 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, η πολιτική και οικονομική συγκυρία δεν επέτρεψε στην ΕΕ να τραβήξει το σκοινί. Η προτεραιότητα ήταν να σταθεροποιηθεί το εμπορικό περιβάλλον και να αποφευχθεί περαιτέρω αναταραχή.

Οι αμερικανικές απαιτήσεις και οι ευρωπαϊκές αντοχές

Ο Τραμπ συνεχίζει να θεωρεί το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ έναν άδικο διαμοιρασμό πλούτου, παρότι η πραγματικότητα του παγκόσμιου εμπορίου είναι πιο πολύπλοκη. Επιμένει πως η ΕΕ εμποδίζει τις αμερικανικές εξαγωγές με κανονισμούς και προδιαγραφές, γεγονός που δυσκολεύει την πρόσβαση των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή αγορά.

Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η ΕΕ δεσμεύεται για εισαγωγές αμερικανικών ενεργειακών προϊόντων και στρατιωτικού εξοπλισμού αξίας άνω των 750 δισ. δολαρίων, ενώ αναμένονται αυξημένες ευρωπαϊκές επενδύσεις στην αμερικανική οικονομία συνολικού ύψους 600 δισ. δολαρίων.

Προοπτικές και διεθνής αντίκτυπος

Η εμπορική συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ ενισχύει τη θέση των ΗΠΑ στις παράλληλες διαπραγματεύσεις με την Κίνα, οι οποίες συνεχίζονται αυτή την εβδομάδα στη Στοκχόλμη. Οι δύο πλευρές εξετάζουν την προσωρινή αναστολή υψηλών δασμών για διάστημα 90 ημερών.

Σε περίπτωση που υπάρξει νέα προσέγγιση και με το Πεκίνο, ο Ντόναλντ Τραμπ θα έχει καταγράψει διαδοχικές εμπορικές νίκες σε ένα κρίσιμο διεθνές σκηνικό. Αντίθετα, η αποτυχία των συνομιλιών με την Κίνα θα μπορούσε να ξαναβυθίσει το παγκόσμιο εμπόριο σε αβεβαιότητα και κλυδωνισμούς.

Η συμφωνία με την ΕΕ, έπειτα από πρόσφατες συμφωνίες με την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βιετνάμ και την Ινδονησία, δείχνει την αποφασιστικότητα της Ουάσιγκτον να διαμορφώσει το παγκόσμιο εμπορικό τοπίο υπό τους δικούς της όρους.

Παρά τους πανηγυρισμούς του Λευκού Οίκου, οι Βρυξέλλες απέφυγαν τα χειρότερα και διατήρησαν ζωτικούς διαύλους επικοινωνίας, επιλέγοντας τον ρεαλισμό έναντι της σύγκρουσης.


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ